του Γκαστόν Ντόρρεν
Τι ωραία που ήταν στις μέρες τής μη εμπειρικής γλωσσολογίας! Στην προ-επιστημονική εποχή μπορεί να έλεγε ο καθένας ό,τι ήθελε, αλλά πόσο διασκεδαστικό είναι αλήθεια να τα αναπολούμε εμείς σήμερα όλα αυτά … Οι λόγιοι έσφαλλαν κατά τρόπους που ελάχιστοι σημερινοί γλωσσολόγοι θα το έκαναν. Σήμερα, το πεδίο μελέτης τους είναι μία σεβαστή κοινωνική επιστήμη, ακριβής στις μεθόδους της, ευρεία στη γκάμα της και γενναιόδωρη στη συγκομιδή της. Χωρίς ειδικούς στη φωνητική, οι υπολογιστές δεν θα ήταν σε θέση να επεξεργαστούν προφορικά αγγλικά. Χωρίς κοινωνιογλωσσολόγους, οι προλήψεις κατά των διαλέκτων και των μη ευρωπαϊκών γλωσσών θα ήταν ακόμα εξίσου διαδεδομένη –και ακόμα περισσότερο. Δικαστικοί γλωσσικοί εμπειρογνώμονες βοηθούν στην εξιχνίαση εγκλημάτων, κλινικοί γλωσσολόγοι συντρέχουν ανθρώπους με γλωσσικές βλάβες, ιστορικοί γλωσσολόγοι ρίχνουν φως στη γλωσσική αλλαγή και ακόμα στις προϊστορικές κουλτούρες και μετακινήσεις –και ούτω καθεξής.
Όταν η φυσική φιλοσοφία άρχισε με αργούς ρυθμούς να εξελίσσεται σε φυσική και άλλες επιστήμες, ο στοχασμός πάνω τα ανθρώπινα πράγματα δεν ακολούθησε αμέσως. Βαθμιαία όμως και αυτός εξελίχθηκε σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε κοινωνικές επιστήμες, και η μελέτη της γλώσσας ήταν μία από τις πρώτες που υιοθέτησε τις νέες μεθόδους. Όσοι την ασκούσαν άρχισαν να σκύβουν πάνω σε αρχαία κείμενα γραμμένα σε γλώσσες από καιρό νεκρές και σε αλφάβητα ξεχασμένα, και να τα συγκρίνουν συστηματικότερα. Αυτό οδήγησε σε μία έκρηξη γνώσεων στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν αναδύθηκαν νέες ιδέες σχετικά με την ιστορική προέλευση των σύγχρονων γλωσσών. Οι περισσότερες από αυτές τις ιδέες άντεξαν τη δοκιμασία του χρόνου.