Κώστας Αξελός «Η έλλειψη οράματος, ήταν κάτι που με πονούσε αφάνταστα»


Αξελός

Γεννήθηκα σε μια μεγαλοαστική οικογένεια, γνώρισα την οικογενειακή θαλπωρή και μαζί και την οικογενειακή ασφυξία. Από παιδί ήταν κάτι που με έσπρωχνε πέρα από την οικογένεια, πέρα από τον τόπο. Ποιο είναι το πολύτιμο στοιχείο της παιδικής ηλικίας: το πολύτιμο στοιχείο της παιδικής ηλικίας θα ‘λεγα αυτή η θαλπωρή, για τα παιδιά που μπόρεσαν βέβαια να την γνωρίσουν – εκατομμύρια παιδιά δεν την γνωρίζουν – αλλά και ο κλοιός μέσα στον οποίον κλείνει τον νέον άνθρωπο, το παιδί, και τον σπρώχνει στην εφηβεία.

Από την παιδική μου ηλικία θυμάμαι δύο πράγματα πιο πολύ: τη σχέση μου με τον αδελφό του πατέρα μου, τον ζωγράφο Μιχαήλ Αξελό, ο οποίος μαζί με τη γυναίκα του και την ξαδέλφη μου την Άννα Αξελού, τόσο συχνά με φιλοξένησαν σπίτι τους, την εποχή που διωκόμενος δεν είχα πού να σταθώ, και τη ζωή στο Φάληρο κοντά στην οικογένεια της μητέρας μου, στη γιαγιά μου που είχε κι ένα εκκλησάκι στο κτήμα της.

Η παιδική ζωή έγινε γρήγορα εφηβική, θα ‘λεγα ότι η παιδική ανησυχία την έσπρωχνε να γίνει εφηβική, αλλά και στην εφηβεία η μεγαλοαστική τάξη που με περιέβαλλε, και η μικροαστική ηθική που κυριαρχούσε γύρω σε όλο τον τόπο – εννοώ την Ελλάδα –, ο ασφυκτικός κλοιός της νεότερης Ελλάδας, η έλλειψη οράματος, ήταν κάτι που με πονούσε αφάνταστα.

Γι αυτό στράφηκα στην εφηβεία μ’ έναν ιδιαίτερο ενθουσιασμό προς την Αντίσταση. Στην Αντίσταση δεν με ενδιέφερε τόσο, θα ‘λεγα δεν με ενδιέφερε το εθνικιστικό, σωβινιστικό της κήρυγμα. Μ’ ενδιέφερε το  μαρξιστικό κίνημα, το όραμα μιας άλλης πολιτείας, μιας πολιτείας που δε μένεις με μια θεωρητική σκέψη, και με μια φωτισμένη πολιτική θα μπορούσε να αλλάξει την ιστορική μοίρα των ανθρώπων πανανθρώπινα, και να δημιουργήσει ένα καινούργιο στυλ ζωής.

Ο ενθουσιασμός αυτός των πρώτων χρόνων της Αντίστασης, των δύο-τριών πρώτων χρόνων, περιείχε σύγχρονα αφάνταστα πλήγματα, γιατί μέσα από την Αντίσταση, μέσα απ’ την κυριαρχία της Αντίστασης απ’ το Κομμουνιστικό Κόμμα, που αυτό και εμψύχωνε και σύγχρονα έσφαζε την Αντίσταση, είδα τι σημαίνει ο περιορισμός του ανθρώπινου οράματος από κυρίαρχα κόμματα με κυρίαρχες ιδεολογίες, με μια προεκτεινόμενη μικροαστική ηθική, με πράξεις βίας όχι μόνο προς τους αντιπάλους αλλά και τους οπαδούς.

Δεν ήταν τόσο οι πράξεις βίας που με ξένιζαν, όσο το τυφλό της βίας, και ιδιαίτερα στο Δεκέμβριο μού κόστισε πολύ η σχιζοφρενική καθοδήγηση του Δεκέμβρη  από την ηγεσία και η απόκρυψη του γεγονότος, η εγκληματική απόκρυψη του γεγονότος, ότι η Ελλάδα είχε ήδη δοθεί σαν σφαίρα επιρροής στους αγγλοαμερικάνους.

Έτσι, παρ’ όλο που η Αντίσταση και το κομμουνιστικό κίνημα εμψύχωσαν την εφηβεία μου σύγχρονα, με έκαναν να θέλω να βλέπω πιο μακριά – αυτό που έκανα πάντα από παιδί.

Θυμάμαι νέος – θα ‘πρεπε να ‘μουνα τότε δεκαπέντε χρονών ίσως, με είχε πάρει η μητέρα μου στο Εθνικό Θέατρο, σε ένα έργο ενός συγγραφέα με αρκετό ταλέντο, αν και όχι μεγαλοφυή, ένα έργο του Ο’ Νηλ, που λεγότανε Πέρα από τον ορίζοντα. Δεν θυμάμαι βέβαια την πλοκή του έργου – δεν το διάβασα από τότε – αλλά ήτανε μια μικρή οικογένεια σ’ ένα κτήμα και ήταν ένας από τους γιους που έβλεπε διαρκώς πέρα από τον ορίζοντα.

Αυτό το πέρα απ’ τον κλειστό ασφυκτικό ορίζοντα της μεγαλοαστικής Ελλάδας, της μικροαστικής Ελλάδας, του κομμουνιστικού  κινήματος, αυτή η τριπλή ασφυξία, μ’ έκαναν να θέλω να φύγω, όχι από πόθο φυγής αλλά για να ζήσω μ’ έναν άλλο τρόπο ένα όραμα που ‘χε πάψει να είναι δογματικά μαρξιστικό, που ‘χε πάψει να θέλει να ενσωματωθεί σ’ ένα χώρο κι ένα χρόνο συγκεκριμένο, κάτω από την καθοδήγηση ενός κομμουνιστικού κόμματος, μια κίνηση προς τον κόσμο, όχι προς τα έξω, όχι προς την Ευρώπη, αλλά προς τον κόσμο.

Τότε, σε ηλικία είκοσι περίπου χρονών, άρχισα να ξανακαταλαβαίνω πράγματα που ‘χα καταλάβει στα δεκατέσσερά μου χρόνια, και που είχα ξεχάσει εν τω μεταξύ: ότι η σκέψη, η δημιουργική σκέψη, η ποιητική σκέψη, ο Ηράκλειτος, ο Χέγκελ, ο Νίτσε, το νεανικό έργο του Μαρξ, ο Φρόυντ, ανοίγουν τα μάτια ενός ανθρώπου, και λέγοντας ανοίγουν τα μάτια εννοώ και τον ψυχισμό του, γιατί δεν σκέφτεται κανείς μόνο με το κεφάλι, για να επιτελέσω ένα έργο φιλοσοφικό που βασικά με ενδιέφερε.

Και έτσι διωγμένος απ’ το Κομμουνιστικό Κόμμα, διωγμένος από την επίσημη δεξιά κυβέρνηση, έφυγα για το Παρίσι θέλοντας εκεί να αρχίσω να μπορώ να ξετυλίγω μια καθαυτό φιλοσοφική δουλειά – τότε την ονόμαζα φιλοσοφική, τώρα την ονομάζω, πιο σεμνά, στοχαστική -, που επεξεργάζομαι τώρα και τριανταπέντε χρόνια.

Στην Αθήνα είχα αρχίσει μόνον να σπουδάζω Νομικά, δηλαδή απλώς γράφτηκα στη Νομική Σχολή, και η αντιστασιακή, και μετά συνομωτική, δράση έθεσε ένα τέλος στις αρχινισμένες σπουδές και βασικά διάβαζα για τον εαυτό μου, δηλαδή για τον κόσμο.

Μετά, άμα έφθασα στο Παρίσι, γράφτηκα κανονικά στη Sorbonne σπούδασα φιλοσοφία και έκανα τις δύο διδακτορικές μου διατριβές: τη μία για τον Ηράκλειτο, και την άλλη για τον Μαρξ. Φθάνοντας στο Παρίσι, θα ‘λεγα μετά την απογοήτευση της οικογενειακής ζωής, μετά την απογοήτευση της εφηβικής αντιστασιακής ζωής, υπήρξε η απογοήτευση του παρισινού πανεπιστημίου της Sorbonne.

Κυριαρχούσε μια σχολικότητα, μια πανεπιστημιακότητα, ένας ακαδημαϊσμός, που δεν άφηναν να εκδηλωθεί μια βασική σκέψη.  Κατάλαβα πάλι κάτι που είχα αρχίσει να καταλαβαίνω στα δεκατέσσερά μου χρόνια διαβάζοντας Νίτσε: ότι οι μεγάλες σκέψεις είναι κάτι το πάρα πολύ σπάνιο και δεν τρέχουνε ούτε στους δρόμους, ούτε βρίσκονται οργανωμένες από τα κόμματα, ούτε κυριαρχούν στα πανεπιστήμια.

Ο Μάιος του ’68 μού θύμισε ορισμένα στοιχεία της Αντίστασης με τον ενθουσιασμό του, με την αμφισβήτηση, αλλά η αμφισβήτηση ήτανε μερική:

τα παιδιά ήθελαν πολύ μερικά αιτήματα, δεν είχανε ολική θέα του όλου θέματος, και επιπλέον δεν φαινόντουσαν να ενδιαφέρονται να κινούνται από μια συνθετική ολική σκέψη, μια ριζική σκέψη, μια σκέψη συνδεμένη με μια ποίηση, και ακόμα περισσότερο από τη γραφτή ή την προφορική ποίηση, με την ποιητικότητα του ίδιου του κόσμου.

Οι τρεις αυτές ανησυχίες, η παιδική, η εφηβική, η σπουδαστική, δεν είναι απλώς ψυχολογικά – ή θα ‘λεγα ακόμα και ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά -, αλλά δείχνουνε πόσο όλοι οι κόσμοι είναι ο κόσμος ο μικρός, είναι οι κόσμοι οι μικροί, και πως σπάνια κατορθώνουμε να υπερβούμε το τείχος του ήχου να ανοιχτούμε στον Κόσμο με κάπα κεφαλαίο.

Από τα δεκατέσσερά μου χρόνια με ενδιέφερε όχι η μέση λογοτεχνία, η μέση ποίηση, η μέση πολιτική, η μέση σκέψη, αλλά οι κορυφές έστω αν και αυτές δεν μπορεί να τις ζει κανείς καθημερινά στη ζωή του και δημιουργούνε μια επώδυνη σχέση με αυτό που λέμε ζωή.

*Αυτοβιογραφικό κείμενο από απομαγνητοφώνηση συνέντευξης, του Κώστα Αξελού (1924-2010) στην εκπομπή της ΕΤ1 Παρασκήνιο (παραγωγή: 1983), δημοσιευμένο στο k-m-autobiographies.blogspot.gr

Πηγή. http://eagainst.com/articles/axelo/

Διάλογος!


4 (69)

– Σταμάτα να κουβαλάς ανθρώπους μέσα σου.

– Και τι θα μου μείνει;

– Ηρεμία.

– Κενό θα μείνει.

– Ήσυχη ζωή, να λες.

– Ζωή ήσυχη δεν ξέρω.  Ανήσυχη είναι η ζωή. Ήσυχος είναι μόνο ο θάνατος.

– Μάθε να κουβαλάς μόνο τον εαυτό σου.

– Και τι ‘ναι ο εαυτός μου μωρέ; Υπάρχω άραγε μόνος μου; Υπάρχει κανείς έτσι; Είμαι αυτοί οι άνθρωποι.

– Είσαι εσύ. Μην είσαι μικρός.

– Είμαι εγώ, μέσα απ’ αυτούς. Είμαι εγώ, μετά απ’ αυτούς. Με σμιλεύσανε. Εγώ αγαπώ τον εαυτό μου. Όχι εσύ. Εσύ αγαπάς μια προβολή δίχως νόημα.

– Δεν ξέρεις τι λες.

– Δεν ξέρεις τι είσαι.

– Είμαι υγιής!

– Νεκρός είσαι.

Η Αληθινή απολογία του Σωκράτη (Κώστας Βάρναλης)


(Δύο Αποσπάσματα)
 ………Αν με δικάζατε ένας ένας χωριστά, ώ άντρες Αθηναίοι, θα μ’ αθωώνατε. Τόσο πολλοί δε μπορείτε…..Οσο πιότεροι κολλάνε συναμεταξύ τους και κάνουνε πλήθος, τόσο λιγότερ’ η κρίση τους και πιότερ’ η κάκιτα…….

…….Κι αν έισαστε κολλημένοι πεντακόσιοι διαλεχτοί σοφοί, ( Σωκράτηδες ας πούμε), δε θα κάνατε μισό Μπερτόλδο. Οχι τώρα πού ‘ σαστε πεντακόσιοι Μπερτόλδοι!… Πλήθος, δημόσια γνώμη,- τεράστιο κοπρόσκυλο δεμένο στο παλούκι μέσα στον ήλιο. Ολο τον καιρό κοιμάται, ξύνει την ψώρα του και χυμάει λυσσασμένα, μόλις θελήσει κανείς ναν το βγάλει απ’ τη συνήθεια του, να του λύσει την αλυσίδα. Ετσι και σεις, μόλις σας μηνύσανε πως χαλάω τη Θρησκεία, τα παιδιά και τη Λογική, πεταχτήκατε πάνου στις χιλιάδες τα ποδάρια σας κι αρχίσατε να χτυπάτε τις συμπληγάδες τα σαγόνια σας, για να με λιώσετε κει μέσα……Αν έτρωγα φλόγες και κατάπινα σπαθιά, σαν τους σαλτιμπάγκους των πανηγυριών, δε θα παραξενευόσαστε, γιατί θα πιστεύατε πως αληθινά καταπίνω τα σπαθιά και τρώω τις φλόγες. Κι αν ήμουνα κομπογιαννίτης  να σας μπουκώνω κάτουρα και μαγαρισιές, θα πιστέβατε, πως σε μένα χρωστάτε τη ζωή σας. Θα καταλαβαίνατε και θα με πλερώνατε…….
* ……Γιατί μάθατε το λαό, να περιμένει την εφτυχία του  απ’ τον ουρανό και να μην την περιμένει από σας! Αμα λοιπόν του πάρεις την ελπίδα του τίποτα, του παίρνεις το παν! Και σε ξεσκίζει!!
* ……Οποιος είναι στα πράματα , φοβάται την αλλαγή. Κι ο πεσμένος την αποθυμάει και την ετοιμάζει με κάθε τρόπο. Ο κοσμάκης στέκεται στη μέση και πλερώνει τα σπασμένα. Το ίδιο δυστυχεί με τα παράνομα και με τα νόμιμα καθεστώτα και με την τυραννία και με τη λεφτεριά. Για να μην καταλαβαίνει και να μην αντιστέκεται του λέτε ψέματα και τον φοβερίζετε. Είναι λαοί που ζούνε στα δάση, δεν έχουνε νόμους, τρώνε τις ψείρες τους, όμως αγαπάνε τη λεφτεριά τους. Βάρβαροι λαοί! Εμείς ζούμε στην ωραιότερη πολιτεία του κόσμου, έχουμε τους σοφότερους νόμους, δεν τρώμε τις ψείρες μας κι αγαπάμε τους κατεργαρέους που μας τρώνε……
* …..» Εμείς δεν ξέρουμε δικολαβίες. Εφαρμόσαμε τους νόμους», ακούω κάποιονε να φωνάζει. Κι εγώ σας λέω: Μονάχα αν παραβαίνατε το νόμο, δε θα μ’ αδικούσατε!
Γιατί σκοπός των νόμων δεν είναι να τιμωρούνε τους φταίχτες, μα τους αδικημένους και να μποδίζουνε τους κλεμένους, να κλέψουνε κι αυτοί. Νόμος θα πει θέληση των δυνατών κι αδυναμία των άβουλων. » Δίκαιον ουκ άλλο τι ή του κρείττονος συμφέρον». Ετσι πάνω κάτω το ‘ χα σκεφτεί και μονάχος μου, μα πρόλαβε και το διαλάλησε κείνος ο Πώλος και μ’ ανάγκασε να τονε κοντραστάρω. Και στη γλώσσα μας «κρείττων» είναι ο δυνατότερος. Κι ο Σόλων δε δυσκολεύτηκε να πει πως έφερε την τάξη στην τρικυμισμένη πολιτεία: » κράτει νόμου βίην τε και δίκην συναρμόσας» Μ’ άλλα λόγια, σιγουράρησε με τη βία το δίκιο, ήγουν το συφέρο των δεινατότερων.
Και ποιοι ‘ναι οι δυνατότεροι? Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά και γυμνασμένα κορμιά: οι πεχλιβάνηδες, ο Μίλων, ο Ηρακλής, ο πετεινόμυαλος Ηρακλής, που μ’ όλα τ’ ατσαλένια μπράτσα του γίνηκε κλωτσοσκούφι μιας γκόμενας και κοκόνα με ρόκα και φουστάνια. Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά κι ανωφέλεφτα μυαλά: φιλόσοφοι, σατυρικοί, ποιητάδες κι ούλ’ οι μισάνθρωποι κι οι γεροπαράξενοι. Μήτε κείνοι πόχουνε τις πιο γερές ψυχές: ¨ενας Προμηθέας, ένας Λεωνίδας, ένας Κυναίγειρος- μυθικά προσώπατα, πλάσματα της φαντασίας των φοβιτσάρηδων!
Δυνατότεροι παντού και πάντοτες είναι οι κλέφτες……

ΔΤ: Η πρώτη τηλεόραση για ήδη τυφλούς!



Έχω βαρεθεί να ακούω το ότι «η ΕΡΤ ήταν διαβρωμένη», «η ΕΡΤ χρειαζόταν επιτέλους εξυγίανση»,  «η ΕΡΤ ήταν βάρος για τον Έλληνα που πλήρωνε υποχρεωτικά συνδρομητική τηλεόραση» και  ένα σωρό άλλες  παρατηρήσεις που περιορίζονταν αλλά και περιορίζονται σε διαπιστώσεις, μονόπλευρες και επιπόλαιες. Τόσο επιπόλαιες όσο και η παιδεία και η εμπειρία αυτών που τις εκφράζουν. Και εξηγούμαι.

Δεν αρκεί μόνο το ότι στο «πακέτο» της ΕΡΤ περιλαμβανόταν ολόκληρο Τρίτο Πρόγραμμα (που θα πει κάποιος πως αποτελούσε δικαιολογία και άλλοθι για τη διατήρηση ενός νεκροζώντανου  οργανισμού, όπως θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει την ΕΡΤ των διοικούντων) ούτε η «παρηγοριά των ξενιτεμένων» η δορυφορική ΕΡΤ που έστελνε το μήνυμα και τη γλώσσα στα πέρατα της γης, ούτε η «Φωνή της Ελλάδας», ούτε οι περιφερειακοί σταθμοί, ούτε τα μουσικά σύνολα, ούτε η παράδοση καλόγουστων εκπομπών πολιτισμού, ούτε,  ούτε,  ούτε.  Δεν αρκούν όλα τα παραπάνω για να δικαιολογήσουν την διατήρηση της ΕΡΤ, για τους διοικούντες. Η ΕΡΤ έπρεπε να εξυγιανθεί σύμφωνα με τους  εξυγιαντές  της, γιατί η ΕΡΤ ήταν βρώμικη. Τόσο απλά και απλοϊκά.
Η απλοϊκότητα του αφορισμού που ήθελε την «ΕΡΤ να βρωμάει», κρύβει στην πραγματικότητα,  βρώμικα μυαλά και  λυματικά σχέδια.  Αποδείχθηκε με τον καλύτερο τρόπο πως αυτό που βρωμούσε, ήταν οι διοικήσεις της ΕΡΤ. Αυτοί που αποτελούσαν το μακρύ χέρι της κάθε κυβέρνησης, προς τον έλεγχο της δημόσιας  ραδιοτηλεόρασης. Αποδείχτηκε, μόλις η ΕΡΤ πέρασε σε αυτοδιαχείριση, στα χέρια των εργαζομένων  της.
Μόλις έγινε αυτό που φοβόντουσαν όλες οι κυβερνήσεις και τα δουλικά τους. Τι σχέση μπορεί να έχει η ΕΡΤ του σήμερα, του Ιουνίου και του Ιουλίου του 2013, η ΕΡΤ των εργαζομένων της,  με την ΕΡΤ των Μαρούδα,  Ρωμαίου,  Λαλιώτη,  Χυτήρη,  Κατσιφάρα,  του Παναγιώτου ή του Κουτσόγιωργα ή του Στεφανόπουλου ή του Αχιλλέα Καραμανλή . Αφήνω έξω τον Λαμπρία και τον Μπούτο του 1977 γιατί μάλλον ήταν οι καλοί, σε σύγκριση με τους παραπάνω. Βεβαίως εξαιρώ και τον αμίμητης γελοιότητας Κεδίκογλου όπως και τον ασυναγώνιστης οσφυοκαμπτικής δεινότητας Λιάτσο.  Αυτοδικαίως εξαιρείται και ο μετρ της αρπαχτής  Παναγόπουλος με τα φιλαράκια του.  Είναι μία κατηγορία μόνοι τους. Δε χρειάζεται να αναφέρουμε ονόματα και υποκείμενα που προκαλούν γέλια στους κυνικούς και  αηδία στους συνειδητοποιημένους.
Στο σύνολο, οι διοικήσεις της ΕΡΤ  όλα αυτά τα χρόνια, αποτελούνταν από  υποτακτικούς. Υποτακτικούς και δούλους.  Σήμερα η ΕΡΤ είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι όλα τα χρόνια της ζωής της. Ελεύθερη από εξαρτήσεις και νεκροθάφτες συνειδήσεων. Ελεύθερη από διοικήσεις δοτές και διοικούμενη από διοικήσεις φυσικές και αναδεικνυόμενες από ττο ίδιο της το αίμα. Τους εργαζόμενους της.
Όλοι λοιπόν οι «αντικειμενικοί» αποδίδουν την ιδιότητα του διεφθαρμένου, όχι στους διοικούντες,  αλλά στην ίδια στην ΕΡΤ. Όχι στον διεφθαρμένο θύτη αλλά στο εξευτελισμένο και παρατημένο στη μοίρα του, θύμα. Επιπλέον, έρχονται οι ίδιοι οι εγκληματίες, οι φονιάδες της ελληνικής ραδιοτηλεόρασης, να φορέσουν τον φωτεινό  μανδύα του άσπιλου ιππότη της κάθαρσης για να φτιάξουν το νέο φορέα. Κα πρότυπο τους είναι το …BBC, Πόσο χαϊβάνι είναι αυτός που τους πιστεύει; Πόσο μαλάκας  και τυφλός είναι αυτός που δε βλέπει το αποτέλεσμα της αυτοδιαχειριζόμενης  ΕΡΤ και χειροκροτά την Καψικής έμπνευσης ΕΔΤ; Ή του Κεδικόγλειου εμετού που τον λένε  ΝΕΡΙΤ;  Όχι δεν τον λές μαλάκα, ούτε τον λες τυφλό. Είναι ο φοβισμένος, ο τακτοποιημένος. Αυτός που θέλει τον Σαμαρά του γιατί φοβάται τον εαυτό του. Αυτός που πιστεύει την «ομάδα Αλήθεια» αυτός που εκτιμά τους μουρούτηδες. Αυτός που πιστεύει στον παττριωτισμό του Αδόλφου Σαμαρά και στα καθαρά αίματα του φίρερ Μιχαλολιάκου (του μπάτλερ του Σαμαρά). Αυτός που πιστεύει πως ο Σαμαράς του θέλει το καλό του Έλληνα και το καλό της Ελλάδας.
Είναι δυνατόν ποτέ αυτοί που κατέστρεψαν συνειδήσεις, που χρησιμοποίησαν το αγαθό των συχνοτήτων για να ξεγελάσουν το λαό, που χάρισαν το δημόσιο αγαθό στα αφεντικά τους με αντάλλαγμα τη δόλια καθοδήγηση του εκλογικού σώματος για να διαιωνίζουν τα κέρδη εις βάρος του ίδιου του λαού και της χώρας, είναι δυνατόν αυτοί να «εξυγιάνουν» την ΕΡΤ η οποία από τη στιγμή που πέρασε στα χέρια των εργαζομένων, σφύζει από υγεία. Είναι δυνατόν;
Όλα μπορούν να εξηγηθούν όταν καταλάβουμε τι σημαίνει εξυγίανση για τους  διαπλεκόμενους  Καψήδες, για τους ελαφρόμυαλους και δουλικούς Κεδίκογλου και τους βολικούς –για τα αφεντικά τους- Σαμαράδες . Εξυγίανση είναι το να βάλουν και πάλι το μαγαζί να δουλεύσει για πάρτη τους και για τα αφεντικά τους. Αν περάσει και η ιδιοκτησία στα χέρια των αφεντικών τους τότε η εξυγίανση θα είναι απόλυτη. Αυτή είναι η εξυγίανση που θέλουν τα δουλάρια. Εμείς πρέπει να διαλέξουμε. Ή μήπως δεν παίζουμε και κανένα ρόλο τελικά, γιατί έτσι διαλέξαμε;
Είναι τελείως χαζό το να μη βλέπουμε την τηλεόραση που γεννιέται μέσα από την αυτοδιαχείριση του ραδιομεγάρου. Μία τηλεόραση που απευθύνεται σε ανθρώπους που τιμούν την ιδιότητα του Πολίτη. Μαζί γεννιέται και ένα ραδιόφωνο και προπάντων γεννιέται ξανά ο πολιτισμός στη χώρα που τον φόνευσε με τον χειρότερο τρόπο.
Τελικά ο συρφετός των «εξυγιαντών» μέσα στο παραλήρημα τους να κατεδαφίσει την επιτέλους υγιέστατη ΕΡΤ, κατάφερε να φέρει τους Έλληνες κοντά σε πολιτιστικά δρώμενα που σε συνθήκες ύπνωσης, ούτε θα διανοούνταν να γνωρίσουν. Είδα στις συναυλίες ου γίνονται στο προαύλιο του ραδιομεγάρου κόσμο ετερόκλιτο. Είδα κόσμο που αγνοούσε το τι σημαίνει κλασική μουσική, να απολαμβάνει  ερμηνεία κομματιών μουσικής δωματίου από σύνολο τοξοτών εγχόρδων,κάτω από την άσπρη τέντα, είδα  παιδιά που μαζί με χιπ χοπ συγκροτήματα απολάμβαναν και Astor Piazzola, είδα κόσμο να βουβαίνεται μπροστά σ εμία ανάγνωση ποιημάτων της Κ. Γώγου, είδα κι άλλα.
Είναι δυνατόν,  το καθαρό και υγιές να «εξυγιανθεί». Είναι δυνατόν το λευκό να λευκανθεί; Και από ποιους; Από αυτούς που εδώ και πολλά χρόνια είναι γνωστοί και για τη βρωμιά της συνείδησης και της ψυχής τους; Από τους σκατόψυχους και αποδεδειγμένα εγκληματίες;
ΥΓ Γιατί δεν έδωσε κανείς σημασία στο ότι το σήμα της «Δημόσιας Τηλεόρασης»  βγήκε από τα παλιά στούντιο του ιδιωτικότατου MEGA στην Παιανία; Οι προθέσεις του ιδιώτη άγιες, τα δε έργα του, τρομερά. Ειδικά όταν εξυπηρετεί τον υπηρέτη του, τον υπουργό του και τον πρωθυπουργό αυτού.
________________________________________
*Οι άλλες (επίσημες αλλά χωρίς άδεια εκπομπής) τηλεοράσεις τυφλώνουν. Η ΕΔΤ προορίζεται για τους ήδη τυφλωμένους από τα ιδιωτικά κανάλια