Η εργατική τάξη πάει στον παράδεισο; Και πριν πάει εκεί; Ιδρώνει σε λάντζες. Ακούει ανακόλουθα διδάγματα γύρω από τη μοναδικότητα της ελληνικής λέξης “Φιλότιμο” και άλλα καλά που μόνο το δαιμόνιο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας μπορεί να σκαρφιστεί. Σήμερα παρουσιάζουμε την εμπειρία που είχε εποχικός εργαζόμενος σε εστιατόριο της Σαντορίνης το περασμένο καλοκαίρι. Το θυμάσαι; Είναι εκείνο που οι αριθμοί κατέδειξαν ως το πιο εμπορικά πετυχημένο της δεκαετίας. Είναι ακριβώς εκείνο που παρακαλάμε να έρθει και του χρόνου. Η κατάθεση του ανθρώπου – πρώην εργαζομένου- που επιλέγουμε να παρουσιάσουμε χωρίς όνομα –τα στοιχεία του είναι στη διάθεσή μας- είναι καταγραφή όλων όσα βίωσαν, βιώνουν καθημερινά εργαζόμενοι στη βαριά βιομηχανία της χώρας, τον τουρισμό. Πίσω από τα χαμόγελα των διαφημιστικών σποτ για τη μοναδικότητα της Ελλάδας υπάρχει το σκληρό πρόσωπο μιας βιομηχανίας που ανεμπόδιστα εκμεταλλεύεται ανθρώπους, μηδενίζει εργασιακά δικαιώματα, κερδίζει στραγγίζοντας κόπο ανθρώπων κυριολεκτικά αφημένων στην όρεξη αφεντικών τους. Τα τελευταία δεν έχουν μάθει ν’ ακούν όχι. Ή έστω κάτι που να θυμίζει δικαίωμα εργαζομένου.
1η μέρα
Βγήκα στον κεντρικό καβάλα στο μηχανάκι και κατευθύνθηκα προς το μέρος που θα έμενα για τους επόμενους 5 μήνες. Τέλη Απρίλη κι όλα ήταν έτοιμα να δεχτούν τις ορδές των τουριστών. Το νησί, ασβεστωμένη και καλογυαλισμένη βιτρίνα μιας πετυχημένης τουριστικής βιομηχανίας που, μαζί με τη φάβα Σαντορίνης απ’ την Ινδία, αλέθει και το εργατικό δυναμικό. Ήξερα πού πήγαινα. Τα είχα συζητήσει με τον Κύριο Διευθυντή. Ήμουν λέει απ’ τους τυχερούς που θα είχα κι ένα ρεπό την εβδομάδα. Και σπίτι. Και φαγητό. Και εντεκάωρες βάρδιες. Και σπαστό ωράριο. Υπερωρίες; Τι είν’ αυτό; Α, θα είχα και μισθό. Τα μισά στην τράπεζα και τ’ άλλα στο χέρι, με τη σύμβαση να γράφει πως δουλεύω πενθήμερο. Σωματείο; Αστεία πράγματα! Πήρα την απόφαση να ξαναφύγω για σεζόν μετά από πολλή σκέψη. Στην Αθήνα ένας σερβιτόρος δεν παίρνει πολλά, αλλά στα νησιά συνήθως βγαίνουν λεφτά. Βέβαια, πρέπει να ξεχάσεις πως είσαι άνθρωπος, πως έχεις κι άλλα να κάνεις εκτός απ’ το να υπηρετείς τα καπρίτσια των πελατών και των αφεντικών χωρίς να λες κουβέντα. Πατάς το “pause” στη ζωή σου και την ξαναπιάνεις από Οκτώβρη.