«Ποια είναι η μεγαλύτερη απειλή για την ελευθερία μας στο εγγύς μέλλον; Πιθανά η Οικολογία…»


David_FriedmanΑποκλειστική συνέντευξη με τον David Friedman

O David Friedman δεν είναι ευρύτερα γνωστός στην χώρα μας. Δεν παύει όμως να αποτελεί μια εξέχουσα μορφή του διεθνού φιλελευθερισμού και μάλιστα της αναρχοκαπιταλιστικής τάσης του. Γιος του νομπελίστα Milton Friedman, δεν κρύφτηκε κάτω από την σκιά του, αλλά παρήγαγε το δικό του, πολύ πλούσιο και πνευματικά προκλητικό, διανοητικό έργο, που σε πολλά σημεία διασταυρώνεται πολεμικά με τις ιδέες του πατέρα του. Το υπόβαθρο των φυσικών επιστημών που διαθέτει, του επιτρέπει να εκφράζει τις σκέψεις και τις ιδέες του με απλότητα και σαφήνεια, να είναι ιδιαίτερα μεταδοτικός και κατανοητός από τον αναγνώστη του. Η συνέντευξη δόθηκε στον Γιώργο Σαρηγιαννίδη μέσω ανταλλαγής ηλεκτρονικών μυνημάτων το διάστημα Δεκεμβρίου 2008 – Ιανουαρίου 2009.

E. Στο νέο σας βιβλίο, Future Imperfect (Ατελές Μέλλον), αναφέρεστε στον «αβέβαιο κόσμο» του κοντινού μέλλοντος και στις «διάφορες τεχνολογικές επαναστάσεις που μπορεί να συμβούν τις επόμενες δεκαετίες». Ωστόσο, δεν αναφέρετε καθόλου την ‘αρχή της προφύλαξης’ που φαίνεται να είναι η τρέχουσα νομοθετική πρακτική σχετικά με όλες τις νέες τεχνολογίες. Μπορεί η αρχή της προφύλαξης να είναι η σωστή προσέγγιση αυτών των θεμάτων;

A. Όχι. Είναι ασυνεπής. Η απόφαση για την ανάπτυξη μιας νέας τεχνολογίας αποτελεί όντως μια απόφαση, αλλά το ίδιο είναι και η απόφαση για τη μη ανάπτυξή της. Και οι δύο θα μπορούσαν να έχουν καταστροφικές συνέπειες, οπότε η αρχής της προφύλαξης, όταν εφαρμοστεί κατά γράμμα, υπονοεί ότι δεν μπορείς ούτε να την αναπτύξεις ούτε να μην την αναπτύξεις. Συνέχεια

«Δεν ζήτησα ποτέ τίποτα για να μην έχω καμία εξάρτηση»


Λάκης_ΣάνταςΛάκης Σάντας, αντιστασιακός
Σεμνός, στα 88 του δηλώνει αριστερός, αλλά έξω από κόμματα και εξουσίες

Του Τακη Καμπυλη

Ο Λάκης Σάντας είναι ο ήρωας, που έγινε αντι-ήρωας όταν, το 1956, μετανάστευσε για τον Καναδά. Αφησε πίσω του μια σημαία, τη γερμανική, βαθιά στο ξεροπήγαδο του Εριχθόνιου στον Βράχο της Ακρόπολης -εκεί βρίσκεται ακόμη- και έναν αγώνα που είχε πιστέψει, τους φίλους του και συντρόφους του. Δεν ζήτησε ποτέ κάτι για εκείνη την τρέλα το βράδυ της 30ής Μαΐου 1941 όταν με τον Μαν. Γλέζο κατέβασαν τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη. Ο ήρωας δένεται μια για πάντα με την πράξη του, όχι όμως και ο αντιήρωας. «Εγώ, τότε που αποφάσισα να πάμε στον Καναδά, είχα μια βαθιά οργή μέσα μου. Διότι ο αγώνας που έζησα στα ελληνικά βουνά χάθηκε, το λαϊκό κίνημα υπέστη μεγάλη ήττα δυστυχώς και με ευθύνες της δικής μας ηγεσίας. Πολλά λάθη. Οταν πήγα στην Αμερική, το 1956, δεν θέλησα να οργανωθώ ξανά, δεν αναζήτησα εκεί κομματικές επαφές και πυρήνες».

«Εκεί γνώρισα σοβαρούς ανθρώπους. Δεν πίστευαν αυτά που τους έλεγα ότι συνέβαιναν στην Ελλάδα, τους φαίνονταν τόσο αδιανόητα και εξωπραγματικά… Δεν πίστευαν ούτε για τη Μακρόνησο ούτε για άλλα. Τότε αποφάσισα να μην ξαναμιλήσω. Και δεν ξαναμίλησα. Θυμάμαι και ένα περιστατικό που δεν το αναφέρω στο βιβλίο μου: Με πήγαν κάποιοι φίλοι σε έναν επιτυχημένο Ελληνα επιχειρηματία του Κεμπέκ, στο γραφείο του. Του εξήγησαν ποιος ήμουν και τότε αυτός μου λέει: «Ε, mister Santas, αφού λοιπόν ξέρεις από όπλα, έλα να σου δείξω την καινούργια κυνηγετική καραμπίνα μου να μου πεις τη γνώμη σου»… Τι να πω; Επιασα τις εφημερίδες την άλλη μέρα για να βρω δουλειά».

Δουλειές του ποδαριού

Ο Λάκης Σάντας της Αντίστασης και του Εμφυλίου μένει μόνος του σε μια χώρα που δεν τον πιστεύουν, τόσο διαφορετική απ’ όσα καθόρισαν τη νεότητά του. «Σε μιαν άλλη κοινωνία, μάλλον απολίτικη, αλλά εκεί υπάρχει αξιοκρατία». Δεν λέει πόσες φορές σκέφτηκε τη θαμμένη γερμανική σημαία στην Ακρόπολη, δεν ανοίγεται. Εμαθε αλλιώς. Συνέχεια

Η «εφιαλτική» από τους Κυβερνώντες Αντιμετώπιση των Αγωνιστών του 1821


kolokotronis-630x818androutsos2nikhtaras

ArticleImagemantophoto-05

3                                               6

Ο ΨΩΜΟΖΗΤΗΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ

Ένας γέρος στρατιώτης με του ζήτουλα τον δίσκο,
Στο ραβδί ακουμβισμένος και με το σακκί στον ώμο,
Έλεγε σ’ ένα παιδάκι που του έδειχνε τον δρόμο•
Μη, παιδάκι μου, μην τρέχης και πολύ οπίσω μνήσκω•
Εσύ είσ’ ευτυχισμένο… τα ματάκια σου τα έχεις,
Γερά έχεις ποδαράκια, κ’ ελαφρό σαν λάφι τρέχεις…
Εγώ έχασα το φως μου στου Μεσολογγιού την πόλι,
Και το ένα μου ποδάρι με το άρπαξε το βόλι.

Πού να είμασθε, παιδί μου;… Είναι νύκτα;… Είναι μέρα;
– Νύκτα είναι… Στο Ανάπλι εζυγώσαμε, πατέρα.
– Στο Ανάπλι! -Κλαίεις, γέρο; -Τα παλιά μου ενθυμούμαι…
Τ’ ήμουν πρώτα, τ’είμαι τώρα στέκουμαι και συλλογούμαι…
Στο Ανάπλι!!! Εγώ πρώτος και με το σπαθί στο στόμα
Πήδησα στο Παλαμίδι•

Από ένα σ’ άλλον βράχο πρώτα ρίπτουμουν σαν φίδι,
Και σηκώνω μόλις τώρα το βαρύνεκρό μου σώμα.

Ετυφλώθηκα. Δεν βλέπω της Ελλάδος τα βουνά,
Κι’ ο ελεύθερός της ήλιος στα ματάκια μου δεν λάμπει…
Δενδροσκέπαστοι, ωραίοι κ’αιματοβρεμένοι κάμποι,
Σ’εσάς τώρα κόσμος άλλος ζωήν ήσυχη περνά.
Εγώ μόνος, για να ζήσω, τρέχω και ψωμοζητώ•
Στα ερημοκλήσια μέσα και στους δρόμους ξενυκτώ.

Παντού είμαι απορριμένος•
Ξένος είμαι στην Ελλάδα, και στο σπήτι μ’είμαι ξένος.

Όλος άλλαξε ο κόσμος, και την σήμερον ημέρα
Τα παιδιά εις την Ελλάδα δεν γνωρίζουν τον πατέρα.
Ταις θυσίαις, τους αγώνας ξέχασαν των παλαιών,
Και τον Πλούτον έχουν όλοι δια μόνον τους θεόν.
Προσπαθώ του κάκου ναύρω έναν φίλο του παλιού μας,
Του ηρωικού καιρού μας.

Άλλοι πέθαναν, και άλλοι ζουν απ’ όλους ξεχασμένοι•
Όπου κι’ αν σταθώ με σπρώχνουν, με περιγελούν οι ξένοι. Συνέχεια

Ο γιός του νοικοκυραίου


imgp3097

Ο γιός του νοικοκυραίου μεγάλωσε στο χωριό. Ο πατέρας του, ο κυρ-νοικοκυραίος, ήταν αγρότης και πάσχιζε να μεγαλώσει τα παιδιά του δουλεύοντας σκληρά στα χωράφια, κάνοντας “το σκατό του παξιμάδι”. Το όνειρό του ήταν να μην κάνουν την ίδια μίζερη ζωή τα παιδιά του, να σπουδάσουν, να ξεφύγουν απ’ το χωριό και απ το μεροδούλι μεροφάι, να γίνουν “επιστήμονες” να τα καμαρώνει.

Ο γιος, του βγήκε λίγο “μπούλης”, τον παραχάιδεψε και η μάνα νοικοκυραίου. Μικρός, τα έκανε πάνω του μέχρι τα 8 του και στο σχολείο τα άλλα παιδιά τον κοροιδεύανε για αυτό. Xέστη τον φωνάζανε και κατρουλή τον κατεβάζανε και συχνά τον βαράγανε υποτιμητικά στο σβέρκο και του πετάγανε στραγάλια με το φυσοκάλαμο. Παιδί “ξουράφι” δεν ήτανε με καμία δύναμη, μάλλον “αργός” ήτανε. Δεν τα ‘παίρνε τα γράμματα, όπως έλεγε ο δάσκαλος στον κυρ-νοικοκυραίο. “Καλύτερα να μείνει εδώ να δουλέψει τη γη σας, να προκόψει”, του είχε πει στην 6η δημοτικού, “δεν τα παίρνει με τίποτα, ούτε τέχνη δε νομίζω πως μπορεί να μάθει”.

Ο γιος του νοικοκυραίου έβλεπε πολύ τηλεόραση, πάρα πολύ τηλεόραση, του άρεσαν τα αστυνομικά και οι ταινίες, οι πολεμικές, σαν τον “Ράμπο”, του άρεσε και αυτός ο γάλος με τα τρία ονόματα, ο πως τον λένε μωρέ,  αυτός ο Ζα κλο βα ντα και παιδικός του ήρωας ήταν ο Στίβεν Σιγκάλ. Στο γυμνάσιο ήταν χειρότερα τα πράγματα. Μόνο στα θρησκευτικά και στη γυμναστική τα κατάφερνε, γιατί η μάνα νοικοκυραίου τον πήγαινε από μικρό συχνά στην εκκλησία. “Ξεφτέρι” ήτανε σε κάθε λιτανεία και κηδεία και έπαιζε και πολλή μπάλα στην ομάδα του χωριού, ήταν δεξί μπάκ, ο “κλαδευτίρας” όπως τον φώναζαν οι συμπαίχτες του. Δεν ήταν καλός στην ιστορία, αλλά του άρεσε η επανάσταση του ’21, μισούσε τους αιμοβόρους Τούρκαλάδες (που να ξερε πως ο προπροπάππους του ήταν προύχοντας που μάζευε τα χαράτσια για τον αγά) και πίστευε πως είναι απόγονος των Λακεδαιμόνων (όταν μπορούσε να προφέρει σωστά αυτή τη λέξη καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι, άν και μισούσε και τους “γιούφτους” γιατί “αυτοί έφιαξαν τα καρφιά που σταυρώσαν το χριστούλι”). Του άρεσαν και οι αρχαίοι μύθοι. Πολλές φορές αναρωτιόταν τι σκατά λαβή έκανε στον μόλο, ο Λεωνίδας, αλλά πάντα βραχυκύκλωνε σε αυτή τη σκέψη και δε τόλμησε ποτέ να ρωτήσει. Συνέχεια

Ο Αριστοτέλης για τον φόβο και το θάρρος


Ο φόβος λοιπόν είναι κάποια λύπη ή ταραχή πού προκαλείται από την αίσθηση κάποιου κακού πού επαπειλείται, ενός κακού πού μπορεί να μάς καταστρέψει ή να μάς λύπηση. Γιατί οι άνθρωποι δεν φοβούνται όλα τα κακά, όπως π.χ. αν θα γίνουμε άδικοι ή βραδείς στη σκέψη, αλλά όσα μπορούν να μάς φέρουν μεγάλη λύπη ή καταστροφή, και μάλιστα όταν αυτά δεν βρίσκονται μακριά, αλλά φαίνονται πολύ κοντά, ότι επίκεινται.
Γιατί τα πολύ μακρινά δεν τα φοβούνται.

Γιατί όλοι γνωρίζουν ότι θα πεθάνουν, αλλά πιστεύουν ότι ο θάνατος δεν είναι κοντά, γι’ αυτό δεν τούς νοιάζει.Αν λοιπόν αυτός είναι ο φόβος, κατ’ ανάγκη φοβερά είναι όλα αυτά πού φαίνονται πώς έχουν μεγάλη δύναμη να μάς καταστρέψουν ή να μάς προξενήσουν βλάβες πού θα έχουν ως αποτέλεσμα μεγάλη λύπη. Γι’ αυτό και οι ενδείξεις αυτών των δυστυχημάτων προξενούν φόβο. Γιατί φαίνεται κοντά αυτό πού φοβούμαστε. Γιατί αυτό ακριβώς είναι ο κίνδυνος, ο ερχομός του φοβερού. Και τέτοιες ενδείξεις είναι ή έχθρα και ή οργή ανθρώπων πού έχουν τη δύναμη να κάνουν κάποιο κακό. Γιατί είναι φανερό ότι θέλουν να το κάνουν, ώστε βρίσκονται κοντά στο να το κάνουν. Τέτοια ένδειξις είναι και η αδικία πού έχει δύναμη, γιατί ο άδικος είναι άδικος γιατί προκρίνει την αδικία. Ένδειξις είναι και ή αρετή πού την έχουν προσβάλει, όταν αποκτά δύναμη. Γιατί είναι φανερό ότι έχει την προαίρεση πάντοτε να κάνει κακό, όταν προσβάλλεται, αλλά μόνο τώρα έχει τη δύναμη να το πράξει. ’Ένδειξις είναι και ο φόβος αυτών πού μπορούν να κάνουν κάτι. Γιατί κι αυτός κατ’ ανάγκη είναι έτοιμος να μάς βλάψει. Επειδή οι πολλοί είναι κακοί και επιδιώκουν το κέρδος και είναι δειλοί στους κινδύνους, είναι φοβερό να κρέμεσαι από την εξουσία τού άλλου, ώστε ένας πού έχει διαπράξει έγκλημα, έχει λόγους να φοβάται τούς συνενόχους του μήπως τον καταγγείλουν ή τον εγκαταλείπουν.

Και όσοι έχουν τη δύναμη να αδικούν εμπνέουν το φόβο σε αυτούς πού μπορούν να αδικούνται χωρίς εκδίκηση. Γιατί οι άνθρωποι ως επί το πλείστον αδικούν, όταν μπορούν. ’Επίφοβοι είναι και όσοι έχουν αδικηθεί ή νομίζουν ότι αδικούνται. Γιατί πάντα παραφυλάνε την ευκαιρία. Φοβεροί είναι κι αυτοί πού έχουν αδικήσει, αν έχουν δύναμη, γιατί φοβούνται μήπως πάθουν τα ίδια, δεδομένου ότι αυτό, όπως είπαμε, προκαλεί φόβο. Κι όσοι διεκδικούν το ίδιο πράγμα και δεν είναι δυνατό ταυτόχρονα να το έχουν και οι δυο. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται σε διαρκή πόλεμο μεταξύ τους. Και όσοι είναι επίφοβοι στους ισχυρότερους από μάς, είναι και σε μάς επίφοβοι. Γιατί μπορούν περισσότερο να βλάψουν εμάς, αφού μπορούν να βλάψουν τούς ισχυρότερους. Φοβεροί είναι κι αυτοί τούς οποίους φοβούνται οι ισχυρότεροι μας, κι αυτό για τον ίδιο λόγο. Κι όσοι έχουν σκοτώσει τούς ισχυρότερους μας. Κι όσοι επιτίθενται εναντίον των ασθενέστερων τους. Γιατί αυτοί ή είναι ήδη επίφοβοι ή θα γίνουν όταν αυξηθεί ή δύναμη τους. Συνέχεια