Η παγκόσμια τάξη κατά τον Τζον Μέιναρντ Κέινς


galbraith

Του JAMES Κ. GALBRAITH*

Το 1944, στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς, αποφασίστηκε η ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας, καθώς και η καθιέρωση του χρυσού και της μετατρεψιμότητας του δολαρίου σε χρυσό με ισοτιμία 35 δολαρίων ανά ουγκιά.

Η φήμη που είχε αποκτήσει ο Τζον Μέιναρντ Κέινς μετά την ηχηρή κριτική του στη Συνθήκη των Βερσαλιών του 1919,[1] καθώς και οι καινοτόμες προτάσεις του για την έξοδο από τη Μεγάλη Υφεση του 1929, του εξασφάλισαν την παρουσία του στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς ως επικεφαλής της βρετανικής αντιπροσωπείας.

Οπως διηγείται ο Ρόμπερτ Σκιντέλσκι[2] στην τριλογία του, ο Κέινς αντιτέθηκε στην επιδίωξη του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών να επιβάλει στη Βρετανία, η οποία βρισκόταν τότε στο χείλος της χρεοκοπίας, μια στενή οικονομική εξάρτηση. Τελικά, ο πρόεδρος Φράνκλιν Ντ. Ρούσβελτ διευθέτησε το πρόβλημα μέσω ενός δανείου που είχε ισχύ για όλη τη διάρκεια του πολέμου.

Ο σύμβουλος του βρετανικού στέμματος, ωστόσο, βρισκόταν αντιμέτωπος με πολύ μεγαλύτερα διακυβεύματα, που αφορούσαν την παγκόσμια τάξη της εποχής. Η αντίστασή του απέναντι στις ηγεμονικές συμπεριφορές μπορεί ακόμη να αποτελέσει πηγή έμπνευσης.

Αγορά και κράτος

Για τον μεταπολεμικό κόσμο, ο Κέινς είχε φανταστεί ένα σύστημα στο πλαίσιο του οποίου τα μεγάλα κράτη δεν θα ήταν υποχρεωμένα να θέτουν την τήρηση των εμπορικών συμφωνιών πάνω από τους διάφορους στόχους κοινωνικής ευημερίας, με κυριότερο την πλήρη απασχόληση. Στο πλαίσιο αυτό, ο Κέινς έβλεπε τη δυνατότητα συνύπαρξης των ελεύθερων ανταλλαγών με ένα γενναιόδωρο σύστημα προστασίας, το οποίο θα εξασφάλιζαν τα διεθνή χρηματοοικονομικά ιδρύματα. Το σύστημα αυτό θα χαρακτηριζόταν, πρώτα από όλα, από έναν μηχανισμό «προσαρμογής των πιστώσεων», που θα επέβαλλε κυρώσεις στις χώρες με εμπορικό πλεόνασμα και όχι στις χώρες με εμπορικό έλλειμμα. Κάτι τέτοιο θα υποχρέωνε τις χώρες με εμπορικό πλεόνασμα είτε να αποδεχθούν εμπορικούς φραγμούς για τα προϊόντα τους είτε να διευρύνουν τις εγχώριες αγορές τους για να απορροφήσουν περισσότερες εισαγωγές.

Παράλληλα, κάθε οφειλέτης θα είχε πρόσβαση σε έναν λογαριασμό πιστώσεων προκαθορισμένου ύψους, στο πλαίσιο ενός διεθνούς συστήματος ρύθμισης πληρωμών, το οποίο θα στηριζόταν στη δυνατότητα έκδοσης ενός παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος -του bancor.

Ελεύθερο εμπόριο

Μια τέτοια τάξη πραγμάτων ήταν απαράδεκτη για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε έναν κόσμο που χαρακτηριζόταν από την καταλυτική υπεροχή της μεταποιητικής βιομηχανίας των Ηνωμένων Πολιτειών, το αμερικανικό ιδεώδες ήταν το ελεύθερο εμπόριο. Ενας μηχανισμός διεθνών πληρωμών που θα λάμβανε υπόψη και τα συμφέροντα των οφειλετών ήταν τόσο μακριά από το πνεύμα της Γουόλ Στριτ όσο θα ήταν, για τους κοινούς θνητούς, η ιδέα μιας φυλακής που θα διοικείται από τους φυλακισμένους.

Τα χρέη του σήμερα έπρεπε να εξοφληθούν αύριο, πάση θυσία. Για τις μεταπολεμικές οικονομικές υποθέσεις θα αποφάσιζαν οι πλούσιοι. Και, τελικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες αποδέχθηκαν την ύπαρξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας σε πολύ πιο παραδοσιακές βάσεις από ό,τι είχε ελπίσει ο Κέινς, παρά τις κάποιες παραχωρήσεις τους.

Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί, το 1945, ένα δάνειο των Ηνωμένων Πολιτειών προς τη Βρετανία, με όρους που ο Κέινς θεώρησε ανυπόφορους. Στη συνέχεια, δύο παράγοντες συνέβαλαν στη βελτίωση της κατάστασης για τη Βρετανία.

Ο πρώτος παράγοντας, που συνδέεται με τον Ψυχρό Πόλεμο, ήταν η εφαρμογή του σχεδίου Μάρσαλ, που συνδυάστηκε με μια διόλου ευκαταφρόνητη υλική και οικονομική βοήθεια. Η στρατιωτική απειλή που αντιπροσώπευε η Σοβιετική Ενωση για τη Δυτική Ευρώπη μπορεί να είχε υπερτιμηθεί, αλλά το σοβιετικό οικονομικό και πολιτικό μοντέλο κάθε άλλο παρά απαξιωμένο ήταν εκείνη την εποχή. Η πρόκληση που ενσάρκωναν οι Σοβιετικοί έδωσε ώθηση στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της Δυτικής Ευρώπης και κατέστησε απαραίτητη την εφαρμογή δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων στο κοινωνικό πεδίο.[3]

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η δομική ανασυγκρότηση στηρίχθηκε σε κάποιο βαθμό στη στρατιωτική βιομηχανία, πολύ περισσότερο, όμως, στους καρπούς αυτού του νέου New Deal και, αργότερα, στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις του προγράμματος της «μεγάλης κοινωνίας»[4] (κοινωνική πρόνοια, σύστημα ιατροφαρμακευτικής κάλυψης Medicare, βοηθήματα στέγασης, εκπαίδευσης, αγορές με πίστωση).

Η ανασυγκρότηση αυτή μετέβαλε τις καταναλωτικές συνήθειες των νοικοκυριών και μετέτρεψε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε κεϊνσιανή ατμομηχανή για τον υπόλοιπο κόσμο. Για κάποια χρονική περίοδο, η οικονομική σύγκλιση ήταν πραγματικότητα. Οι φτωχές χώρες κατέγραφαν υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από τις πλούσιες.

Αυτή η κατάσταση τερματίστηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, όταν οι εμπορικές τράπεζες ανέλαβαν και πάλι την ευθύνη των αναπτυξιακών χρηματοδοτήσεων. Χρειάστηκαν μόλις μερικά χρόνια για να αποδειχθεί ότι ο Κέινς είχε δει σωστά. Τη δεκαετία του ’80, η «αντεπανάσταση των βαρβάρων», για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση του οικονομολόγου Γουόλτ Ρόστοου, είχε ήδη ξεκινήσει.

Από τότε, οι λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες βρίσκονται στη δίνη της κατάρρευσης των αναπτυξιακών χρηματοδοτήσεων, της αστάθειας που συνδέεται με τις κερδοσκοπικές κινήσεις κεφαλαίων και της κρίσης εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους.

Λατινική Αμερική

Η Βραζιλία αποτελεί κλασικό παράδειγμα. Πρόκειται για μια χώρα της οποίας το δημόσιο χρέος ανέρχεται σε 250 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η οικονομία της βρίσκεται σε βαθιά ύφεση και καταγράφει εμπορικά πλεονάσματα.

Η κεϊνσιανή θεραπεία θα ήταν ξεκάθαρη: για να τονωθεί η οικονομική ανάπτυξη, η Βραζιλία θα έπρεπε να υιοθετήσει πολιτικές πλήρους απασχόλησης, προσπαθώντας, ταυτόχρονα, να περιορίσει τα εμπορικά πλεονάσματά της, χάρη σε χρηματοδοτήσεις από το σύστημα των παγκόσμιων αποθεματικών, οι οποίες θα είχαν προσαρμοστεί στις ανάγκες της. Αντί για κάτι τέτοιο, ωστόσο, το ΔΝΤ θέτει στη διάθεσή της ένα «δάνειο» 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με τον αυστηρό όρο να συνεχιστεί ο περιορισμός της εγχώριας ζήτησης. Δεν πρόκειται κυρίως για δάνειο, αλλά περισσότερο για μέσο εξόφλησης των πιστωτών, καθώς τους παρουσιάζονται νέες ευκαιρίες να επενδύσουν αλλού.

Εξάλλου, η Βραζιλία είχε αυτή την αντιμετώπιση γιατί είναι μια μεγάλη χώρα, που έχει εξασθενήσει ανησυχητικά από το βάρος του δημόσιου χρέους και, επιπλέον, στο εσωτερικό της ενισχύεται πολύ γρήγορα μια αριστερά που θεωρείται δυνητικά επικίνδυνη.

Στην Αργεντινή, όπου οι πολιτικές τάσεις παραμένουν ασαφείς, χορηγήθηκαν πολύ μικρότερα ποσά, μολονότι, σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, παρουσιαζόταν ως υπόδειγμα οικονομικής φιλελευθεροποίησης, σε αντίθεση με τη Βραζιλία.[5] Σ’ αυτό το παιχνίδι η Τουρκία γνωρίζει παρόμοια τύχη: μια χώρα που έχει δεσμευθεί με υποδειγματικό τρόπο στην πορεία φιλελευθεροποίησης σέρνεται κάτω από το βάρος του δημόσιου χρέους και δέχεται «βοήθεια» στο βαθμό που έχει στρατηγική σημασία. Οσο για την τραγωδία της χρηματοοικονομικής φιλελευθεροποίησης στη Ρωσία, δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό.[6]

Στην Ευρώπη

Είναι λυπηρό, αλλά ελάχιστες αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Κίνα, κατάφεραν να αποφύγουν αυτήν την κατάσταση, υιοθετώντας μερκαντιλιστικές πολιτικές και στρατηγικές κεντρικού σχεδιασμού. Μένει να μάθουμε εάν η κινεζική ευημερία θα αντέξει στους κανόνες που θέλει να επιβάλει ο ΠΟΕ (και, φυσικά, εάν η Κίνα θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της).

Η Ινδία, που έχει διατηρήσει τον έλεγχο στην κίνηση συναλλάγματος και κεφαλαίων, βιώνει, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, μια ενδιάμεση κατάσταση, καταγράφοντας μια μικρή αλλά σταθερή ανάπτυξη.

Στην Ευρώπη, αναδύεται ένα είδος οικονομικού υπερ-κράτους, με μια προ-κεϊνσιανή αντίληψη των μέσων και των πεδίων ευθύνης του.

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης υποχρεώνει τις ευρωπαϊκές χώρες να διατηρούν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο, το οποίο είναι ίδιο για όλους, σχεδόν με οποιοδήποτε κόστος και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη κυρίως τα αντίστοιχα ποσοστά ανεργίας και οι ανάγκες για επενδύσεις. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει το αποκλειστικό δικαίωμα προσδιορισμού των επιτοκίων προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που η ίδια ορίζει.

Οι κυβερνήσεις των φτωχότερων περιοχών της Ευρώπης δεν μπορούν να αποκοπούν από το πλαίσιο αυτό και να εκβιομηχανισθούν, όπως έκανε η Κίνα. Δεν μπορούν πλέον να καταφύγουν σε δανεισμό για να χρηματοδοτήσουν τις εισφορές τους στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη, σε αντίθεση με τις αμερικανικές πολιτείες και πόλεις, που έχουν τη δυνατότητα να καταρτίζουν ειδικό προϋπολογισμό για να καλύπτουν τις μακροπρόθεσμες ανάγκες τους σε εξοπλισμό. Επιπλέον, οι φτωχότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορούν να καταφύγουν στους κεϊνσιανούς μηχανισμούς μακροοικονομικής σταθεροποίησης.[7]

Δολάριο και ευρώ

Επομένως, εξαρτώνται από τη μεταβίβαση κοινοτικών πόρων. Τα σχετικά ποσά είναι, οπωσδήποτε, σημαντικά για τις φτωχότερες περιοχές, δεν επαρκούν, όμως, για τη μακροοικονομική σταθεροποίηση τεράστιων εθνικών περιοχών χαμηλού εισοδήματος -όπως είναι, για παράδειγμα, η Ισπανία ή η Ελλάδα, για να μην αναφερθούν οι νέες υποψήφιες προς ένταξη χώρες. Οι ανισότητες αυτές μάλλον θα διευρυνθούν περισσότερο με την ύφεση που επικρατεί στην Ευρώπη. Αυτή τη στιγμή, στην Ευρώπη, η εξουσία των πιστωτών είναι τόσο απόλυτη όσο και στους κόλπους των Συμμάχων το 1945. Η εξουσία τους, όμως, αποδεικνύεται οικονομικά καταστροφική, όπως είχε προβλέψει ο Κέινς.

Σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Ενωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επηρεάστηκαν σε τέτοιο βαθμό από παρόμοιες παραμέτρους γιατί, μέχρι τώρα, εκμεταλλεύθηκαν τρεις παράγοντες. Η χρήση του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος τους επέτρεψε να συνεχίσουν να ζουν άνετα παρά τα πολύ υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματά τους. Εκτός αυτού, αξιοποίησαν τη φήμη τους ως ασφαλούς χρηματοοικονομικού καταφυγίου για επενδυτές που επιθυμούσαν να αποφύγουν την ευνοιοκρατία, τη διαφθορά και την αστάθεια που μαστίζουν άλλες περιοχές του κόσμου.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι οι θεμελιώδεις αρχές του κεϊνσιανισμού καθοδηγούν de facto την αμερικανική οικονομική πολιτική στο εσωτερικό, και, μάλιστα, χωρίς διακοπή.

Η επιρροή τους εντοπίζεται σε τρία επίπεδα: την πραγματιστική στάση της κυβέρνησης και του Κονγκρέσου σε περιόδους επιβράδυνσης (περικοπή φορολογίας), την εξίσου πραγματιστική, τακτική της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας όταν αντιμετωπίζει παρόμοιες καταστάσεις (η οποία μειώνει τα επιτόκια χωρίς να ανησυχεί ιδιαίτερα για τις επιπτώσεις στις τιμές) και, τέλος, την ύπαρξη ενός σημαντικού συστήματος κρατικών βοηθημάτων, που έχει, κυρίως, τη μορφή διακριτικών εγγυήσεων αγοράς και φοροενισχύσεων, με στόχο την τόνωση της κατανάλωσης των νοικοκυριών (και ειδικά στους τομείς της στέγασης, της ιατρικής περίθαλψης, της εκπαίδευσης και των συντάξεων).

Ωστόσο, τα πλεονεκτήματα αυτά κινδυνεύουν να αμφισβητηθούν. Οπωσδήποτε, είναι ελάχιστα πιθανό το δολάριο να χάσει σύντομα την προνομιακή θέση του. Μπορεί, όμως, να επηρεαστεί από την εμφάνιση του ευρώ, την επιδείνωση της κρίσης στην Ιαπωνία και την αναξιοπιστία που πλήττει πλέον την αμερικανική εξωτερική πολιτική.

Οι αγορές αξιών των Ηνωμένων Πολιτειών δεν βρίσκονται πια υπεράνω πάσης υποψίας, με δεδομένες τις εγκληματικές πρακτικές ορισμένων επιχειρήσεων, τις λογιστικές απάτες, την απώλεια αποτελεσματικότητας των ρυθμιστικών μέτρων και το σκάσιμο της χρηματιστηριακής φούσκας των μετοχών υψηλής τεχνολογίας και πληροφορικής. Επιπλέον, η υπέρμετρη αποκέντρωση έχει εκχωρήσει την αρμοδιότητα μεγάλου φάσματος κοινωνικών δαπανών στις τοπικές αρχές (πολιτείες και δήμους), οι οποίες, όμως, είναι πια υποχρεωμένες να προχωρούν σε σοβαρές περικοπές όταν οι συνθήκες ύφεσης μειώνουν δραστικά τα φορολογικά έσοδά τους.

Συνέπειες

Μόλις ο διεθνής πλούτος αρχίσει να απομακρύνεται από τις αμερικανικές ακτές, η δυσκολία των Ηνωμένων Πολιτειών να καλύψουν τις ίδιες τους τις ανάγκες θα φανεί πολύ καθαρά. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πλήξει σοβαρά την εγχώρια ζήτηση, της οποίας η συρρίκνωση θα είχε άμεσο αντίκτυπο στις χώρες που πραγματοποιούν εξαγωγές προς την αμερικανική αγορά και, κατά συνέπεια, στη δυνατότητα εξυπηρέτησης των χρεών τους.

Μια τέτοια εξέλιξη θα είχε, επίσης, αρνητικό αντίκτυπο στην αξιοπιστία και τη φήμη των αμερικανικών χρηματοοικονομικών οργανισμών, που αποτελούν τους στυλοβάτες της διεθνούς οικονομίας, και στο δολάριο. Ο κίνδυνος μιας κρίσης που θα προκύψει μέσα από μια τέτοια αλληλουχία γεγονότων δεν είναι αμελητέος, μολονότι δεν μοιάζει άμεσος. Εάν προστεθεί ο πόλεμος στο Ιράκ, οι εντάσεις και οι πυρηνικές αβεβαιότητες σε άλλα μέρη του κόσμου, δεν είναι βέβαιο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν να θεωρούνται τόσο ασφαλές καταφύγιο. Τελικά, η σημερινή κατάσταση των Ηνωμένων Πολιτειών είναι, άραγε, τόσο διαφορετική από την κατάσταση στην οποία βρέθηκε το Ηνωμένο Βασίλειο το 1944-1945; Δεν συνυπάρχουν πάλι η υπέρμετρη στρατιωτική δράση, η διάβρωση της ικανότητας εξαγωγών, μια μακρόχρονη νομισματική ηγεμονία που φαίνεται πια να απειλείται και πολλές αυταπάτες σχετικά με την αναγκαιότητα παρέμβασης στη διεθνή σκηνή;

Προφανώς, όσοι συμμετέχουν στα πολεμικά συμβούλια της Ουάσιγκτον δεν φαντάζονται ότι η αυτοκρατορία τους στηρίζεται σε σαθρά οικονομικά θεμέλια. Πάντως, ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν είναι αργά για μια αλλαγή πλεύσης, που μπορεί να επέλθει από μια γενική απογοήτευση ως προς τους στόχους της σημερινής πολιτικής.

Η ώρα της αλήθειας

Ο αμερικανικός λαός δεν είναι ιδιαίτερα πολεμοχαρής και η ανοχή του απέναντι στις στρατιωτικές επιχειρήσεις είναι στενά συνδεδεμένη με το κόστος τους. Είναι βέβαιο ότι θα προτιμούσε να αποδώσει στο στρατό του έναν κυρίως αμυντικό ρόλο, που θα επέτρεπε την ανασυγκρότηση της αμερικανικής οικονομίας σε πιο ειρηνικές βάσεις και στο πλαίσιο κάποιων αναθεωρημένων συμφωνιών συλλογικής ασφαλείας. Θα ήταν, επίσης, απαραίτητο η δυνατότητά τους να κινητοποιούν παραγωγικούς πόρους προς αυτή την κατεύθυνση να μην παρεμποδίζεται, τουλάχιστον σε υπερβολικό βαθμό, από διεθνείς χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις.

Η εξέταση ενός τόσο μακρινού ενδεχομένου μπορεί να φαίνεται επιπόλαιη. Εάν, όμως, το ενδεχόμενο αυτό γίνει πραγματικότητα, οι Αμερικανοί, και μαζί τους οι εκπρόσωποι του υπόλοιπου κόσμου, θα έχουν ανάγκη τη διαυγή προσέγγιση των πολιτών της ευρωπαϊκής ηπείρου, καθώς η Ευρώπη θα αποτελέσει, χωρίς αμφιβολία, το νέο κέντρο της χρηματοοικονομικής δραστηριότητας.

Πάνω από όλα, οι Ευρωπαίοι δεν θα πρέπει να επαναλάβουν το λάθος που έκαναν το 1945 οι Αμερικανοί. Να εμπιστευθούν τις αποφάσεις-κλειδιά και τους διεθνείς οργανισμούς σε ανθρώπους που έχουν τη νοοτροπία τραπεζιτών.

*Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της ένωσης Economists Allied for Arms Reduction (Ενωση Οικονομολόγων για την Μείωση των Εξοπλισμών -www.ecaar.org), επικεφαλής του Σχεδίου για τη Μείωση των Ανισοτήτων του πανεπιστημίου του Τέξας, καθηγητής στο Lyndon Β. Johnson School of Public Affairs του πανεπιστημίου του Τέξας στο Οστιν, συντονιστής έρευνας στο Levy Economics Institute.Πατέρας του ήταν ο επιφανής οικονομολόγος John Kenneth Galbraith.

[1] Ο Κέινς, εκπρόσωπος του βρετανικού υπουργείου Οικονομικών στη διάσκεψη ειρήνης του Παρισιού, παραιτείται τρεις ημέρες πριν από την υπογραφή της Συνθήκης, εκφράζοντας τη διαφωνία του για τα ποσά των πολεμικών αποζημιώσεων που ζητούνταν από τη Γερμανία, τα οποία κρίνει εξωφρενικά.

[2] Robert Skidelsky, John Maynard Keynes, Macmillan, Λονδίνο.

[3] Βλ. για αυτό το βασικό θέμα, Ερικ Χομπσμπάουμ, Η εποχή των άκρων, Ο σύντομος 20ός αιώνας, Θεμέλιο.

[4] «Great Society», το πρόγραμμα εσωτερικής πολιτικής που εφάρμοσε από το 1964 ο Λίντον Τζόνσον, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον δολοφονηθέντα πρόεδρο Τζον Κένεντι.

[5] Carlos Gabetta, «Συνολική κρίση στην Αργεντινή», Le Monde diplomatique – «Κ.Ε.», 27-1-02 και Luis Bilbao «Εφιαλτικό ταγκό στην Αργεντινή», Le Monde diplomatique – «Κ.Ε.», 26-8-01.

[6] Βλ. Carine Clement, «Aux racines du phenomene Poutine», Le Monde diplomatique, Φεβρουάριος 2003.

[7] Πρόκειται, για τα δημοσιονομικά ελλείμματα, που επιτρέπουν στις δημόσιες δαπάνες να τονώσουν την ανάπτυξη σε κατάσταση ύφεσης, τα οποία στην Ευρωπαϊκή Ενωση κινούνται μέσα στα αυστηρά όρια που έχουν θέσει τα κριτήρια του Μάαστριχτ και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 25/05/2003

Από την: LE-MONDE – 25/05/2003

Σ.Απ.Γαλάζ.: To άρθρο με μία πολύ προσεκτική ανάγνωση,μετά από 10 σχεδόν χρόνια, είναι προφητικό για πολλούς ιστορικούς και διαφορετικούς λόγους.

Δόγμα Calvo: H μονομερής διαγραφή του εξωτερικού χρέους στο Ελληνικό και διεθνές δίκαιο


  ΚολοκοτρωναίωνΤο κάθε κράτος μπορεί νόμιμα –ως ελεύθερη και χωρίς προϋποθέσεις, εξωτερικές και εσωτερικές, έκφραση, πραγμάτωση και αυτοπροστασία της Εθνικής του Κυριαρχίας- να κατάσχει (σε περίπτωση παράνομων πράξεων), να απαλλοτριώσει, ή να εθνικοποιήσει, ημεδαπές και αλλοδαπές, κρατικές και ιδιωτικές, ιδιοκτησίες και επενδύσεις στην εδαφική του επικράτεια, με αναγκαστικά κύριο και πρωταρχικό σκοπό την διασφάλιση και προστασία της Εθνικής του Κυριαρχίας και γενικότερα του Δημοσίου του Συμφέροντος (νοουμένου εδώ και με την δευτερεύουσα οικονομική, αλλά κυρίως με την πρωταρχική έννοια του, ήτοι αυτή της Εθνικής του Κυριαρχίας), με ή χωρίς αποζημίωση των πρώην ιδιοκτητών (Συντ. 1,17,106).

Ως «επενδύσεις» εδώ νοούνται αδιακρίτως και ισότιμα, οι βιομηχανικές επενδύσεις, οι επενδύσεις εκμετάλλευσης ορυκτού πλούτου (concession agreements), αλλά και επενδύσεις (δανειακών) κεφαλαίων, ήτοι χρηματικά δάνεια με την μορφή ομολόγων, εντόκων γραμματείων κλπ. Τα δικαιώματα αυτά προστασίας της Εθνικής Κυριαρχίας και Εθνικού Συμφέροντος, έχουν ενσωματωθεί στο διεθνές δίκαιο τυπικά από το 1962 (βλ. βιβλ. Works in the UN Comission on Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by the UN General Assembly on 14-12-1962) κι αποτελούν μια τροποποίηση του «δόγματος Calvo» (Calvo`s doctrine), το οποίο εισηγήθηκε ο Αργεντίνος δικαστής Calvo το 1868 (στον κολοφώνα της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης του τρίτου κόσμου από της ευρωπαϊκές κυρίως αποικιοκρατικές χώρες).

Σύμφωνα με το δόγμα αυτό, όταν μια ξένη επένδυση (βιομηχανική ή δανειακή-κεφαλαιακή με την μορφή δανείων και ομολόγων), διακρατική (με την μορφή διεθνών συνθηκών), η μεταξύ κράτους και ιδιωτών επενδυτών (με την μορφή συμβολαίων), δημιουργήσει, στην χώρα λειτουργίας της, συνθήκες άνισης και αήθους οικονομικής εκμετάλλευσης του ντόπιου πληθυσμού υπέρ της, ή του κράτους καταγωγής της – οδηγώντας αναγκαστικά και στην συνακόλουθη απώλεια της Εθνικής Κυριαρχίας της χώρας λειτουργίας της υπέρ του κράτους καταγωγής της, ή υπέρ της επένδυσης της ίδιας!- τότε το κράτος λειτουργίας της έχει το νόμιμο δικαίωμα να άρει την ανισότητα αυτή με οποιοδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της εθνικοποιήσεώς της «επένδυσης» για λόγους «Εθνικού Συμφέροντος» (public utility), με την καταβολή (nationalization), ή όχι (expropriation) αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη της επένδυσης.

Το «Εθνικό Συμφέρον» εδώ εννοιολογικά ταυτίζεται –σύμφωνα με όσα προείπαμε – κυρίως με την διασφάλιση, αλλά και την έκφραση της Εθνικής Κυριαρχίας του κράτους λειτουργίας της «επένδυσης».

Σε κάθε περίπτωση, το καταβλητέο και το ύψος της αποζημίωσης θα κριθεί και θα καθοριστεί αποκλειστικά από τα δικαστήρια του κράτους λειτουργίας της «επένδυσης» και με βάση τις οικονομικές συνθήκες και ανάγκες του ντόπιου πληθυσμού. Η εφαρμογή (υλοποίηση) του δόγματος Calvo, συνιστά ταυτόχρονα, την έκφραση (άσκηση) και την αυτοπροστασία της Εθνικής Κυριαρχίας του κράτους λειτουργίας της επένδυσης.

Μάλιστα-σύμφωνα με το ίδιο αυτό «δόγμα» και όπως είπαμε ήδη- η δικαστική αρμοδιότητα για τα προκύπτοντα νομικά ζητήματα στην διαδικασία εθνικοποίησης της «επένδυσης», ανήκουν αποκλειστικά στον κράτος υποδοχής και λειτουργίας της επένδυσης, το κυρίαρχο νομικό πλαίσιο και τα δικαστήρια του οποίου θα καθορίσουν, κυρίαρχα, το περιεχόμενο, την αναγκαιότητα της εθνικοποίησης, την αντικειμενική αλήθεια του κινδύνου του Εθνικού Συμφέροντος του λαού από την λειτουργία της επένδυσης στην επικράτειά του και τελικά την νομιμότητα της εθνικοποίησης, καθώς και την καταβολή ή όχι αποζημίωσης στον πρώην ιδιοκτήτη της.

Coat_of_arms_of_Argentina.svgΗ εκδίκαση της υπόθεσης της εθνικοποίησης στο δικαστήρια του αλλοδαπού κράτους-επενδυτή και σύμφωνα με το δικό του δίκαιο, αποκλείεται. Το «δόγμα Calvo» έτσι, στερεί τις ξένες (κρατικές και ιδιωτικές) επενδύσεις από την «διπλωματική ασυλία» και την «νόμιμη» στρατιωτική των προστασία από το ισχυρότερο κράτος-επενδυτή. Το «δόγμα Calvo» συνιστά συνεπώς μια μορφή «δικαστικού εθνικισμού».

Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζεται και διασφαλίζεται διεθνώς, η δίκαιη κατανομή του πλούτου με όρους αμοιβαίου σεβασμού, ισότητας και δικαιοσύνης μεταξύ των κρατών και των λαών των και αποκλείεται η συνέχιση και επαναφορά της δουλείας –με άλλη μορφή- και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Το «δόγμα» Calvo, ήταν η πρώτη αντίδραση του Δικαίου κατά της άγριας και απάνθρωπη εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο στις αποικιοκρατούμενες χώρες από τους ευρωπαίους δυνάστες αποικιοκράτες του 19ου αι.

Έκτοτε το δόγμα αυτό, συμπεριελήφθη σε όλα τα συντάγματα των κρατών της Ν. Αμερικής και κατέστη μέρος και του Διεθνούς Δικαίου από το 1962 με τις προαναφερόμενες συνθήκες: Works in the UN Comission on Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by the UN General Assembly on 14-12-1962.

Οι αρχές του «δόγματος Calvo» ενσωματώθηκαν στο άρθρο 106, σε συνδυασμό με το άρθρο 28 παρ.1 του Ελληνικού Συντάγματος. Η αναγκαστική ισχύ των παραπάνω αρχών του «δόγματος Calvo» στα πλαίσια του Διεθνούς και Εθνικού Δικαίου για την ακύρωση των Διεθνών Συνθηκών και η δέσμευση των αντισυμβαλλομένων μερών της Δανειακής Σύμβασης της «ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικας», για τον σεβασμό και την εφαρμογή των σχετικών δικαστικών αποφάσεων, συνομολογείται στο άρθρο 6 παρ.6α,β, της Σύμβασης (του κεφ: Αποπληρωμή, Πρόωρη Αποπληρωμή, Υποχρεωτική Αποπληρωμή και Ακύρωση).

Στο «δόγμα Calvo» και στην συναφή παραπάνω συνθήκη του Διεθνούς Δικαίου στηρίχθηκαν οι 10άδες των νόμιμων εθνικοποιήσεων κατά διάφορων, ευρωπαϊκών κυρίως, αποικιοκρατικών εταιρειών και επιχειρήσεων που λειτουργούσαν σε αποικιοκρατούμενες χώρες του τρίτου κόσμου και οι οποίες λυμαίνονταν τον ντόπιο πλούτο σε συνθήκες ανθρώπινης δουλείας και εξευτελισμού του ντόπιου λαού.

Στο νομικό αυτό πλαίσιο στηρίχθηκε επίσης και η άρνηση αποπληρωμής των εξωτερικών δανείων από την κυβέρνηση του Ι. Μεταξά το 1934, η οποία δικαιώθηκε με την ιστορική απόφαση του διεθνούς δικαστηρίου αρ. 78/15-06-1934 καθώς και η άρνηση της Αργεντινής το 2003 της αποπληρωμής των εξωτερικών της χρεών και η οποία (Αργεντινή) δικαιώθηκε επίσης με την από 8 Μαΐου 2007 απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για το ίδιο θέμα. Και τέλος, στο νομικό αυτό καθεστώς στηρίχθηκε και η νομιμότητα της δημοψηφισματικής απόφασης του Ισλανδικού λαού να αρνηθεί την αποπληρωμή των εξωτερικών του χρεών το καλοκαίρι του 2009, χωρίς ουδεμία συνέπεια.

Συμπέρασμα πρώτο: Τα παραπάνω, απορρέοντα από το Διεθνές Δίκαιο, αναφαίρετα και μη-παραιτήσιμα υπέρ του Ελληνικού Λαού, δικαιώματα, θα μπορούσε να ασκήσει η προδοτική ελληνική κυβέρνηση και δεν το έκανε. Μπορούσε δηλαδή, νόμιμα να αρνηθεί την αποπληρωμή των εξωτερικών της χρεών, τόσο των αρχικών της προς τις ιδιωτικές ξένες τράπεζες, όσο και των μετέπειτα δανειστών της, ήτοι των κρατών μελών της ΕΕ και του ΔΝΤ, για αντικειμενικούς λόγους έκτακτης εθνικής ανάγκης και προστασίας του Εθνικού της Συμφέροντος (Συντ.106).

Αντ` αυτού όμως, η ελληνική κυβέρνηση, δολίως και προδοτικά, όχι μόνο δεν τον έκανε, αλλά προτίμησε να εξοφλήσει πλήρως τους ξένους τοκογλύφους, με τίμημα, την διάπραξη μιας ουσιαστικής βιολογικής, οικονομικής και ηθικής γενοκτονίας των Ελλήνων πολιτών της.

Όχι μόνο έκοψε τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς τους Έλληνες πολίτες (κηρύσσοντας έτσι εσωτερική χρεοκοπία), για τις παρεχόμενες από τους τελευταίους επιχειρηματικές υπηρεσίες των (δημόσια έργα, προμηθευτές νοσοκομείων, επιστροφές φόρων κλπ.) προς αυτήν, αλλά και έκοψε, βαναύσως, απολυταρχικά και αλύπητα, μισθούς και συντάξεις, σε χαμηλομισθωτούς και χαμηλοσυνταξιούχους, σπρώχνοντας τους τελευταίους στα όρια της βιολογικής των εξαφάνισης και της ηθικής των απαξίωσης και εξαθλίωσης, έκλεισε νοσοκομεία και σχολεία και αρνήθηκε να χορηγήσει δωρεάν τα βιβλία στα σχολεία.

Επέβαλε τέλος, θανατηφόρους-στην κυριολεξία- φόρους, καθώς και έκτακτα χαράτσια στην ακίνητη περιουσία, τα οποία ενσωματώνονται στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, με ποινή για την μη-πληρωμή των, την διακοπή του ρεύματος των ελληνικών σπιτιών αδιακρίτως!

Αν δεν είναι αυτή δόλια προαίρεση και διάπραξη Εσχάτης Προδοσίας κατά του Ελληνικού Λαού από την «ελληνική» Κυβέρνηση και του κοινοβουλίου που νομοθετεί τα μέτρα αυτά, τότε ποία είναι;

Flag_of_Argentina.svgΣυμπέρασμα δεύτερο: H από 08-05-2011 Διεθνής Δανειακή Σύμβαση της «ελληνικής κυβέρνησης» με την Τρόικα, για τον δανεισμό της πρώτης από την δεύτερη με το ποσό των 120 δις. ευρώ, είναι επί της ουσίας αυτοδίκαια άκυρη (όχι απλά ακυρώσιμη) διότι:

α) Θυσιάζει το (οικονομικό κατ` αρχήν) Δημόσιος Συμφέρον του Ελληνικού Λαού, υπέρ των ξένων τοκογλυφικών οικονομικών δολοφόνων (Τρόικα, ξένες τράπεζες), σε βαθμό συνακόλουθης, έμμεσης μεν, αλλά ουσιαστικής κατάλυσης της Εθνικής Κυριαρχίας της Ελλάδος (σύμφωνα με όσα προαναφέραμε)

β) Παραβιάζει άμεσα και κατάφωρα την Εθνική Κυριαρχία της Ελλάδος με συγκεκριμένους όρους, με τους οποίους η «ελληνική» κυβέρνηση εκχωρεί παράνομα σε ξένες δυνάμεις και τις τρείς συνιστώσες της Λαϊκής Κυριαρχίας, ήτοι την Νομοθετική, Εκτελεστική και Νομοθετική, καθώς και -το σπουδαιότερο-την εδαφική της ακεραιότητα σε αυτές, δια του αδιανοήτου όρου της Δανειακής Σύμβασης, με τον οποίο η «ελληνική Κυβέρνησης παραιτείται από την ασυλία, λόγω Εθνικής Κυριαρχίας, επί της εδαφικής ακεραιότητας και όλων των περιουσιακών στοιχείων της Ελλάδος!».

γ) Παραβιάζει το άρθρο 28 παρ.3 Συντ. σύμφωνα με το οποίο είναι δυνατή η εκχώρηση μέρους της εθνικής μας κυριαρχίας μόνο με τον όρο του σεβασμού του δημοκρατικού πολιτεύματος και των αρχών της ισότητας και αμοιβαιότητας. Και τούτο διότι η Διεθνής Δανειακή Σύμβαση της Ελλάδος με την Τρόικα περιέχει τον όρο αρ.7 παρ.1 («Πληρωμές») με τον οποίο, απαγορεύει τον συμψηφισμό των (ενδεχομένων) οφειλών των μελών-κρατών της ΕΕ (μέρος της Τρόικας) με το δάνειο της Ελλάδος που συνομολογείται με την Δανειακή αυτή Σύμβαση. Τούτο συνεπάγεται την παραβίαση των προαναφερομένων αρχών της ισότητας και αμοιβαιότητας, συνεπώς και την παράνομη και προδοτική μονομερή εκχώρησης της εθνικής μας κυριαρχίας σε ξένες δυνάμεις (Τρόικα).

δ) Καταλύει έμμεσα, αλλά ουσιαστικά, την Εθνική μας Κυριαρχία, δια της κατάλυσης του Εθνικού (οικονομικού) Συμφέροντος της Ελλάδος (εδώ θεωρουμένου με την οικονομική του σημασία), δια της παρ. α,ii του υποκεφαλαίου «Υποχρεώσεις» του κεφαλαίου της: «Παροχές, εγγυήσεις και Υποχρεώσεις», σύμφωνα με το οποίο: «Ο Δανειολήπτης δεσμεύεται να μην χορηγήσει σε οποιονδήποτε άλλο πιστωτή ή κάτοχο του δημοσίου χρέους (εσωτερικού ή εξωτερικού), προτεραιότητα σε σχέση με τους Δανειστές (της Τρόικας)». Ταυτόχρονα βέβαια, ο όρος αυτός, καθίσταται μπούμερανγκ κατά της εγκυρότητας της Σύμβασης αυτής, διότι καταλύσει την Εθνικής μας Κυριαρχία.

ε) Η αναφερθείσα τέλος Διεθνή Δανειακή Σύμβαση (Συνθήκη), είναι και τυπικά άκυρη, διότι δεν έχει επικυρωθεί με κυρωτικό νόμο από την βουλή με την ελάχιστη πλειοψηφία των 180 βουλευτών, όπως προβλέπεται ρητά στο άρθρο 28 παρ.2 Συντ. Το γεγονός όμως της μη-ψήφισης της Σύμβασης αυτής από την Βουλή, δεν την καθιστά νομικά ανίσχυρη –και συνεπώς δεν απαλλάσσει τα υπογράφοντα αυτήν μέλη της ελληνικής κυβέρνησης από τις πολιτικές και ποινικές των ευθύνες- διότι και μόνο η υπογραφή της απ` τα μέλη της «ελληνικής» κυβέρνησης, συνιστά Estoppel κατά το Διεθνές Δίκαιο, δηλαδή συνιστά μια δεσμευτική για την ελληνική κυβέρνηση υπόσχεση και δέσμευση (ένα ρητό συμβόλαιο) προς τα αντισυμβαλλόμενα κράτη για την πιστή εφαρμογή της.

Επιπλέον, η έμπρακτη τελικά εφαρμογή της Σύμβασης αυτής, παρά την μη-ψήφισή της από την Βουλή, συνιστά έναν ακόμα επιπρόσθετο επιβαρυντικό παράγοντα του εγκλήματος της Εσχάτης Προδοσίας κατά της Ελλάδος από την «ελληνική» Κυβέρνηση, διότι καταδεικνύει τον δόλο της τελευταίας στην διάπραξη του εγκλήματος αυτού και αποκαλύπτει το εγκληματικό της πάθος για την εκτέλεση της, προδοτικής και ακρωτηριαστικής για την Ελλάδα, Δανειακής αυτής Διεθνούς Σύμβασης.

Η υπογραφή συνεπώς τη Συνθήκης αυτής, αλλά και η έμπρακτη εφαρμογή της, συνιστά τον ορισμό της Εσχάτης Προδοσίας της «ελληνικής» Κυβέρνησης και της Βουλής –που υπογράφει τους νόμους του Μνημονίου που ψηφίζονται σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης- κατά της Ελλάδος. Συναφώς και η άρνηση της Κυβέρνησης να καταγγείλει και κηρύξει μονομερώς, έστω υστερόχρονα, άκυρη της Συνθήκη αυτή με ειδικό ακυρωτικό νόμο-δεδομένου ότι όλες οι διεθνείς συνθήκες κυρώνονται στην Βουλή με κυρωτικούς νόμους (άρθρο 28 παρ.2 Συντ.), ή έστω να ζητήσει την ακυρότητά της στα ελληνικά δικαστήρια, επικαλούμενη (η ελληνική κυβέρνηση) την, δια της Συνθήκης αυτής, κατάλυση της Εθνική μας Κυριαρχίας- συνιστά διάπραξη της Εσχάτης Προδοσίας κατά της Ελλάδος και εκ παραλείψεως, ενώ ταυτόχρονα καταδεικνύει και τον δόλο της Κυβέρνησης στην διάπραξη αυτού, του ειδεχθεστέρου όλων, εγκλήματος.

Το ερώτημα που καλείται η δικαιοσύνη, κυρίως όμως η ιστορία, να απαντήσει τώρα είναι το εξής: Mε ποίο τίμημα άραγε προδόθηκε η χώρα μας;

Σημαία_ΣαχτούρηΤέλος, επειδή δια της προδοτικής αυτής Σύμβασης καταλύεται κατάφωρα η Εθνική Κυριαρχία της Ελλάδος, ως συνεργοί της «ελληνικής» κυβέρνησης στην διαπραχθείσα Εσχάτη Προδοσία κατά της Ελλάδος, θεωρούνται και είναι και τα μέλη της Τρόικας, που είναι αντισυμβαλλόμενα στην Σύμβαση αυτή, σύμφωνα με το Ελληνικό και Διεθνές Δίκαιο.

Συμπέρασμα τρίτο: Από τα παραπάνω εξηγείται συνεπώς και η επιμονή των κατακτητών της Τρόικας να ζητήσουν και η «ελληνική» κυβέρνησης να δεχτεί, να συμπεριληφθούν στην Δανειακή αυτή Σύμβαση οι άκρως προδοτικοί όροι περί «παραίτησης της Ελλάδος, αμετάκλητα και χωρίς όρους, από το δικαίωμα ασυλίας της επί όλων των περιουσιακών στοιχείων της» και από το «δικαίωμά της για την δικαστική της προσφυγή και προστασία στην και από την Ελληνική Δικαιοσύνη(!), στην διαδικασία εκτέλεσης της Σύμβασης αυτής», για την οποία «ισχύει το Αγγλικό Δίκαιο»!

Κι αυτό έγινε διότι, όλοι, οι Τροϊκανοί και η κυβέρνηση, γνωρίζουν ότι η Ελλάδα, θα μπορούσε να επικαλεσθεί και να ασκήσει το αναφαίρετο και μη-παραιτήσιμο δικαίωμα της «εθνικής της κυριαρχίας» στην εδαφική της επικράτεια. και να αρνηθεί την αποπληρωμή όλων των εξωτερικών της δανείων και χρεών της, για λόγους Εθνικού της Συμφέροντος.

Οι Τροϊκανοί εγνώριζαν επίσης ότι, μια (μελλοντική) αληθινά πατριωτική ελληνική κυβέρνηση, θα μπορούσε να ασκήσει το αναφαίρετο αυτό δικαίωμά της τής Εθνικής της Κυριαρχίας και να καταγγείλει και να ακυρώσει μονομερώς, με ειδικό ακυρωτικό νόμο, την προδοτική αυτή Δανειακή Σύμβαση, για τον λόγο ότι η τελευταία καταλύει της Εθνική Κυριαρχία της χώρας μας.

Και η μονομερής καταγγελία της Σύμβασης αυτής και για τον παραπάνω λόγο από την Ελλάδα, θα ήταν μια πράξη με την οποία η τελευταία θα εξέφραζε και προστάτευε την Εθνική της Κυριαρχία, στην οποία περιλαμβάνονται και η Νομοθετική και Δικαστική Εξουσία της (legislative and judicial reserved domain of sovereignty).

Για τον λόγο ακριβώς αυτό, η μονομερής αυτή καταγγελία της Σύμβασης δεν θα συνιστούσε παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, αλλά αντίθετα πράξη σεβασμού και πιστής εφαρμογής του! Είναι προφανές ότι οι Τροϊκανοί, ακριβώς για τους παραπάνω λόγους, ζήτησαν και η «ελληνική» κυβέρνηση δουλικά και προδοτικά δέχτηκε, να συμπεριληφθούν οι παραπάνω δύο προδοτικοί όροι στην Δανειακή αυτή Σύμβαση.

Ταυτόχρονα όμως, οι δύο αυτοί προδοτικοί όροι, γύρισαν μπούμερανγκ εναντίον των κατακτητών και της κυβέρνησης, διότι αυτοί (οι όροι) καθιστούν την Δανειακή Σύμβαση (Διεθνή Συνθήκη) αυτοδίκαιο άκυρη, διότι παραβιάζουν την Εθνική Κυριαρχία ενός κράτους μέλους της εννόμου Διεθνούς Κοινότητας που προστατεύεται από το Διεθνές Δίκαιο.

Α) Βιβλιογραφία Διεθνούς Δικαίου, αφορώσα το Δίκαιο των Διεθνών Συνθηκών1) Law of Treaties 1966 (Jus Cojens) (art. 43,50)2) Vienna Convention (Conference) on the Law of Treaties (+Annex), 1968, 1969, (into force on 1980) (art. 42,44,46,48, 50, 51, 52, 53, 60,62)3) Charter of the United Nations (art.2 par.4, 6, 7 and art. 81), Chapter VII, IX, XI 4) League of Nations Covenant (art. 15 par.8) 5) Treaty of Rome 1957 (art 211) 6) Γνωμάτευση Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ (UN) για της «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης των κρατών» (States` State of Emergency) (1613η Συνάντηση, 17 Ιουνίου 1980)7) Απόφαση του Permanent Court of International Justice με αρ. 78/15-06-1939 (απόφαση «Ι. Μεταξά», η οποία περιλαμβάνεται στην δικογραφία) 8) Τhe Law of Treaties. Chapter VVX, p. 603-635, on the “Principles of Public International Law, by Prof. Ian Brownlie, Clarendon Press, ed. 4th ed. 1990 Β) Βιβλιογραφία Διεθνούς Δικαίου, αφορώσα την Αρχή της Αποκλειστικής και Μόνιμης Εθνικής Κυριαρχίας των Κρατών επί των Φυσικών των Πλουτοπαραγωγικών Πηγών.1) European Convention on Human Rights –Protocol I

2) American Convention on Human Rights (Art. 21)3) African Convention on Human Rights (Art. 14)4) UN General Assembly Resolution on 21-12-1952 (for the rights of self-determination) 5) 3d Committee of the UN General Assembly, 1955 (for the rights of self-determination)6) Works in the UN Commission on Permanent Sovereignty over Natural Resources7) Resolution 1804 (XVII) by the UN General Assembly on 14-12-19628) UN General Assembly Resolution 3201 (S-VI) on 01-05-1974 (Declaration on the Establishment of a New International Economic Order)9) UN General Assembly adopted the Charter of the Economic Rights and Duties of States, on 12-12-1974, (Art. 2) 10) “Injury to the persons and property of Aliens on state territory”, Chapter XXIII, p.518-552, on the “Principles of Public International Law, by Prof. Ian Brownlie, Clarendon Press, ed. 4th ed. 1990 11) “The Relation of Municipal and International Law, Ch.II, p.32-57, on the “Principles of Public International Law, by Prof. Ian Brownlie, Clarendon Press, ed. 4th ed. 1990 Γ) α) Ελληνικό Σύνταγμα (άρθρα 1, 28 παρ.1-3, 59-62, 86, 97) β) Ελληνικός Ποινικός Κώδικας (άρθρα 134, 134Α, 14 παρ.2) Δ) Ενοποιημένη Απόδοση της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) (άρθρα 2-7, 126, 136, 169) Δημ. Αντωνίου

(Το κείμενο είναι μια προδημοσίευση από το βιβλίο του Δ. Αντωνίου, «Τα Αναφιλητά της Έλλης».

Πηγή: http://www.cna.gr/stories/item/652-dogma-calvo-h-monomeris-diagrafi-tou-eksoterikou-xreous-sto-diethnes-dikaio