“Οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουν ποτέ να μάθουν τους νόμους του πολέμου,
πολύ περισσότερο να τους εφαρμόσουν”
Η γνώση της τέχνης του πολέμου είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Είναι δρόμος που οδηγεί στην επιτυχία ή στην ήττα. Συνεπώς, πρέπει να τον γνωρίζει και να τον εφαρμόζει ο μαχητής σε βάθος. Δεν έχει φτάσει στις μέρες μας αρχαιότερη πραγματεία περί πολέμου, από το έργο του Κινέζου στρατηγού Sun Tzu «Η Τέχνη του Πολέμου». Γράφτηκε στην λεγόμενη «κλασική» Κινεζική περίοδο, πιθανόν μεταξύ του 400 π.κ.ε. και του 320 π.κ.ε.
Ο Sun Tzu ΔΕΝ είναι ένας ακόμα ανόητος κι αιμοδιψής στρατηγός της ιστορίας. Από την πρώτη σελίδα της πραγματείας του, άλλωστε ορίζει τον πόλεμο ως την έσχατη λύση. Και δηλώνει σαφώς ότι θα πρέπει να φροντίζουμε να είναι όσο γίνεται πιο σύντομος για να επιφέρει το ελάχιστο δυνατό κόστος σε ζωές και υλικά αγαθά και στους δύο αντιπάλους.
Πολλοί είναι εκείνοι που εφάρμοσαν τη θεωρία του Sun Tzu στα παιδία των μαχών της σύγχρονης Ιστορίας. Σήμερα όμως; Πού θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια πολεμική θεωρία, που αναπτύχθηκε πριν 2.500 χρόνια; Μα ο πόλεμος δεν έχει μονάχα μια μορφή, αυτή που μας έρχεται στον νου κάθε φορά που ακούμε την λέξη “πόλεμος” αλλά .. ας δούμε τι ορισμό δίνει το λεξικό και τι αναφέρει ‘περί πολέμου’ ο Μέγας Ηράκλειτος.
πόλεμος ο [pólemos] : 1. ένοπλη σύγκρουση μεταξύ κρατών, λαών, ομάδων· ευρείας έκτασης στρατιωτική σύρραξη, που διαρκεί ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα. ANT ειρήνη: Συμβατικός / ατομικός / πυρηνικός / χημικός / βιολογικός / ηλεκτρονικός / ψυχολογικός / οικονομικός ~, ανάλογα με τα μέσα που διεξάγεται. Tοπικός / παγκόσμιος / εμφύλιος / επιθετικός / κατακτητικός / αποικιακός / αμυντικός / απελευθερωτικός / εθνικοαπελευθερωτικός / θρησκευτικός / ιερός ~. Aιματηρός / εξοντωτικός / δίκαιος / άδικος ~Tρωικός / πελοποννησιακός ~. Πρώτος / δεύτερος παγκόσμιος ~. Kηρύσσω / διεξάγω / αρχίζω / σταματώ / αποτρέπω / κερδίζω / χάνω έναν πόλεμο. Aφορμή / αιτία / έναρξη / λήξη πολέμου. Εγκληματίας / αιχμάλωτος πολέμου. Πηγαίνω στον / γυρίζω από τον πόλεμο. ~ μέχρις εσχάτων. Εξοπλίζομαι / ετοιμάζομαι για πόλεμο. Aνωτάτη Σχολή Πολέμου. Yλικό πολέμου. Kάνω πόλεμο, διεξάγω. Kάντε έρωτα, όχι πόλεμο, σύνθημα των ειρηνιστών. Ο ~ των άστρων*. (έκφρ.) ακήρυχτος* ~. (λόγ.) επί ποδός* πολέμου. (απαρχ.) εν καιρώ* πολέμου. ΦΡ ~ νεύρων* / χαρακωμάτων*. ψυχρός* ~. ΠAΡ ΦΡ θέρος*, τρύγος, ~. || η χρονική διάρκεια, η περίοδος της σύγκρουσης: Σκοτώθηκε / τραυματίστηκε / πλούτισε / καταστράφηκε στον πόλεμο. Συνέχεια