Παν. Κονδύλης: Πόλεμος και ειρήνη στο Αιγαίο…


Πώς θα μπορέσει η Ελλάδα να εξουδετερώσει τα γεωπολιτικά της μειονεκτήματα στην περίπτωση ενός πολέμου με την Τουρκία; Το θέμα αυτό πραγματεύεται ο συγγραφέας στο κείμενο που προδημοσιεύει «Το Βήμα».

Η έκταση της τουρκικής επικράτειας είναι εξαπλάσια από την ελληνική και συνιστά σχεδόν εξ ολοκλήρου (δηλαδή με εξαίρεση το μικρό ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκίας) χώρο συμπαγή και ολότμητο, ενώ ο ελληνικός χώρος (και μάλιστα η κρίσιμη ως θέατρο πολέμου περιοχή ολόκληρου του Αιγαίου καθώς και η βόρεια Ελλάδα από τον Έβρο μέχρι τη Θεσσαλονίκη) αποτελείται από κατεσπαρμένα και μεμονωμένα εδάφη (νησιά) ή στενές λωρίδες. Το στρατηγικό πλεονέκτημα που δίνει η τέτοια κατανομή του χώρου στην τουρκική πλευρά είναι προφανές. Ο κατακερματισμένος ελληνικός χώρος μπορεί να καταληφθεί και να κρατηθεί κατά τμήματα, ακόμα και πολύ μικρά· ο εχθρός δεν είναι υποχρεωμένος να εμπλακεί στην πολεμική περιπέτεια κατάληψης ολόκληρης της ελληνικής επικράτειας προκειμένου ν’ αποσπάσει ένα τμήμα της, όποιο θέλει ή εν πάση περιπτώσει όποιο μπορεί· αφού καταλάβει ένα τμήμα, έχει τη δυνατότητα, εφ’ όσον υπερέχει στρατιωτικά, να εδραιώσει την καινούργια κατάσταση, δημιουργώντας σε σχετικά σύντομο διάστημα τετελεσμένα γεγονότα. Αντίθετα, η ελληνική πλευρά δεν έχει τη δυνατότητα (με ελάχιστες παρήγορες εξαιρέσεις) να αποσπάσει από τον μεγάλο και συμπαγή τουρκικό γεωγραφικό όγκο ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο κομμάτι χωρίς να περιπλακεί, mutatis mutandis, στο τραγικό δίλημμα του 1922.

Έλληνες στρατιώτες στη Μικρά Ασία, 1922.
Έλληνες στρατιώτες στη Μικρά Ασία, 1922.

Πώς μπορεί η Ελλάδα να εξουδετερώσει, σε περίπτωση πολέμου, τα σοβαρά γεωγραφικά της μειονεκτήματα; Θα επισημάνουμε τέσσερα σημεία. (…) Ας αρχίσουμε από το ζήτημα των πιθανών εδαφικών απωλειών και κερδών, καθώς μου φαίνεται προφανές ότι η τουρκική πλευρά θα συνδέσει την αιτιολόγηση και τη διεξαγωγή του πολέμου εκ μέρους της με εδαφικές διεκδικήσεις. Αν αυτό ευσταθεί, τότε η ελληνική πλευρά θα έκανε πολύ άσχημα να περιορισθεί στην υπεράσπιση των προσβαλλομένων εδαφών της. Αν αυτά ήσαν περισσότερα του ενός και αν δεν ήταν δυνατή η επιτυχής υπεράσπιση όλων τους, τότε οι Τούρκοι θα είχαν στο τέλος ένα καθαρό κέρδος, έστω και αν αυτό ήταν μικρό ή εκ των υστέρων φαινόταν «δυσανάλογο» (η έννοια είναι βέβαια σχετική) προς τις αντίστοιχες θυσίες. Γι’ αυτόν τον λόγο η ελληνική πλευρά πρέπει κατά το δυνατόν να επιδιώξει αυτοτελή εδαφικά κέρδη, είτε ως αντιστάθμισμα για μόνιμες δικές της απώλειες είτε ως πιθανό αντάλλαγμα σε μεταγενέστερες διαπραγματεύσεις. Το πού πρέπει να αναζητηθούν τα κέρδη αυτά, με δεδομένο τον κατά βάση συμπαγή και ολότμητο χαρακτήρα του τουρκικού εθνικού χώρου, μας το δείχνει μια γρήγορη επισκόπηση των τριών πιθανών θεάτρων του πολέμου: της Θράκης, του Αιγαίου και της Κύπρου. Στη Θράκη, ή μάλλον στον Έβρο, η πυκνή συγκέντρωση στρατευμάτων και από τις δύο πλευρές σημαίνει ότι όποιος καταφέρει να διασπάσει πρώτος τις αντίπαλες γραμμές θα έχει τη δυνατότητα να αποκόψει αμέσως, μ’ έναν κυκλωτικό ελιγμό σχεδόν επί τόπου, μεγάλες εχθρικές μονάδες.

Όμως αυτός δεν είναι ο μόνος λόγος, για τον οποίο οι ελληνικές δυνάμεις θα πρέπει εξ αρχής να επιδιώξουν με κάθε θυσία (και η πυκνή συγκέντρωση θα απαιτήσει κατά πάσα πιθανότητα σοβαρές θυσίες) τη διάσπαση του εχθρικού μετώπου και να μην αρκεσθούν σε μιαν παθητική άμυνα. Μια γρήγορη προέλαση τεθωρακισμένων μονάδων στην Ανατολική Θράκη, την οποία ευνοεί το πεδινό έδαφος και οι περιορισμένες αποστάσεις, θα μπορούσε να αποφέρει στην Ελλάδα το σημαντικότερο πιθανό αντίβαρο απέναντι σε οποιεσδήποτε εδαφικές απώλειες σε άλλες περιοχές.

Πράγματι, πουθενά αλλού εκτός από τη Θράκη η ελληνική πλευρά δεν έχει τη δυνατότητα αξιόλογης κατάκτησης εδαφών, οσοδήποτε περιορισμένη κι αν κρίνει κανείς αυτή τη δυνατότητα· πάντως υπάρχει, κι αφού είναι η μόνη πρέπει να αξιοποιηθεί στο έπακρο και με συνέπεια. Στο θέατρο του Αιγαίου, καθώς είπαμε, δεν έχει κανένα νόημα η προσπάθεια δημιουργίας προγεφυρωμάτων στη μικρασιατική ακτή, έστω κι αν τα προγεφυρώματα αυτά θα μπορούσαν να κρατηθούν για λίγο· η μόνη ενέργεια, η οποία θα μπορούσε ν’ αποφέρει εδώ εδαφικά οφέλη, θα ήταν μια κατάληψη της Ιμβρου και της Τενέδου, υπό την προϋπόθεση ότι το ελληνικό ναυτικό θα ήταν σε θέση να την καλύψει (την αεροπορική κάλυψη τη θεωρούμε θεμελιώδη και αυτονόητη τόσο σε μιαν απόβαση στα νησιά όσο και σε μιαν προέλαση στη Θράκη· όμως το πρόβλημα της κυριαρχίας στον εναέριο χώρο είναι τόσο κρίσιμο, ώστε θα μιλήσουμε γι’ αυτό χωριστά).

Τέλος, στην Κύπρο η ελληνική πλευρά πολύ λίγα πράγματα έχει να περιμένει. Και αν μπορέσει να υπερασπίσει κάτι, αυτό θα είναι δυνατόν μονάχα εάν ο κυπριακός πληθυσμός στο σύνολό του φανεί διατεθειμένος να πολεμήσει, αν χρειαστεί, με νύχια και με δόντια. Αυτό δυστυχώς, δεν έγινε το 1974, όταν είδαμε βέβαια την τραγωδία των Κυπρίων, αλλά δεν είδαμε μιαν επίμονη παλλαϊκή αντίσταση μέχρις εσχάτων. Όμως τούτη τη φορά δεν υπάρχει νότος για να καταφύγει κανείς. Υπάρχει μόνον η θάλασσα.

Το δεύτερο σημείο, που επιθυμούμε να υπογραμμίσουμε, είναι η ανάγκη συγκέντρωσης των δυνάμεων. Ο γεωγραφικός κατακερματισμός του ελληνικού χώρου γεννά εύκολα τον πειρασμό αντίστοιχου κατακερματισμού των ενόπλων δυνάμεων, έτσι ώστε να επιτευχθεί η κατά το δυνατόν πληρέστερη κάλυψή του. Ο πειρασμός αυτός μπορεί να αποβεί θανάσιμος, άλλωστε και ο σκοπός είναι καθ’ εαυτόν ουτοπικός. Η αριθμητική υπεροχή της τουρκικής πλευράς και το πλήθος των πιθανών στόχων της τής δίνει εξ αντικειμένου ορισμένα περιθώρια επιλογής και εκτέλεσης παραπλανητικών αποβατικών και άλλων κινήσεων με σκοπό να ενταθεί ο έτσι κι αλλιώς υπαρκτός ελληνικός πειρασμός του κατακερματισμού των δυνάμεων. Αντίστοιχα μεγάλη επαγρύπνηση και διαίσθηση απαιτείται από την πλευρά της ελληνικής ηγεσίας, η οποία θα πρέπει να ξεκόψει εξ αρχής από την αντίληψη ότι είναι δυνατή η ίση προστασία των πάντων, θα πρέπει επίσης, λόγω της αριθμητικής μειονεξίας και της απόλυτης αναγκαιότητας αεροπορικής παρουσίας σε όλα τα καίρια επιχειρησιακά σημεία, να θέσει σε δευτερεύουσα και τριτεύουσα μοίρα την προάσπιση πόλεων και αμάχων πληθυσμών και να επικεντρώσει τα διαθέσιμά της όχι στην κάλυψη χώρου, αλλά αποκλειστικά στη συντριβή του κύριου όγκου των εχθρικών ενόπλων δυνάμεων, εκεί όπου αυτές θα ρίξουν το βάρος τους και ει δυνατόν πριν προλάβουν να αναπτυχθούν πλήρως. Προκειμένου να εκπληρωθεί ο υπέρτατος αυτός σκοπός ίσως χρειασθεί να διακινδυνεύσει ο αριθμητικά υποδεέστερος την απώλεια εδαφών ή και τη διεξαγωγή επιχειρήσεων με ανοιχτά τα πλευρά του, πράγμα που θα πρέπει ν’ αναπληρώνει με ευελιξία και ταχύτητα.

Όμως η τελική έκβαση θα κριθεί με βάση τα όσα θα γίνουν στο επίπεδο εκείνο που άπτεται της ίδιας της ουσίας του πολέμου. Πόλεμος σημαίνει πρωταρχικά επιδίωξη συντριβής των εχθρικών ενόπλων δυνάμεων, απ’ αυτήν εξαρτώνται κι απ’ αυτήν απορρέουν όλα τα άλλα. Και εάν αυτή επιτευχθεί, τότε αναπληρώνονται αργά ή γρήγορα όλα, όσα θυσίασε κανείς θέλοντας να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του την αποφασιστική στιγμή στο αποφασιστικό σημείο.

Κατά τρίτον λόγο, η ελληνική πλευρά δεν θα μπορέσει να αντισταθμίσει τα γεωγραφικά της μειονεκτήματα έναντι της τουρκικής αν δεν καλύπτει με ικανή δύναμη πυρός το σύνολο της τουρκικής επικράτειας και όχι απλώς τα θέατρα του πολέμου και περιορισμένο βάθος του χώρου γύρω τους. Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί. Το μικρό βάθος του ελληνικού χώρου δίνει στην τουρκική πλευρά τη δυνατότητα να πλήξει ολόκληρη την επιφάνειά του με όπλα μικρότερου βεληνεκούς (ήδη η Τουρκία αποκτά αμερικανικούς πυραύλους ATACMS με βεληνεκές 120-300 χλμ.) καθώς και με αεροπλάνα που διαθέτουν μικρότερη ωφέλιμη ακτίνα δράσεως από τα ελληνικά. Αλλά και αντίστροφα: το συγκριτικά μεγάλο βάθος του τουρκικού χώρου επιτρέπει να αποσυρθούν στο εσωτερικό του, δηλαδή πέρα από την εμβέλεια της ελληνικής δύναμης πυρός, όπλα μεγαλυτέρου βεληνεκούς (η Τουρκία έφτασε να συζητεί ακόμα και με την Κίνα την αγορά πυραύλων εδάφους – εδάφους μεγάλου βεληνεκούς) καθώς και αεροπλάνα με μεγαλύτερη ωφέλιμη ακτίνα δράσεως· ας σημειωθεί ότι τα τουρκικά αεροπλάνα μπορούν, ξεκινώντας από τα μακρινότερα ως προς εμάς αεροδρόμια της Ανατολίας (Μπάτμαν, Ερζουρούμ), να ανεφοδιάζονται στον αέρα όσο ακόμα βρίσκονται μέσα στον τουρκικό εναέριο χώρο και να εκτελούν έτσι αποστολές μέσα στην ελληνική επικράτεια σα να είχαν απογειωθεί από αεροδρόμια των μικρασιατικών παραλίων. Ετσι, σε περίπτωση σύρραξης, η ελληνική πλευρά, ακόμα κι αν θα επιθυμούσε να αιφνιδιάσει τον αντίπαλο με ένα προληπτικό χτύπημα, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι θα έβρισκε τον κορμό των αεροπορικών δυνάμεων στα πλησιέστερα αεροδρόμια.

Το κρίσιμο τούτο πρόβλημα λύνεται μόνον με πυραυλικά συστήματα κατάλληλου βεληνεκούς και με ουσιώδεις δυνατότητες ανεφοδιασμού των ελληνικών αεροπλάνων στον αέρα (π.χ. μεταξύ Κρήτης και Κύπρου). Τα πράγματα θα ήσαν πολύ απλούστερα, εννοείται, αν η Ελλάδα και η Κύπρος δεν ήσαν κράτη με de facto μειωμένα κυριαρχικά δικαιώματα, αν δηλαδή οι αποφάσεις τους δεν εξαρτιούνταν ούτε άμεσα ούτε έμμεσα από το τι ανέχονται οι Ηνωμένες Πολιτείες και το τι θεωρεί ως casus belli η Τουρκία. Στην περίπτωση αυτή, η κυρίαρχη κυπριακή κυβέρνηση θα καλούσε την κυρίαρχη ελληνική κυβέρνηση να εγκαταστήσει αεροπορικές δυνάμεις στο έδαφός της, οι οποίες θα μπορούσαν να πλήξουν άμεσα την καρδιά και τα νώτα της τουρκικής επικράτειας. Στο κάτω – κάτω η Ελλάδα είναι εξ ίσου εγγυήτρια Δύναμη του κυπριακού κράτους και επομένως έχει τουλάχιστον τα ίδια δικαιώματα με την Τουρκία να εγκαταστήσει εκεί τις ένοπλες δυνάμεις της. Αλλά τέτοιες παλικαριές ούτε καν να τις ονειρευθεί δεν τολμά όποιος είναι υποχρεωμένος να επαιτήσει το τελευταίο ανταλλακτικό και την τελευταία βίδα.

Τέταρτο και τελευταίο, μπροστά στη γενικότερη πλεονεκτική θέση της Τουρκίας η ελληνική πλευρά δεν θα είχε σοβαρές πιθανότητες στρατιωτικής νίκης αν δεν έβρισκε τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να καταφέρει το πρώτο (μαζικό) πλήγμα, αιφνιδιάζοντας τον εχθρό. Το πρώτο πλήγμα το επιβάλλει σήμερα όχι κάποια «πολεμοχαρής» διάθεση, αλλά η λογική των σύγχρονων οπλικών συστημάτων: η λογική του μέσου αυτονομείται, όπως αναφέραμε στις εισαγωγικές μας παρατηρήσεις, και προσδιορίζει ουσιωδώς τον προσανατολισμό της πολεμικής στρατηγικής. Αν η ελληνική πλευρά, λέγοντας «αμυντικό δόγμα», εννοεί ότι, φοβούμενη μήπως εκτεθεί στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης και των συμμάχων, προτίθεται σε οποιαδήποτε περίπτωση (γενικού) πολέμου να αφήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και το πλεονέκτημα του πρώτου (μαζικού) πλήγματος στον εχθρό, τότε έχει κατά πάσα πιθανότητα υπογράψει μόνη της και εκ προοιμίου την καταδίκη της. Με δεδομένη την τουρκική υπεροπλία και τη γενικότερη τουρκική γεωπολιτική υπεροχή ένα (μαζικό) πρώτο πλήγμα εξ ανατολών θα παραλύσει τεχνικά, αλλά και ψυχολογικά την ελληνική πλευρά.

Σε παλαιότερους πολέμους, διεξαγόμενους στην ξηρά, μπορούσε ενδεχομένως να αφεθεί στον εχθρό η επιθετική πρωτοβουλία ως ότου εξαντλήσει τις δυνάμεις του. Όμως αυτό προϋπέθετε ότι ο αμυνόμενος κατείχε θέσεις φυσικά ή τεχνητά οχυρές που του επέτρεπαν να κρατήσει τις δικές του δυνάμεις σχετικά αλώβητες ώσπου να περάσει στην αντεπίθεση. Σήμερα, η δύναμη και το βεληνεκές του πυρός από κάθε κατεύθυνση προς κάθε κατεύθυνση και η μετάθεση του πολεμικού κέντρου βάρους από την ξηρά στον αέρα ακυρώνει αυτήν την προϋπόθεση· δεν υπάρχουν πια κρυψώνες για τις ένοπλες δυνάμεις, και το (μαζικό) πρώτο πλήγμα αποσκοπεί ακριβώς στην εξουδετέρωση των μέσων μιας αντεπίθεσης σε ευρεία κλίμακα. Οι ίδιοι αυτοί τεχνικοί παράγοντες καθιστούν τον χρόνο αποφασιστικό μέγεθος, με άλλα λόγια προσδίδουν στην εναρκτήρια φάση του πολέμου καθοριστική σημασία· ό,τι δεν κερδίζεται ή ό,τι χάνεται στη φάση αυτή είναι δυσκολότατο ν’ αποκτηθεί ή να αναπληρωθεί κατόπιν. Γι’ αυτό και το πρώτο πλήγμα, το οποίο εγκαινιάζει την καθοριστική εναρκτήρια φάση του πολέμου, πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μαζικότερο και καιριότερο. Πρώτο πλήγμα, με τη στρατηγική σημασία του όρου, δεν είναι ο πρώτος τυχόν πυροβολισμός που πέφτει κατά το πρώτο «θερμό επεισόδιο» μιας πολεμικής αντιπαράθεσης· είναι μια συντονισμένη και ακαριαία ενέργεια όλων των κλάδων των ενόπλων δυνάμεων προς εκμηδένιση των ζωτικών σημείων του εχθρικού πολεμικού δυναμικού, ιδίως όσων εμφανίζονται κρίσιμα μέσα στη δεδομένη συγκυρία.

Μπροστά στη γενικότερη πλεονεκτική θέση της Τουρκίας η ελληνική πλευρά δεν θα είχε σοβαρές πιθανότητες στρατιωτικής νίκης αν δεν έβρισκε τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να καταφέρει το πρώτο (μαζικό) πλήγμα, αιφνιδιάζοντας τον εχθρό. Το πρώτο πλήγμα το επιβάλλει σήμερα όχι κάποια «πολεμοχαρής» διάθεση, αλλά η λογική των σύγχρονων οπλικών συστημάτων: η λογική του μέσου αυτονομείται, όπως αναφέραμε στις εισαγωγικές μας παρατηρήσεις, και προσδιορίζει ουσιωδώς τον προσανατολισμό της πολεμικής στρατηγικής. 

Μπορεί να καταφερθεί στο πλαίσιο της κλιμάκωσης ενός τοπικού «θερμού επεισοδίου», αλλά και πολύ νωρίτερα ακόμα, όταν δηλαδή διαπιστωθεί ότι επίκειται έτσι κι αλλιώς εχθρική επίθεση· το επιτελικό σχέδιο του πρώτου πλήγματος πρέπει λοιπόν να βρίσκεται στο συρτάρι ήδη από καιρό ειρήνης, χωρίς αυτό να σημαίνει καθόλου ότι όποιος το έχει καταστρώσει και όποιος θα το εφαρμόσει είναι αναγκαία ο επιτιθέμενος με την ιστορική και πολιτική έννοια του όρου. Καθώς το γεωπολιτικό δυναμικό της Τουρκίας μακροπρόθεσμα ενισχύεται, ενώ της Ελλάδας μακροπρόθεσμα συρρικνώνεται, ο επιτιθέμενος με την ιστορική και την πολιτική έννοια δεν μπορεί να είναι άλλος από την Τουρκία· ανεξάρτητα από εθνικές μυθολογίες, το γεγονός τούτο δεν έχει καμμία σχέση με ηθικές ή φυλετικές ιδιότητες, αλλά οφείλεται στη διαμόρφωση του συσχετισμού των δυνάμεων, και τα πράγματα θα αντιστρέφονταν αν αντιστρεφόταν και ο συσχετισμός των δυνάμεων. Αλλά όποιος, θέλοντας και μη, υιοθετεί αμυντική στρατηγική στο ιστορικό και στο πολιτικό επίπεδο, δεν είναι γι’ αυτόν και μόνον τον λόγο υποχρεωμένος να υιοθετήσει αμυντική στρατηγική στο στρατιωτικό επίπεδο. Τα δύο επίπεδα δεν πρέπει να συγχέονται κατά κανένα τρόπο.

Άλλο είναι η άμυνα ως ιστορικοπολιτικός σκοπός και άλλο η άμυνα ως στρατιωτικό μέσο, άλλο ο αμυντικός χαρακτήρας ενός πολέμου και άλλο η αμυντική διεξαγωγή ενός πολέμου. Άλλωστε από στρατιωτική άποψη η καθαρά αμυντική διεξαγωγή πολέμου στερείται νοήματος και είναι πρακτικά αδύνατη. Αν την παίρναμε στα σοβαρά, θα σήμαινε ότι ο επιτιθέμενος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει ατιμώρητα, διατρέχοντας απλώς τον κίνδυνο να επανέλθει στην αρχική του θέση και να προετοιμασθεί για να ξαναδοκιμάσει. Καμμιά άμυνα δεν είναι τελεσφόρα, αν δεν εμπεριέχει μια δραστική τιμωρία του επιτιθέμενου, όμως η τιμωρία αυτή δεν μπορεί παρά να συνίσταται σε πράξεις, οι οποίες, αν ιδωθούν μεμονωμένα, χαρακτηρίζονται από την ισχυρή παρουσία επιθετικών στοιχείων: ο αμυνόμενος πυροβολεί με τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιον σκοπό όπως και ο επιτιθέμενος.

Πηγή: Το πιο πάνω κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Παναγιώτη Κονδύλη «Θεωρία του πολέμου» (Εκδόσεις Θεμέλιο). Δημοσιεύτηκε στο Βήμα στις 9.11.1997 ως προδημοσίευση της κυκλοφορίας του βιβλίου την επομένη. https://piotita.gr


Από:http://eranistis.net/wordpress/2018/03/23/28728%CF%80%CE%B1%CE%BD-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%B4%CF%8D%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AE%CE%BD%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B1/

Εντρεπρενέρ με τα λεφτά του μπαμπά …


Ο μύθος του νεαρού, ασυμβίβαστου και ριψοκίνδυνου επιχειρηματία που γνωρίζει την επιτυχία χάρη στη σκληρή δουλειά και (ίσως) κάποια γενετική προδιάθεση στην ανάληψη ρίσκου, κατέρρευσε και επισήμως στο τέλος του 2017. Αν γεννηθείς φτωχός θα πεθάνεις πιθανότατα φτωχός. Και αν γεννηθείς πλούσιος θα κάνεις ό,τι θέλεις

Να ψάχνουμε τα ΕΣΠΑ στα σκουπίδια. Εκεί μας κατάντησαν οι αλήτες

Αγνωστος Ελλην εντρεπρενέρ

Ο Φίλιπ Αλστον συγκέντρωσε φρικτές εικόνες από το ταξίδι του στις ΗΠΑ. Είδε ανθρώπους με σαπισμένα δόντια, που δεν μπορούσαν να επισκεφθούν έναν οδοντίατρο. Είδε άστεγους και πολίτες που πέθαιναν από ιάσιμες ασθένειες ή απλώς… από τη μόλυνση του περιβάλλοντος.

Ως ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για την Ακραία Φτώχεια και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είχε καθήκον να καταγράψει ότι τουλάχιστον ένας στους οκτώ κατοίκους της πλουσιότερης χώρας του κόσμου ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και να παρουσιάσει μερικά παραδείγματα, που θα έκαναν την έκθεσή του λίγο πιο «θελκτική» για τα διεθνή μέσα ενημέρωσης.

Ο Αλστον όμως συμπεριέλαβε και μια φράση που αποτελεί τη χαριστική βολή για το ημιθανές σώμα του αμερικανικού ονείρου: «Αν θέλετε να μιλήσετε για το αμερικανικό όνειρο», είπε, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι «ένα παιδί που γεννιέται φτωχό στις ΗΠΑ δεν έχει στατιστικά σχεδόν καμία πιθανότητα να ξεφύγει από τη φτώχεια».

Το συμπέρασμά του αμφισβητούσε τον πυρήνα του μύθου της αριστείας, που υποστηρίζει ότι η σκληρή δουλειά είναι το μόνο που απαιτείται για να εξασφαλίσει κάποιος την επιτυχία στη φιλελεύθερη Αμερική… ή ακόμη και στη μνημονιακή Ελλάδα.

Ερχεται μάλιστα να συμπληρώσει πρόσφατη έρευνα, που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Child Development και αναφέρει ότι τα φτωχά παιδιά, που πιστεύουν σε έννοιες όπως η «αξιοκρατία», η «αριστεία» και η «κοινωνική δικαιοσύνη», καταλήγουν να απογοητεύονται και οδηγούνται συχνά σε επικίνδυνες και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές «καθώς αρχίζουν να αμφισβητούν τον εαυτό τους, για προβλήματα τα οποία δεν θα μπορούσαν να ελέγξουν».

Αντίθετα, εξηγούσε η επικεφαλής της έρευνας Εριν Γκόντφρεϊ, «όταν ανήκεις σε προνομιούχα στρώματα και πιστεύεις ότι το σύστημα είναι δίκαιο και συνεπώς θα πας μπροστά αν προσπαθήσεις αρκετά σκληρά, δεν δημιουργούνται εσωτερικές συγκρούσεις… απλώς αισθάνεσαι ικανοποιημένος με τον εαυτό σου που τα κατάφερε».

Οι παρατηρήσεις του Αλστον και της Γκόντφρεϊ καταρρίπτουν όμως και ακόμη έναν μύθο που τα τελευταία χρόνια εξαπλώνεται σαν μυστικιστική αίρεση στην καρδιά του σύγχρονου καπιταλισμού: ότι οι περίφημοι entrepreneurs (τα χείλη πρέπει να σχηματίζουν κύκλο στο τέλος της λέξης για να σας καταλαβαίνουν στο Κολωνάκι και την Εκάλη) οφείλουν συχνά την επιτυχία τους όχι μόνο στην αριστεία αλλά και σε μια γενετική προδιάθεση.

Σύμφωνα με τη σχετική θεωρία, η ανάληψη ρίσκου από τους νεαρούς επιχειρηματίες, που ξεκινούν τις δικές τους εταιρείες, αποτελεί κληρονομικό χάρισμα. Προφανώς, επειδή το συγκεκριμένο επιχείρημα έρχεται σε σύγκρουση ακόμη και με τις αρχές του καπιταλισμού και μας φέρνει πίσω στα χρόνια της πεφωτισμένης αριστοκρατίας, οι θιασώτες του τονίζουν ότι δεν αρκεί να έχεις το γονίδιο του εντρεπρενέρ εάν δεν το συνδυάσεις με σκληρή δουλειά που θα σε διακρίνει από τους υπόλοιπους (αριστεία).

Τα εκατοντάδες κείμενα που προωθούν τη συγκεκριμένη γενετική θεωρία έχουν μοναδική πηγή ένα βιβλίο του Σκοτ Σέιν, ο οποίος διδάσκει entrepreneurship (;) στο Πανεπιστήμιο του Case Western Reserve στις ΗΠΑ – πρόκειται δηλαδή για έναν άνθρωπο χωρίς καμία γνώση γενετικής.

Αντίθετα δεκάδες πρόσφατες επιστημονικές έρευνες αποδεικνύουν ότι η αυξημένη τάση προς την ανάληψη υψηλού ρίσκου, που (ομολογουμένως) παρουσιάζουν αρκετοί επιτυχημένοι εντρεπρενέρ, σχετίζεται συνήθως… με τα λεφτά του μπαμπά ή της μαμάς.

Ηδη από το 1998 οι ερευνητές Ντέιβιντ Μπλαντσφλάουερ και Αντριου Οσβαλντ, από το Πανεπιστήμιο του Γουόρικ, απέδειξαν ότι η ανάληψη ρίσκου είναι «κληρονομική» μόνο με την έννοια ότι οι επιτυχημένοι εντρεπρενέρ κληρονόμησαν κάποιο σημαντικό ποσό από συγγενείς τους, το οποίο χρησιμοποίησαν σαν αρχικό κεφάλαιο στην επιχείρησή τους. Σε έρευνα του 2013 οι οικονομολόγοι Ρος Λέβιν και Ρόνα Ρούμπινσταϊν, από το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια, ανέφεραν ότι «εάν κάποιος δεν διαθέτει χρήματα από την οικογένειά του οι πιθανότητες να ανοίξει τη δική του επιχείρηση μειώνονται».

Οι ερευνητές συνήθως δεν επιχειρούν να αποδείξουν ότι οι εντρεπρενέρ χρησιμοποιούν τα λεφτά του μπαμπά για να ανοίξουν την επιχείρησή τους (αν και συνήθως αυτό συμβαίνει), αλλά ότι η οικογενειακή περιουσία αποτελεί ένα αόρατο δίχτυ ασφαλείας που τους επιτρέπει να λαμβάνουν πιο ριψοκίνδυνες επιχειρηματικές αποφάσεις.

Αυτό που κληρονόμησαν δηλαδή δεν είναι κάποιο γονίδιο, αλλά η άνεση να «φάνε τα μούτρα» τους με ασφάλεια και (στην περίπτωση που η επένδυση αποδώσει καρπούς) το θράσος να παρουσιάζονται σαν ριψοκίνδυνοι, επιτυχημένοι επιχειρηματίες.

INFO

Επισκεφθείτε
Ο Εντερπρενέρ (@DosteMouFunding)Χιουμοριστικό (ελπίζουμε) προφίλ στο facebook το οποίο, όμως, απηχεί τις απόψεις των Ελλήνων Εντερπρενέρ και λοιπών κυνηγών ΕΣΠΑ.

Smart and Illicit (www.nber.org/papers/w19276)

Δύο ερευνητές συνδέουν το ριψοκίνδυνο και «αντικομφορμιστικό» προφίλ των νεαρών εντρεπρενέρ με την ασφάλεια που προσφέρει η οικογενειακή τους περιουσία.

Η τελευταία «Σοβιετία» της Ευρώπης…


Του Δημήτρη Κούλαλη

ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ

«Η τελευταία κομμουνιστική χώρα της Ευρώπης… είναι η Ελλάδα! Δεν το πιστεύετε; Ρίξτε μια ματιά στους πίνακες που ακολουθούν και θα το ξανασκεφθείτε»….

Τάδε έφη Αριστείδης Χατζής, Αν. Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Σκεφτήκαμε να ακολουθήσουμε την προτροπή του κ. Καθηγητή  και να… ρίξουμε μια ματιά, όχι στους πίνακές του, μα στα επίσημα στοιχεία.

Βρισκόμαστε στην Ελλάδα, λοιπόν, του κομμουνιστικού ολέθρου.

Τι συμβαίνει σ’ αυτή την τάλαινα χώρα;

  • Τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα συρρικνώθηκαν κατά 70% από τα πρώτα μνημονιακά μέτρα, το 2010, ενώ η φορολογική επιβάρυνση μισθωτών, συνταξιούχων και ελεύθερων επαγγελματιών εξακοντίστηκε πάνω από 500%.
  • Σύμφωνα με την έρευνα των Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ, η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για την αγορά ειδών διατροφής περιορίστηκε σε 293,3€(<356,6€-2009).
  • Σύμφωνα με την Έκθεση του ΙΕΛΚΑ, ενώ το 2009 η μέση μηνιαία δαπάνη για διατροφή και εστίαση ανερχόταν σε 646,28€, το 2015 υποχώρησε στα 495,36€, ήγουν 23,4% μείωση.
  • Το 4,7% του πληθυσμού παραδέχεται ότι πάσχει από κατάθλιψη.
  • Στο ερώτημα «αν θα ήταν καλύτερα να μη ζει κάποιος ή να βλάψει τον εαυτό του;» το 3,3% των συμμετεχόντων απάντησε θετικά.

Aκόμη, βάσει των στοιχείων της Έρευνας Εισοδήµατος και Συνθηκών ∆ιαβίωσης των Νοικοκυριών 2016 που διενήργησε η ΕΛΣΤΑΤ και δόθηκαν στην δημοσιότητα στις 23/6/2017:

  • Το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή και κοινωνικού αποκλεισμού ανέρχεται σε 35,6% του συνόλου της χώρας.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας ή και κοινωνικού αποκλεισµού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των ατόµων ηλικίας 18-64 ετών (39,7%) .
  • Τα άτομα ηλικίας 18-64 ετών που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή και κοινωνικού αποκλεισµού εκτιµάται ότι αγγίζουν για τους ημεδαπούς το 38,0% και για τους αλλοδαπούς που διαµένουν στην Ελλάδα το 59,7%.
  • Το ποσοστό του πληθυσµού, που ενώ δε βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας, διαβιεί σε νοικοκυριά µε υλική στέρηση, αλλά χωρίς χαµηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 8,4% .
  • Το ποσοστό του πληθυσμού, που δε βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας και διαβιεί σε νοικοκυριά χωρίς υλική στέρηση, αλλά µε χαµηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 4,9%.
  • Το ποσοστό του πληθυσµού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας αλλά διαβιεί σε νοικοκυριά χωρίς υλική στέρηση και χωρίς χαµηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 6,7% .
  • Το 21,2% του πληθυσµού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας (έπειτα από τις κοινωνικές µεταβιβάσεις), το 22,4% σε υλική στέρηση και το 17,2% του πληθυσµού ηλικίας 0-59 ετών διαβιεί σε νοικοκυριά µε χαµηλή ένταση εργασίας.
  • Το 2016, το 21,2% του συνολικού πληθυσµού της χώρας βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας.
  • Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ανέρχονται σε 832.065 σε σύνολο 4.168.784 νοικοκυριών και τα µέλη τους σε 2.262.808 στο σύνολο των 10.651.929 ατόµων του πληθυσµού της χώρας.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για τα παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 26,3% .
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για τους πολίτες άνω των 65 ετών ανέρχεται σε 12,4% .
  • «Για το 2016, το χάσµα κινδύνου φτώχειας ανήλθε σε 31,9% του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας, σηµειώνοντας αύξηση σε σχέση µε το προηγούµενο έτος. Με βάση το ποσοστό αυτό, εκτιµάται ότι το 50% των φτωχών κατέχουν εισόδηµα µικρότερο από το 68,1% του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας (το οποίο ανέρχεται σε 4.500 ευρώ), δηλαδή κάτω από 3.064 ευρώ, ετησίως, ανά άτοµο». Ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 2005 που ήταν 23,9%.
  • Το βάθος κινδύνου φτώχειας για τα παιδιά ηλικίας 0-17 ετών εκτιµάται ότι φτάνει το 33,3%, ενώ για τα άτοµα ηλικίας 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 18,7%, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξεως του 1,4% σε σχέση µε το 2015 .

Συνέχεια

Από τους μαχαλάδες στα neighborhoods…


Από τον Anaximandro Soicher

Η νεοελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από τα τεράστια προβλήματα αυτοπροσδιορισμού της, που ανήκει εν τέλει η Ελλάδα; Ο Παπανδρέου έλεγε η ‘’Ελλάδα ανήκει εις τους Έλληνες’’, ο Καραμανλής έλεγε ‘’ανήκομεν εις την δύσην’’ και πριν μερικές μέρες ο Γιώργος Βαρεμένος προς μεγάλη χαρά όλων μας, μας πληροφόρησε ότι ανήκουμε ‘’στις πλούσιες χώρες’’.

Αφόρητες γενικολογίες βαραίνουν αυτό το ερώτημα. Μια επιδερμική επαφή με την νεοελληνική ιστορία, από το 1830 και μετά, θα σκίτσαρε τον Έλληνα ως ένα Τούρκο που φοράει τσαρούχια και γαλλικό πανωφόρι να διαβάζει Πλάτωνα και να πίνει ουίσκι.

Αυτή η σχιζοφρενική εικόνα επιβεβαιώνεται καθημερινά στα μάτια μας με διάφορες εκδοχές. Ο Χ θα βρίζει στα Τούρκικα για να μας δείξει τον ελληνικό του τσαμπουκά, η Ψ θα γλεντάει όπως μόνον οι Έλληνες ξέρουν, ακούγοντας τουρκοτσιφτετέλια. Ο βασιλόφρων γέρος ρουφώντας τον Τούρκικο καφέ του, θα μιλάει για τους υπανθρώπους της ανατολής και η ενοχλητική κυρία Ευγενία από το διπλανό διαμέρισμα, θα αλατοπιπερώνει τις μελιτζάνες της, για να φτιάξει ιμάμ καθώς θα καταριέται τους μουσουλμάνους.

Η προσκόλληση μας στο παρελθόν, και η καθημερινή προσπάθεια μας να αποδείξουμε την ‘’ελληνικότητα’’ μας, ακόμα και μεταξύ μας, είναι το πιο βροντερό παράδειγμα των αμφιβολιών μας.

Θυμίζουμε τον ήρωα του Καμύ, τον εκκεντρικό Ζαν-Μπατίστ Κλαμάνς, ‘’Με συγχωρείτε, έχω το σύνδρομο του σύρτη. Τη στιγμή που πάει να με πάρει ο ύπνος, δε θυμάμαι ποτέ αν έβαλα το σύρτη. Κάθε βράδυ πρέπει να σηκώνομαι για να το ελέγξω.’’(Αλμπέρ Καμύ, Η Πτώση, Καστανιώτης, σελ.99)

Εμείς έχουμε το ‘’σύνδρομο του διαβατηρίου’’, το ελέγχουμε συνεχώς, για να δούμε αν είμαστε ακόμη Έλληνες και πέφτουμε πάντα στο κρεβάτι με το φόβο μην ξυπνήσουμε το πρωί Τούρκοι. Η ανατολή στο μυαλό των περισσότερων Ελλήνων είναι η Τουρκία, γι αυτό γαντζώθηκαν από τα δυτικά πρότυπα, γιατί δεν πρέπει να έχουμε την όποια σχέση με τους ‘’εχθρούς’’ μας.

Η αντίληψη πολλών  γύρω από την εθνική ταυτότητα και τις καταβολές μας, δεν αποσκοπεί στην υπεράσπιση του ελληνικού πνεύματος, αλλά κατά κύριο λόγο στην υπογράμμιση της ‘’μη τουρκικότητας’’ μας.

Δύση ή Ανατολή λοιπόν; Ένα ερώτημα που έμελλε να τελέσει χρέη θερμοκοιτίδας για πολλούς μικρούς ή μεγάλους διχασμούς στην Ελλάδα. Ο  Αλέξης Πολίτης στο βιβλίο του Ρομαντικά Χρόνια κάνει μια λαμπρή παρατήρηση, ‘’Προτού επιχειρήσουμε να εννοήσουμε κάπως τα πράγματα, ας ξεκινήσουμε από μία λογική, ή έστω, γεωγραφική λεπτομέρεια. Για να ονομάσεις την Ελλάδα, τα Βαλκάνια γενικότερα, ‘’ανατολή’’, σημαίνει πως η σκοπιά- σου είναι ‘’δυτική’’, πως την κοιτάζεις από τη μεριά της Ευρώπης.’’ (Αλέξης Πολίτης, Ρομαντικά Χρόνια, Ε.Μ.Ν.Ε- ΜΝΗΜΩΝ, σελ.92)

Άρα με βάση την παραπάνω αναφορά, πριν αναζητήσουμε τις γεωγραφικές ρίζες μας, πρέπει να ορίσουμε την ‘’σκοπιά’’ μας στο παρόν. Μιλάμε ως δυτικοί για την ανατολή ή ως ανατολικοί για την δύση;

Από το 1940 η ‘’δύση’’ έκανε ένα πρωτοφανές και αποφασιστικότατο ‘’Κωσταλέξι’’ στην Ελλάδα, στόχος ήταν η διακοπή του φλέρτ με την ‘’ανατολή’’. Εκείνα τα πύρινα χρόνια η ‘’ανατολή’’ ήταν η Σοβιετική Ένωση.

Το 1944 η περίφημη ‘’συμφωνία των ποσοστών’’ όρισε το αύριο της Ελλάδας, ο Στάλιν γύρισε την πλάτη του και ο Τσώρτιλ με τις ελευθερίες που του έδινε η νέα συμφωνία, κίνησε λυτούς και δεμένους για να βγάλει τους κομμουνιστές από τη μέση. Το ‘’Κωσταλέξι’’ που προανέφερα δικαιολογείται ως όρος από την αντιμετώπιση που είχαν οι μη ‘’δυτικοί’’ έλληνες, Δεκεμβριανά και Εμφύλιος ήταν η τιμωρία των εξ ανατολάς επηρεαζόμενων.

Η δύση μας αγκάλιασε με το δόγμα Τρόυμαν και το  σχέδιο Μάρσαλ, το 47’ έρχονταν τα Λίμπερτυ το ένα μετά το άλλο για να δώσουν σακάκια στον ελληνικό λαό και ντόλαρς, μιας και χρήζαμε ανθρωπιστικής βοήθειας ως ‘’ανταρτόπληκτοι’’. Η Ελλάδα είχε γίνει και επίσημα αμερικάνικο προτεκτοράτο.

Η ανατολή για τους Έλληνες ήταν πάντα η Τουρκία, η ανατολή για τους  Έλληνες πολιτικούς (από την Μεταξική χούντα και μετά) ήταν η Σοβιετική Ένωση.

Ο Τσώρτσιλ είναι αυτός που με μαριονέτες τον ‘’αχυράνθρωπο’’, ‘όπως αναφέρει ο Σεφέρης, Γεώργιο Παπανδρέου ή αλλιώς ‘’γέρο της δημοκρατίας’’ και τον παθητικότατο Γεώργιο Β’ έκλεισε την υπόθεση και μας έκανε πλέον να μιλάμε ως ‘’δυτικοί’’ για την ‘’ανατολή’’.

Η δύση τα σάρωσε όλα στην χώρα μας, όχι στο όνομα του ‘’αντιτουρκισμού’’ αλλά στο όνομα του ‘’αντικομμουνισμού’’. Ότι τούρκικο, καπηλευτικέ, ότι κομμουνιστικό στο μεγαλύτερο φάσμα του, νερώθηκε και ακρωτηριάστηκε. Οι μαχαλάδες μας λοιπόν γίνανε neighborhoods και εμείς άλλο ένα αστεράκι στην αμερικάνικη σημαία.


Aπό:http://www.nostimonimar.gr/apo-tous-machalades-sta-neighborhoods/

Οι δεκατέσσερεις λύκοι (η αντίστροφη αλληγορία των 1000 ελλήνων)…


Αφήσαμε το θέμα να ξεθυμάνει (και ήταν εύκολο να υπολογίσουμε το πόσο γρήγορα τελειώνουν τα 15 λεπτά θεαματικής δημοσιότητας!): κάποιο τμήμα του παγκόσμια διάσημου και όντως αξιοσέβαστου ινστιτούτου Max Plank σκέφτηκε τι θα μπορούσε να προκαλέσει την αλλαγή παραδείγματος (με προδιαγραφές ύστερου 20ου αιώνα, όχι τίποτα παραπάνω!) στην ελληνική διοίκηση: η απελευθέρωση («ένεση») 1000 στελεχών υψηλών προδιαγραφών, ελληνικής καταγωγής, «εσωτερικού» και «εξωτερικού», με μισθούς Βρυξελών, πείρα και αποφασιστικότητα, μέσα σε όλους (και οπωσδήποτε τους βασικότερους) τομείς της κρατικής / δημόσιας διοίκησης.

Άμεση σχέση δεν έχει. Εμείς οι παλιάνθρωποι τα φέρνουμε δίπλα δίπλα: Λοιπόν, προς στιγμήν ξεχάστε τον ελληνικό καπιταλισμό και το κράτος του. Η είδηση / ύμνος «στη σοφία της φύσης» πάει έτσι:

…Το 1995 η Αμερικανική Υπηρεσία Αλιείας και Άγριας Ζωής, μαζί με Καναδούς βιολόγους, απελευθέρωσαν 14 λύκους στο Εθνικό Πάρκο του Γέλοουστόουν, από όπου είχαν εξαφανιστεί από το 1926. Τι παρατηρήθηκε; Το θαύμα της φύσης, που γιατρεύεται και επαναφέρει την ισορροπία της στα οικοσυστήματα. 

Μπορεί οι λύκοι να ήταν λίγοι στην αρχή, και να σκότωσαν μερικά ελάφια, όμως οι αλλαγές που επέφεραν μετέβαλαν μέχρι και τη ροή των ποταμών…

Σύμφωνα με τους μελετητές οι 14 λύκοι του 1995, μέσα σε μια 20ετία, προκάλεσαν (άθελά τους και χωρίς σχέδιο, ας το σημειώσουμε) αλυσιδωτές ευεργετικές συνέπειες στη βιοποικιλότητα του αμερικανικού πάρκου. (Περισσότερα τηλεγραφικά στο tvxs.gr). Θα μπoρούσε, άραγε, κατ’ αναλογία, η «απελευθέρωση 1000 διοικητικών στελεχών υψηλού επιπέδου και μισθών» στο ελληνικό κρατικό / παρακρατικό / καπιταλιστικό (και αμερικανόφιλο) προσοδικό οικοσύστημα, να έχει ένα παρόμοιο αποτέλεσμα;

Συνέχεια

«Για να μάθουν τα παιδιά σας σωστά Ελληνικά, ΙΕΚ Τάπερμαν»…VIDEO…


«Ταπερμανιστάν= (©100% μαλβινική ορολογία). Ιδιωτικό ινστιτούτο επαγγελματικής κατάρτισης ιδρυθέν γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ’90.» (από το συγχρονο λεξικό slang.gr)

Καλά, έιχε συνέντευξη Κώστα Σημίτη (15 χρόνια ακριβώς μετά την είσοδο της Ελλάδας στο ευρώ). Θα γίνει του εκσυγχρονισμού.

Ο Κώστας Σημίτης εδωσε την πρώτη του τηλεοπτική συνέντευξη μετά την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία, στην εκπομπή Ιστορίες (ΣΚΑI, Τρίτη 28 Μαρτίου, 12.00 τα μεσάνυχτα στη Σ. Κοσιώνη και στον Π. Τσίμα).

Με την αφορμή, βλέπουμε σε άπταιστα Μαλβινέζικα, στιγμές από τα ΙΕΚ Τάπερμαν που μας έμαθαν «σωστά Ελληνικά» -και μας έκαναν να ξεχάσουμε κι αυτά που ξέραμε.

Την ώρα της συνέντευξης θα βάζουμε από κάτω τους δικούς μας Μαλβινέζικους πολιτικούς υπότιτλους για το timing της επανεμφάνισης του κύριου Σημίτη.


Από:http://www.doctv.gr/page.aspx?itemid=spg10949

Πρωινή βόλτα στην Κνωσό…


Από την Pen Tri

 

DSC_0406

Συνέχεια