Με κλειστά σχολεία και σχολές, η νεολαία συνέχισε να αποτελεί πόλο ριζοσπαστικοποίησης της κοινωνίας, καλώντας τη να σταθεί «NuitDebout» (=όρθια τη νύχτα). Οι καταλήψεις πλατειών σε περισσότερες από 60 πόλεις συνεχίζονται καθημερινά από τις 31 Μάρτη, όπως και οι καταλήψεις σχολείων και οι οδομαχίες με την αστυνομία του Ολάντ.
Η γαλλική πολιτική σκηνή βρίσκεται σε μια φάση «μπρα ντε φερ». Το κίνημα των πλατειών έχει αδυναμίες, υποχρεωτικά μαθαίνει πολλά πράγματα «επιτόπου», στερείται πολιτικής πρότασης, καλείται δίχως τεχνογνωσία να αντιμετωπίσει το ζήτημα των γραφειοκρατικών ηγεσιών και έχει απέναντί του σύσσωμο και πανίσχυρο τον αστικό συρφετό. Σοσιαλδημοκρατία, Δεξιά και Ακροδεξιά με τη συμπαιγνία των ΜΜΕ συγκροτούν ένα μαύρο μέτωπο που απαιτεί την εκκένωση των πλατειών, επενδύει στον κοινωνικό αυτοματισμό, συκοφαντεί τις κατειλημμένες πλατείες ως «πηγή βίας και ανομίας». Η αστυνομική βία γίνεται όλο και πιο κτηνώδης, τα ΜΑΤ χτυπάνε αδιακρίτως νέους και ηλικιωμένους, ασφαλίτες παρεισφρέουν στις διαδηλώσεις και συλλαμβάνουν δεκάδες. Γάλλοι αγωνιστές χαρακτηριστικά μας μετέφεραν την εμπειρία τους με τη φράση «τέτοιο ξύλο δεν τρώγαμε ούτε από το Σαρκοζί».
Κι όμως, η πολιτική κρίση βαθαίνει. Ο Ολάντ έχει δημοτικότητα που τείνει σε μονοψήφιο νούμερο, έχει απέναντί του μεγάλο τμήμα του κόμματός του και δυσκολεύεται να το ελέγξει. Προχωρεί σε φραστικές παραχωρήσεις και καλεί σε προσχηματικό διάλογο, επιδιώκοντας να περιορίσει τις αντιδράσεις. Κινδυνεύει να έχει κρίσιμες απώλειες κατά την ψήφιση της αντεργατικής μεταρρύθμισης και γι’ αυτό τρενάρει την κοινοβουλευτική διαδικασία ψήφισης, που πλέον δείχνει να μετατοπίζεται για αρχές Ιουνίου, σε μια προσπάθεια να παρουσιάσει η αντίσταση σημάδια κόπωσης. Η Δεξιά και το ακροδεξιό κόμμα Λε Πεν επίσης ταλανίζονται από εσωτερικές διαιρέσεις και διαμάχες, που έχουν έρθει στην επιφάνεια μετά το ξέσπασμα του κινήματος.
Συνέχεια →