Ουμπέρτο Έκο – Τι είναι η φιλοσοφία…


Το παρακάτω κείμενο είναι το πρώτο μέρος της εισαγωγής στον πρώτο τόμο της σειράς Ιστορία της Φιλοσοφίας, σε επιστημονική επιμέλεια Ουμπέρτο Έκο και Ρικάρντο Φεντρίγκα. Η μετάφραση στα ελληνικά είναι της Βασιλικής Πατίκα, από την ειδική έκδοση για την εφημερίδα Το Βήμα.

Τι είναι η φιλοσοφία

του Ουμπέρτο Έκο

Αν αφήσουμε στην άκρη την αρχική ετυμολογία, σύμφωνα με την οποία «φιλοσοφία» σημαίνει «αγάπη για τη σοφία», το να ορίσουμε τη φιλοσοφία είναι δύσκολο, δεδομένου ότι το νόημα της λέξης αλλάζει ανά τους αιώνες. Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν ότι ο άνθρωπος ξεκίνησε να φιλοσοφεί (όπως έλεγε ο Αριστοτέλης) ως αντίδραση στα παράδοξα φαινόμενα, αλλά σε παράδοξα φαινόμενα απαντά η ερώτηση «ποιος έχει κάνει όλα όσα μας περιστοιχίζουν;» (ερώτηση οπωσδήποτε φιλοσοφική, αν και κοινή σε όλες τις θρησκείες), καθώς και η ερώτηση «πώς γίνεται όλα τα μηρυκαστικά να έχουν κέρατα, εκτός από την καμήλα;» – μία ερώτηση στην οποία ο Αριστοτέλης προσπάθησε να απαντήσει, αλλά σήμερα την απευθύνουμε προς την επιστήμη και όχι τη φιλοσοφία.

Ακόμα κι αν η επιστήμη καλείται σήμερα να μας εξηγήσει την προέλευση και τη φύση των μηρυκαστικών και είναι σε θέση να μας εξηγήσει ότι αυτά αποτελούν προϊόντα της φυσικής εξέλιξης, απομένει μία ερώτηση καθαρά φιλοσοφική για την οποία ακόμα δεν υπάρχει σαφής απάντηση: «ακόμα κι αν τα μηρυκαστικά είναι προϊόντα της φυσικής εξέλιξης, υπάρχει ένα ανώτερο σχέδιο το οποίο όρισε τους νόμους της φύσης που καθόρισαν την εξέλιξή τους με αυτόν τον τρόπο (και λόγω αυτού κάθε βόδι σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο έχει κέρατα);» Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο πρόβλημα της ύπαρξης (ή όχι) του θεού. Η επιστήμη μάς λέει ότι δεν είναι απαραίτητο να υποθέτουμε την ύπαρξη ενός δημιουργού προκειμένου να εξηγήσουμε την προέλευση του σύμπαντος και της ζωής, αλλά δεν μπορεί να μας αποδείξει ότι ο θεός δεν υπάρχει – ακριβώς όπως δεν μπορεί να αποδείξει και ότι υπάρχει, παρόλο που κατά τον Μεσαίωνα ο Θωμάς Ακινάτης πίστευε ότι μπορούσε να αποδείξει την πίστη με τη λογική και διατύπωσε πέντε (φιλοσοφικές) αποδείξεις για την ύπαρξη του θεού. Έπειτα όμως ο Καντ υποστήριξε ότι αποδείξεις τέτοιου τύπου δεν ευσταθούν σύμφωνα με τη λογική και ότι η ύπαρξη του θεού θα μπορούσε να τεθεί ως αξίωμα μόνο για ηθικούς λόγους. Και κάπως έτσι, όσο κι αν η φιλοσοφία διευρύνει το έδαφος της επιστήμης, συνεχίζει (ας μας επιτραπεί η έκφραση) να χώνει τη μύτη της παντού.

Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι, παρόλο που από την αρχαιότητα έως σήμερα η ανθρωπότητα έχει αναθέσει στην επιστήμη να βρει απαντήσεις για ορισμένα ερωτήματα, υπάρχουν άλλα για τα οποία η επιστήμη δεν έχει απαντήσεις (παραδείγματος χάριν, τι είναι το καλό και το δίκαιο, υπάρχει η ιδέα μίας Πολιτείας ανώτερης από τις άλλες, γιατί υπάρχει το κακό και ο θάνατος, και ούτω καθεξής) και τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο της φιλοσοφικής έρευνας. Κάποιος, άλλωστε, είπε ότι η φιλοσοφία είναι η επιστήμη που ασχολείται με τα ερωτήματα για τα οποία δεν υπάρχουν απαντήσεις.

Πρόκειται για μία υπερβολική διατύπωση. Πράγματι, υπάρχουν ερωτήματα για τα οποία δεν υπάρχουν απαντήσεις, αλλά το ίδιο συμβαίνει και στον χώρο των επιστημών, για παράδειγμα ποιος είναι ο μεγαλύτερος μονός αριθμός: με το πρόβλημα αυτό ασχολείται η επιστήμη των μαθηματικών ή, πιο σωστά, η επιστήμη της φιλοσοφίας των μαθηματικών. Η φιλοσοφία όμως ασχολείται με ερωτήματα για τα οποία οι άλλες επιστήμες δεν βρίσκουν απαντήσεις, όπως: Τι σημαίνει είναι; Έχει διαφορά να πούμε εγώ είμαι, με την έννοια του υπάρχειν, ή να πούμε ότι τα σκυλιά είναι θηλαστικά ή ότι είμαι γεννημένος το έτος τάδε ή ακόμα και να αναρωτηθούμε τι είναι ο χρόνος. Υπάρχουν διαφορετικοί λόγοι για τους οποίους αποδεχόμαστε ότι μία ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες και ότι όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί; Αν εγώ πιστεύω ότι είναι αλήθεια ότι τα σκυλιά είναι θηλαστικά, ότι τώρα βρέχει, ότι οι Τρεις Μάγοι επισκέφθηκαν τον Ιησού, ότι ο Ναπολέων πέθανε στην Αγία Ελένη και η ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες, όλες μου αυτές οι πεποιθήσεις είναι με την ίδια έννοια «αληθείς»; Και τι είναι η αλήθεια; Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχουν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, αλλά, αντίθετα, έχουν δοθεί υπερβολικά πολλές και υπάρχουν διαφορετικοί ορισμοί της αλήθειας.

Ίσως το εξέχον φιλοσοφικό ερώτημα ήταν και είναι «γιατί να υπάρχει κάτι και όχι τίποτα;».

Αυτά τα ερωτήματα μπορεί να είναι δύσκολα, και ορισμένοι ίσως σκεφτούν ότι οι φιλόσοφοι δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν και ασχολούνται με αυτά. Αλλά ας αναλογιστούμε έναν άνθρωπο κακορίζικο, τσακισμένο από τη δυστυχία ή την αρρώστια, που αναρωτιέται «Μα γιατί να γεννηθώ; Δεν γινόταν οι γονείς μου να μη με έφερναν στον κόσμο;». Ο ταλαίπωρος αναρωτιέται κάτι βασικό για τον ίδιο, κι όμως φιλοσοφεί, ακόμα κι αν δεν το καταλαβαίνει, ακριβώς όπως η γνωστή φιγούρα του Μολιέρου δεν κατάλαβε ποτέ ότι μιλούσε σε πρόζα.

Ιδού μερικά άλλα ερωτήματα, κατά βάση φιλοσοφικά, που ακόμα και οι φυσιολογικοί άνθρωποι θέτουν στον εαυτό τους: Υπάρχει δικαιοσύνη σε αυτόν τον κόσμο; Γιατί πρέπει να υποφέρουμε; Υπάρχει μετά θάνατον ζωή όπου θα αποζημιωθώ για τα βάσανά μου; Ο σύντροφός μου μού φαίνεται ο πιο όμορφος στον κόσμο, αλλά τι είναι η ομορφιά; Είναι καλύτερα να είμαστε όλοι ίδιοι ή να ανταμείβεται ο καθένας για τα προτερήματά του; Μία ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες, και το πιστεύω, αλλά είναι εξίσου αλήθεια ότι όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, ή μήπως θα αρκούσε ένας αθάνατος για να καταρρίψει αυτή την πεποίθηση; Αν εξωγήινοι έρχονταν στη Γη με έναν ιπτάμενο δίσκο, θα πίστευαν και αυτοί ότι μία ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες; Τα ζώα έχουν ψυχή; Εγώ έχω; Και τι είναι η ψυχή; Και που βρίσκεται; Και τι είναι η μνήμη, δεδομένου ότι αν κάποιος χάσει εξ ολοκλήρου τη μνήμη του, μοιάζει να μην έχει πια ούτε ψυχή; Γιατί κλαίω με όσα συμβαίνουν σε πρόσωπα της μυθοπλασίας, παρόλο που ξέρω ότι είναι ψέματα; Είναι καλύτερα να πλουτίσει κανείς ξαποστέλνοντας όλους τους άλλους ή να ζει αλτρουιστικά; Λένε ότι ένας χοίρος είναι εξυπνότερος από ένα σκυλί· τότε εγώ γιατί προτιμώ να βγάζω βόλτα τον σκύλο; Έχει να κάνει με τη φιλία, την αγάπη, την ταύτιση; Και τι είναι η φιλία, η αγάπη, η ταύτιση; Γιατί πιστεύω ότι ο άνθρωπος που αγαπώ είναι τέλειος, ο καλύτερος απ’ όλους· αν ήμουν σε άλλο γραφείο ή ζούσα σε άλλη πόλη θα είχα αγαπήσει κάποιον άλλον; Τι διαφορά έχει να αποδεικνύεις σε κάποιον με τεκμήρια μία μαθηματική αλήθεια (για παράδειγμα το Πυθαγόρειο θεώρημα) και να πείθεις κάποιον (για παράδειγμα να ψηφίσει ένα συγκεκριμένο κόμμα και όχι ένα άλλο); Αν η απόδειξη ενός θεωρήματος μας φαίνεται «λογική», το να πειστούμε για την ψήφο μας εξαρτάται από επιλογές «μη λογικές»; Ή από επιλογές απλώς «εύλογες»; Η απόδειξη του θεωρήματος δεν κάνει επίκληση στο συναίσθημα, ενώ η απόφαση της ψήφου βασίζεται πέρα απ’ όλα τα άλλα σε προτιμήσεις, αισθήματα, συναισθήματα, θα πρέπει άρα να έχω μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους μαθηματικούς (στους τεχνικούς) απ’ ό,τι στους πολιτικούς; Τι διαφορές υπάρχουν μεταξύ της λογικής, της νόησης, του συναισθήματος, της πεποίθησης, των προτιμήσεων, των επιλογών από συνήθεια; Σε τι βαθμό το σώμα μας επεμβαίνει στον εγκέφαλό μας;

Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε επ’ άπειρον: είναι όλα φιλοσοφικά ερωτήματα και δεν χρειάζεται να είναι κανείς καθηγητής φιλοσοφίας για να τα διατυπώσει. Τα φιλοσοφικά ερωτήματα αφορούν τον καθένα από εμάς.

Φυσικά, μπορείτε να αποφασίσετε ότι όλα αυτά τα ερωτήματα είναι χάσιμο χρόνου και ότι μπορούμε να ζήσουμε μια χαρά διασκεδάζοντας, βγάζοντας χρήματα ή πεθαίνοντας της πείνας χωρίς αυτά να μας επηρεάσουν. Αλλά, πέραν του ότι ορισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να αντισταθούν στην έλξη προς αυτά τα ερωτήματα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας αυτά τα «ασήμαντα» ερωτήματα καθόρισαν τον τρόπο ζωής μας, ώθησαν ομάδες σε θρησκευτικούς πολέμους, επηρέασαν ριζικά τις έρευνες των επιστημόνων, καθόρισαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη ζωή, τη διασκέδαση, το κέρδος και τα βάσανά μας, ακόμα και αυτών που δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ.


Από:http://eranistis.net/wordpress/2018/01/28/%CE%BF%CF%85%CE%BC%CF%80%CE%AD%CF%81%CF%84%CE%BF-%CE%AD%CE%BA%CE%BF-%CF%84%CE%B9-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CF%86%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CF%83%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1/

Η ζωή και τα πρέπει… Τσαρλς Μπουκόφσκι…


5493 58 9cvdff435356

Γιατί, πρέπει να πεθάνεις μερικές φορές πριν μπορέσεις να ζήσεις…

 

Κείμενο της Angelika Mavrommati, πρωτότυπος τίτλος: «Ο Bukowski, η ζωή και τα πρέπει», πηγή στο τέλος του άρθρου.

 

-Η ζωή είναι περίεργη καθώς την ζεις μονάχα μία φορά και την πληρώνεις δέκα.

-Έχεις μονάχα μία ευκαιρία για να βρεις την ιδανική συνταγή, μα αν την πετύχεις μία φορά σου είναι αρκετή.

-Για να μπορείς λοιπόν να πεις πως έφτασες στο τέρμα, πως είδες όσα ήθελες και έχεις πια χορτάσει..

-Πρέπει τουλάχιστον μία φορά να καεί η γλώσσα και η καρδιά σου.

-Πρέπει να γρατζουνιστούν τα γόνατα μα και τα σχέδιά σου.

-Πρέπει να αποτύχεις για να επιτύχεις, γιατί όσοι δεν απέτυχαν είναι όσοι ποτέ δε ρίσκαραν.

-Πρέπει να γευτείς λεμόνι και αλάτι για να σε γλυκάνει μία σοκολάτα γάλακτος.

-Πρέπει να γνωρίσεις τους λάθος ανθρώπους για να εκτιμήσεις την αξία της συντροφιάς όταν βρεις επιτέλους τους σωστούς.

-Πρέπει να χάσεις το πτυχίο γαλλικών, την θέση στη σχολή που ονειρευόσουν από παιδί ή έστω τα κλειδιά με το αγαπημένο σου μπρελόκ.

-Πρέπει να πληγωθείς μα πρέπει και να πληγώσεις.

-Να αποχωριστείς τον πρώτο σου έρωτα και να βρεις το αέναο πάθος της ζωής σου.

-Αφού το βρεις, όποιο κι αν είναι, πρέπει ολοκληρωτικά να του δοθείς.

-Πρέπει να ξυπνήσεις ένα πρωί και να αναρωτηθείς αν αντέχεις να υπομείνεις την ημέρα που ξεκινάει.

-Πρέπει να διαφωνήσεις με τους γονείς σου και να επιμείνεις στην θέση σου ακόμη κι αν δεν μιλήσετε για μερικές ημέρες.

-Να σου κλέψουν πρέπει το πορτοφόλι, την θέση parking ή έστω τη σειρά στο ταμείο.

-Να κρυολογήσεις άσχημα επειδή δεν έβαλες ζακέτα.

-Να  παρακοιμηθείς επειδή ζήτησες πέντε λεπτά ακόμη από το ξυπνητήρι σου.

-Πρέπει να πιεις για να ξεχαστείς και αντ’ αυτού να θυμηθείς γιατί αξίζει να ζεις.

-Να έρθει πρέπει η στιγμή που δεν θα ξέρεις τη σωστή απάντηση.

-Ή ακόμη και η στιγμή που δεν θα έχεις καν απάντηση.

-Πρέπει να επιλέξεις το λάθος πακέτο τηλεφωνίας και την λάθος κίνηση στο σκάκι.

-Πρέπει να δοκιμάσεις ένα παντελόνι που δεν σου κουμπώνει και να σου κάνουν δώρο μια μπλούζα δυο νούμερα μεγάλη.

-Πρέπει να απογοητευτείς από φίλους, να γελάσεις με κρύα ανέκδοτα και να υπομείνεις βαρετές ταινίες μέχρι εκείνη που ασυναίσθητα θα σε αλλάξει για πάντα.

-Πρέπει να χάσεις στα χαρτιά την ίδια μέρα που θα χάσεις και στην αγάπη.

-Να μην έχεις ούτε πίτα, ούτε σκύλο.

-Οι αντοχές σου πρέπει να σε εγκαταλείψουν πριν φτάσεις στην γραμμή του τερματισμού.

-Πρέπει να δεις το τελευταίο λεωφορείο για την θάλασσα να απομακρύνεται το πιο ζεστό μεσημέρι του καλοκαιριού.

-Πρέπει να βρεις έναν άνθρωπο για τον οποίο θα τα παρατούσες όλα και να αναγκαστείς να παρατήσεις την ιδέα του μαζί.

-Πρέπει να συνειδητοποιήσεις πως η ζωή σου πήρε έναν δρόμο που δεν διάλεξες εσύ.

-Να ευχηθείς να ήσουν για μια στιγμή άλλου, σε εκείνο το “εκεί” που τόσο σου έχει λείψει.

-Να έρθει η μέρα που δεν θα μπορέσεις να παραδεχθείς τα συναισθήματά σου, ούτε καν στον εαυτό σου.

-Να δεις τον κόσμο σου να καταρρέει τριγύρω μα και μέσα σου.

-Πρέπει να συνειδητοποιήσεις πως κάποια όνειρά σου δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ και ακόμη πως ποτέ δε θα καταφέρεις να τα έχεις όλα.

-Πρέπει να αναγνωρίσεις, λόγω εμπειρίας και όχι θεωρίας, πως τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή δεν είναι πράγματα, αφού επιθυμήσεις κάτι που δεν μπορείς να αγοράσεις.

-Πρέπει να χάσεις το κορίτσι πριν βρεις το θάρρος να της εξηγήσεις.

-Και πρέπει να πεθάνεις μερικές φορές πριν μπορέσεις πραγματικά να ζήσεις.

-“You have to die a few times before you can really live” C. Bukowski

 

Πηγή: savoirville.gr, κείμενο: Αγγελική Μαυρομμάτη, με αφορμή μία φράση του C. Bukowski


Από:http://www.apotis4stis5.com/themata-f/24653-zwi-kai-prepei-charles-bukowski#at_pco=smlwn-1.0&at_si=59f9a5b2ddeeee4a&at_ab=per-2&at_pos=0&at_tot=1

H “αλήθεια” δεν έχει ανάγκη από συνηγόρους! – Φρίντριχ Νίτσε …


Το ελεύθερο πνεύμα

Ω sancta simplicitasl [Ω άγια απλότητα!] Μέσα σε ποια παράξενη απλούστευση και παραποίηση ζει ο άνθρωπος! Δεν μπορεί κανείς να σταματήσει να εκπλήσσεται, από τη στιγμή που αποκτά μάτια για αυτό το θαύμα!

Πώς κάναμε τα πάντα γύρω μας φωτεινά και ελεύθερα και ελαφρά και απλά! Πώς μάθαμε να δίνουμε στις αισθήσεις μας ένα διαβατήριο για καθετί επιφανειακό, στις σκέψεις μας μια θεϊκή επιθυμία για θρασύτατα άλματα και λαθεμένα συμπεράσματα! — πώς καταλάβαμε από την αρχή πώς να διατηρούμε την αμάθειά μας ώστε να απολαμβάνουμε μια σχεδόν ασύλληπτη ελευθερία, ανενδοίαστη διάθεση, απρονοησία, ανδρεία, ευδιαθεσία της ζωής, ώστε να απολαμβάνουμε τη ζωή!

Και μόνο πάνω σ’ αυτήν την στέρεη πια και γρανιτένια βάση της αμάθειας μπόρεσε να ανυψωθεί μέχρι τώρα η επιστήμη, η θέληση για γνώση πάνω στη βάση μιας ακόμη πιο ισχυρής θέλησης, της θέλησης για μη γνώση, για αβεβαιότητα, για αναλήθεια! Όχι ως αντίθεσή της, αλλά — ως εκλέπτυνσή της!

Γιατί ακόμη κι αν, εδώ όπως κι αλλού, η γλώσσα δεν μπορεί να ξεπεράσει την χοντροφτιαξιά της και συνεχίζει να μιλά για αντιθέσεις εκεί όπου υπάρχουν μόνο βαθμοί και λεπτές αποχρώσεις· ακόμη κι αν ο ενσαρκωμένος ταρτουφισμός της ηθικής που είναι τώρα μέρος της ακατανίκητης «σάρκας και αίματός» μας γυρίζει τα λόγια ακόμη και στα δικά μας στόματα, ημών των ανθρώπων της γνώσης: πότε πότε συλλαμβάνουμε το γεγονός αυτό και γελάμε με το ότι ακριβώς η καλύτερη γνώση είναι εκείνη που θέλει περισσότερο να μας κρατήσει σ’ αυτόν τον απλοποιημένο, ολότελα τεχνητό, κατασκευασμένο, παραποιημένο κόσμο, με το ότι αγαπά θέλοντας και μη την πλάνη, επειδή αυτή, η ζωντανή — αγαπά τη ζωή!

Έπειτα από μια τόσο χαρούμενη εισαγωγή, θα ήθελα να ακουστεί μια σοβαρή λέξη: απευθύνεται στους σοβαρότερους.

Προσέξτε, φιλόσοφοι και φίλοι της γνώσης, και προφυλαχτείτε από το μαρτύριο! Από το να υποφέρετε «για χάρη της αλήθειας»! Ακόμη και από την προσωπική υπεράσπισή σας!

Μιαίνει όλη την αθωότητα και τη λεπτή ουδετερότητα της συνείδησής σας, σας κάνει ισχυρογνώμονες απέναντι σε ενστάσεις και κόκκινα πανιά, σας κάνει ηλίθιους, σας αποκτηνώνει, όταν στον αγώνα με τον κίνδυνο, τη συκοφαντία, την υποψία, την αποπομπή και με ακόμη μεγαλύτερες συνέπειες της έχθρας, πρέπει τελικά να δράσετε σαν υπερασπιστες της αλήθειας πάνω στη γη — σάμπως να ήταν η «αλήθεια» ένα τόσο άβλαβο και αδέξιο πρόσωπο, που θα είχε ανάγκη από συνηγόρους!

Και μάλιστα από σας, εσάς ιππότες της ελεεινής μορφής, εσάς που κάθεστε στις γωνιές και σαν αράχνες υφαίνετε τους ιστούς του πνεύματος! Στο κάτω κάτω, ξέρετε αρκετά καλά ότι δεν έχει σημασία αν έχετε εσείς δίκιο, ακριβώς όπως κανένας φιλόσοφος δεν είχε δίκιο μέχρι σήμερα, και ότι μια πιο αξιέπαινη φιλαλήθεια μπορεί να βρίσκεται σε κάθε μικρό ερωτηματικό που βάζετε μετά τις ευνοούμενες λέξεις και θεωρίες σας (και περιστασιακά μετά τους ίδιους τους εαυτούς σας) παρά σε όλες τις επίσημες στάσεις σας και στις έξυπνες απαντήσεις σας ενώπιον δικαστηρίων και κατηγόρων!

Σταθείτε καλύτερα παράμερα! Φύγετε και μείνετε κρυμμένοι! Και να φοράτε τη μάσκα σας και να χρησιμοποιείτε τη λεπτότητά σας για να μπορούν να σας παίρνουν για άλλους!

Ή να φοβάστε λιγάκι! Και μην ξεχνάτε τον κήπο, τον κήπο με τα χρυσά κιγκλιδώματα! Και να έχετε ανθρώπους γύρω σας, που είναι σαν κήπος — ή σαν τη μουσική πάνω από τα νερά το απόγευμα, όταν η μέρα γίνεται κιόλας ανάμνηση· — διαλέξτε την καλή μοναξιά, την ελεύθερη, απειθάρχητη, ελαφριά μοναξιά, που σας δίνει ένα δικαίωμα να μείνετε κατά κάποια έννοια καλοί!

Πόσο φαρμακερό, πόσο δόλιο, πόσο κακό σε κάνει κάθε μακρόχρονος πόλεμος όταν δεν μπορεί να διεξαχθεί ανοιχτά! Πόσο προσωπικό σε κάνει ένας μακρόχρονος φόβος, ένα μακρόχρονο κοίταγμα για εχθρούς, για πιθανούς εχθρούς!

Αυτοί οι απόβλητοι της κοινωνίας, αυτοί οι επί μακράν καταδιωγμένοι και άγρια κυνηγημένοι — όπως και εκείνοι που έγιναν ερημίτες κατ’ ανάγκην, οι Σπινόζα ή οι Τζιορντάνο Μπρούνο — γίνονται στο τέλος πάντα εκλεπτυσμένοι φιλεκδικητικοί και δηλητηριαστές, ακόμη κι αν το κάνουν αυτό κάτω από την πιο πνευματική μασκαράτα και ίσως δίχως να το ξέρουν (ας σκάψουμε μια φορά τα θεμέλια της ηθικής και της θεολογίας του Σπινόζα!) — για να μη μιλήσω για την ηλιθιότητα της ηθικής αγανάκτησης, η οποία είναι στον φιλόσοφο αλάθητο σημάδι ότι έχει χάσει το φιλοσοφικό χιούμορ του.

Το μαρτύριο του φιλοσόφου, η «θυσία του για την αλήθεια», φέρνει στο φως τι ήταν μέσα του, ταραχοποιός και ηθοποιός· και αν υποτεθεί ότι τον έχουν κοιτάξει μέχρι τώρα μόνο με καλλιτεχνική περιέργεια, είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι στην περίπτωση πολλών φιλοσόφων υπάρχει η επικίνδυνη επιθυμία να τους δουν για μια φορά στον ξεπεσμό τους (ξεπεσμένους σε «μάρτυρες», σε φαφλατάδες της σκηνής ή του βήματος).

Αλλά αν έχει κανείς μια τέτοια επιθυμία, πρέπει να είναι σαφές τι θα δει στην περίπτωση αυτή — μόνον ένα σατιρικό έργο, μόνο μια φάρσα που παίζεται μετά το κυρίως έργο, μόνο μια συνεχή απόδειξη ότι η μεγάλης διάρκειας τραγωδία έχει φτάσει στο τέλος: με την προϋπόθεση ότι κάθε φιλοσοφία ήταν στην έναρξή της μια τραγωδία μεγάλης διάρκειας.

***

 

Φρίντριχ Νίτσε –  Πέρα από το καλό και το κακό


Από:http://antikleidi.com/2017/10/29/nietzsche_elefthero_pnevma/

Κυλιόμενες σκάλες …


Study-for-Birdsong-Oil-on-Board-99x88cm

… Το μυαλό μου ήταν άδειο. Άρχισα να κρυώνω. Όντας γερομαλάκας, σκέφτηκα πως το καλύτερο ήταν να φορέσω το σακάκι μου. Κατέβηκα με τις κυλιόμενες σκάλες από τον τέταρτο όροφο. Ποιος εφηύρε τις κυλιόμενες σκάλες; Σκαλοπάτια που κινούνται. Τώρα, μιλάμε για τρέλα. Οι άνθρωποι ανεβοκατεβαίνουν κυλιόμενες σκάλες, ασανσέρ, οδηγούν αυτοκίνητα, έχουν πόρτες στο γκαράζ που ανοίγουν με το πάτημα ενός κουμπιού. Ύστερα πηγαίνουν στα γυμναστήρια γα να διώξουν το λίπος. Σε 4000 χρόνια δεν θα έχουμε πια πόδια, θα κινούμαστε πάνω στις κωλοτρυπίδες μας ή ίσως θα κυλάμε σαν τα αγριόχορτα που παίρνει ο άνεμος. Κάθε είδος καταστρέφει τον εαυτό του. Αυτό που σκότωσε τους δεινόσαυρους ήταν πως έφαγαν τα πάντα κι ύστερα χρειάστηκε να φάει ο ένας τον άλλον κι αυτό οδήγησε στο να απομείνει ένας και πέθανε ο γαμημένος απ’ την πείνα.

Charles Bukowski


Aπό:https://komparsos.wordpress.com/2017/09/28/%CE%BA%CF%85%CE%BB%CE%B9%CF%8C%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B5%CF%82-%CF%83%CE%BA%CE%AC%CE%BB%CE%B5%CF%82/

Μια Λουκία στο Ψυχιατρείο …


il trovatore

Διαμένω εδώ και χρόνια δίπλα στο Ψυχιατρείο.
Ένα μοροφίντο με χωρίζει από το ίδρυμα.
Γνωρίζω όλους τους τρόφιμους του και έχω κερδίσει την εκτίμηση και τον σεβασμό τους.

Μου λένε την (πονεμένη) ιστορία τους.

 
Τους δίνω συμβουλές και παρηγοριά αφιλοκερδώς με ένα και μόνο
όρο.
Να μην υπερβαίνει η αφήγηση τα εφτά λεπτά.
 

Εξαίρεση έχω κάνει μόνο για τον Αντώνη ο οποίος έλαβε παράταση λόγω του συγκλονιστικού τρόπου της αφήγησης του.

Ουσιαστικά εξεχάστηκα και δεν τον διέκοψα με την παροιμιώδη μου
ευγένεια.
Ο Αντώνης ήταν (και είναι) ένας από τους καλύτερους ξυλοτορναδόρους που έχω γνωρίσει στην πολυτάραχη ζωή μου.
Ζούσε στην Αθήνα όπου και αρραβωνιάστηκε με μια κοπέλα από το Μπουρνάζι.
Η κοπέλα τον πρόδωσε και τούφυγε πριν γίνει ο γάμος.
 

Ο Αντώνης το πήρε πολύ βαριά για Κερκυραίος και κρεμάστηκε.

Τονε πήγανε στον Ευαγγελισμό και έμεινε για μήνες σε κώμα .
Ο Αντώνης ήταν και πιο πριν σε κόμμα.

Είχε θητεύσει στο ΚΚΕ (μλ) για μερικά χρόνια.

 
Όταν συνήλθε είχε πάρει μια «σπονδή» και χρειάστηκε περαιτέρω ψυχιατρική υποστήριξη.
Τα κατάφερε και επανήλθε πλήρως στην φυσιολογική ζωή.
Έρχεται και στις διαδηλώσεις στην ώρα του, μαθημένος από την πειθαρχία του κόμματος και φωνάζει συνθήματα κατά του ιμπεριαλισμού.
Καθώς τον βλέπω σκέφτομαι ότι όταν φωνάζει «κάτω οι
ιμπεριαλιστές» μάλλον εννοεί την μάνα της πρώην του που την κατηγορεί ότι αυτή έβαλε λόγια και τους χώρισε.
Άτυχος ο Αντώνης και αξιαγάπητος.
Πολλοί νομίζουν ότι η Κέρκυρα έχει αυτό το φημισμένο ψυχιατρείο εξαιτίας του ότι εδώ υπάρχουν πολλοί τρελοί.
Λάθος.
Οι περισσότεροι τρόφιμοι του ιδρύματος είναι από απέναντι.
 
Εκεί θερίζει η μανιοκατάθλιψη και η σχιζοφρένεια και δεν υπάρχουν (το κυριότερο) βαλβίδες αποσυμπίεσης.
Εδώ όποιος έχει το παραμικρό πρόβλημα βγαίνει αμέσως και το ανακοινώνει παντού.

Οι απέναντι το κρατάνε μέσα τους και τους τσακίζει.

Θυμάμαι τη Μαρία που έγραφε κασέτες με πονεμένα τραγούδια σε ερωτευμένους και προδομένους ηπειρώτες.
Δεν είχε ούτε έναν πελάτη Κερκυραίο.
Οι Κερκυραίοι γυρνάνε γύρω γύρω από το ψυχιατρείο αλλά μέσα δεν μπαίνουν.
Τελευταία η επιστήμη έχει κάνει τεράστια βήματα στον τομέα της ψυχιατρικής που έχουν προκαλέσει μεγάλη κοινωνική αναστάτωση .

Ο Πανέμορφος χώρος του ψυχιατρείου έχει μετατραπεί σε πάρκο αναψυχής και μια όαση ηρεμίας στο κέντρο της πόλης.

 

Κάθεσαι κάτω από τα δένδρα στο «καφέ Λουνάτικο» και η Γεωργία σε ρωτάει ήρεμα και ευγενικά:

«Καλημέρα κύριε Σταμάτη , τι θα πάρετε;»
«Γεια σου Γεωργία, Ένα καπουτσίνο παρακαλώ.»
Με πάνα όπως πάντα;»
«Ακριβώς! Πως πάει το δόντι σου; Πέτυχε η απονεύρωση;»
«Πολύ καλά κύριε Σταμάτη , ευχαριστώ πολύ».

Όλοι έχουν μια απασχόληση και βγάζουν και το κάτιτίς τους .

 
Άλλος στα χωράφια και στο θερμοκήπιο, η άλλη μανάβισσα πουλαεί
φρέσκα λαχανικά χωρίς φάρμακα, ο Ηλίας ταμίας στο Πάρκινγκ.
Μια όαση φυσιολογικών και ευγενικών ανθρώπων μέσα σε μια πόλη που κρατιέται με νύχια και με δόντια για να μην εκραγεί.
Πολιορκημένοι από ασκόπως περιφερόμενους ψυχασθενείς που κρατιούνται για να μην αρπαχτούν στη μέση του δρόμου για το τίποτα.

Πολιορκημένοι από διαφωνούντες που δεν σου λένε σε τι διαφωνούν .

Πολιορκημένοι από οργισμένους που δεν ξέρουν με ποιόν είναι οργισμένοι.
Πολιορκημένοι από μειλίχιους και εν δυνάμει βιαστές που σου χαμογελούν και ανατριχιάζεις.
Η Λουκία γέννησε μέσα στο ψυχιατρείο.
Εδώ αισθάνεται ασφαλής να μεγαλώσει τα παιδιά της.
Η Λουκία βγαίνει κάθε μέρα για τα προς το ζην.
Δεν ζητιανεύει.

Βρίσκει ότι θέλει στον διάσημο και δημοφιλή σκουπιδοτενεκέ της γωνίας Νίκου Μώρου και Αθανασίου Πολίτη.

 

Σκαρφαλώνει τον μαντρότοιχο με το φαί στο στόμα.

Πολλές φορές κάθε μέρα η ίδια διαδρομή.
 

Όταν βγαίνει στο δρόμο για το φαί των παιδιών της το βλέμμα της είναι αλαφιασμένο.
Φοβάται μην την πατήσει κανένα αυτοκίνητο και «τι θα απογίνουν τέσσερα κεφάλια γατιά».
Όταν επιστρέφει το βλέμμα της γαληνεύει.

 

Κοιμάται σε μια αποθήκη με φακέλους ψυχασθενών.

 

Τα βράδια μόλις αποκοιμηθούν τα γατιά της διαβάζει ιστορίες γεμάτες πόνο και δάκρυα ανθρώπων που δεν άντεξαν την λογική των λογικών.
Αμέτρητες ιστορίες ποστιασμένες σε τεράστιες στοίβες.

____________________________________________________________

Υπάρχουν πολιτισμοί πιο ίσοι από τους άλλους…Κορνήλιος Καστοριάδης…


Απόσπασμα από συζήτηση του Κορνήλιου Καστοριάδη με τον Γάλλο κοινωνιολόγο Allain Caillé και τη Βελγίδα φιλόσοφο Chantal Mouffe που σύμφωνα με την εφημερίδα, έγινε λίγους μήνες πριν τον θάνατό του. 

Allain Caillé: Δεν αντιλαμβάνομαι πώς συμβιβάζεται η θέση σας ότι όλοι οι πολιτισμοί έχουν αξία με τη θέση σας ότι ένας ανάμεσά τους είναι πιο ίσος από τους άλλους, ο πολιτισμός της ελληνικής κοινωνίας,. Συναφές ερώτημα: σε ποιο βαθμό ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός είναι ο νόμιμος κληρονόμος του αρχαιο-ελληνικού πολιτισμού και έχει και αυτός το δικαίωμα να είναι πιο ίσος από τους άλλους;

Κορνήλιος Καστοριάδης: Πρώτον, δεν μιλώ για την ελληνική κοινωνία αποκλειστικά. Μιλώ για το κίνημα αυτονομίας σε αυτό το τμήμα της οικουμενικής ιστορίας που είναι το ελληνο-δυτικό τμήμα. Δεν πρόκειται μόνο για την Ελλάδα. Πρόκειται αναμφίβολα και για τη δυτική  Ευρώπη με αφετηρία μιαν ορισμένη στιγμή, πιθανόν στον 11ο ή 12ο αιώνα. Δεύτερον, πάντοτε έμπαινα στον κόπο να υποστηρίζω ότι δεν θεωρώ πως ο ελληνικός πολιτισμός ή, εννοείται, ο δυτικός πολιτισμός, ακόμη και σε ό, τι το καλύτερο διαθέτουν, είναι ένα μοντέλο για την υπόλοιπη ανθρωπότητα ή για μας τους ίδιους στο μέλλον. Λέω απλώς ότι εδώ υπάρχει η απαρχή κάποιου πράγματος, υπάρχει ο σπόρος κάποιου πράγματος. Τι είναι αυτός ο σπόρος;

Απλούστατα και για να τον συλλάβουμε στην πιο απλή του έκφραση: είναι η αμφισβήτηση του εαυτού μας. Και αυτό είναι που πρέπει να κάνουμε, αυτό είναι που ήδη έχουμε αρχίσει να κάνουμε σήμερα. Το ερώτημα του Caillé: “Μήπως είστε ευρωκεντρικός;” είναι ένα ευρωκεντρικό ερώτημα. Είναι ένα ερώτημα που είναι δυνατό στην Ευρώπη, αλλά δεν βλέπω κάποιον στην Τεχεράνη να ρωτάει τον αγιατολάχ Χομεϊνί αν είναι ιρανοκεντρικός ή ισλαμοκεντρικός. Γιατί αυτό είναι αυτονόητο.

Συνέχεια

Felix Guattari, Είμαστε όλοι γκρουπούσκουλα…



(μετάφρ.: nathalie) 

Η στράτευση είναι εργασία. Οι λέξεις δεν ενδιαφέρουν διόλου, αυτό που απαιτείται είναι πράξεις. Εύκολο είναι να το λες, κυρίως στις χώρες όπου οι υλικές δυνάμεις εξαρτώνται, κάθε φορά περισσότερο, από τις τεχνικές μηχανές και από την ανάπτυξη των επιστημών.
Η ανατροπή του τσαρισμού περιελάμβανε τη δράση δεκάδων χιλιάδων εκμεταλλευομένων και την κινητοποίηση ενάντια στην ατρόμητη μηχανή καταστολής της κοινωνίας και του ρωσικού Κράτους, συνίστατο στο να κάνει τις μάζες να συνειδητοποιήσουν την ακαταμάχητη δύναμη μπροστά στην ευθραυστότητα του εχθρού της τάξης` ευθραυστότητα που έπρεπε να καταστεί εμφανής, που έπρεπε να επιδειχθεί στην αντιμετώπιση.
 –
Για εμάς, στις «πλούσιες» χώρες, τα πράγματα συμβαίνουν μ’ έναν τρόπο τελείως διαφορετικό` δεν είναι τόσο βέβαιο πως πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα χάρτινο τίγρη. Ο εχθρός έχει διεισδύσει παντού, έχει εκδώσει μια τεράστια μικροαστική διαζώνη προκειμένου να εξασθενίσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα όρια της τάξης. Η ίδια η εργατική τάξη είναι βαθιά διαβρωμένη. Όχι μόνο μέσω των κίτρινων συνδικάτων, των προδοτικών κομμάτων, σοσιαλδημοκρατικών ή ρεβιζιονιστικών…, μα διαβρωμένη επίσης από το γεγονός της υλικής και ασυνείδητης συμμετοχής της στα κυρίαρχα συστήματα του μονοπωλιακού καπιταλισμού του Κράτους και του γραφειοκρατικού σοσιαλισμού. Πρώτον, μια υλική συμμετοχή σε πλανητική κλίμακα: οι εργατικές τάξεις των οικονομικά ανεπτυγμένων χωρών είναι αντικειμενικά εμπλεκόμενες, ακόμη κι αν είναι μόνο λόγω της αυξανόμενης διαφοράς των σχετικών βιοτικών επιπέδων, στη διεθνή εκμετάλλευση των παλιών χωρών- αποικιών. Έπειτα, μια συμμετοχή ασυνείδητη και με όλα τα είδη των τρόπων: οι εργάτες επαναπορροφούν λίγο πολύ παθητικά τα κυρίαρχα κοινωνικά μοντέλα, τις συμπεριφορές και τα μυστηριοποιητικά συστήματα αξίας της μπουρζουαζίας -αποδοκιμασία της κλοπής, της τεμπελιάς, της αρρώστιας, κλπ.- αναπαράγοντας για δικό της λογαριασμό αλλοτριωτικά θεσμικά αντικείμενα όπως η συζυγική οικογένεια κι αυτό που αυτή περιλαμβάνει από ενδοοικογενειακή καταπίεση ανάμεσα στα φύλα και στα επίπεδα ηλικίας, ή ακόμη την προσκόλλησή τους στην πατρίδα με τα αναπόφευκτα κατάλοιπα ρατσισμού (χωρίς να μιλάμε για τον τοπικισμό ή τις ιδιαιτερότητες κάθε τύπου: επαγγελματικές, συνδικαλιστικές, αθλητικές, κλπ. και για όλα τα υπόλοιπα φαντασιακά εμπόδια που υψώνονται τεχνητά ανάμεσα στους εργάτες, όπως είναι ιδιαιτέρως αισθητό με την οργάνωση, σε μεγάλη κλίμακα, της αγοράς του αθλητικού ανταγωνισμού).
 –
 Από την πιο πρώιμη ηλικία τους, κι αν ακόμη ήταν λόγω του ότι μάθαιναν να το διαβάζουν στο πρόσωπο των γονιών τους, τα θύματα του καπιταλισμού και του  γραφειοκρατικού «σοσιαλισμού» είναι ταραγμένα από μια ασυνείδητη ανησυχία κι ενοχή, που συνθέτουν ένα από τα ουσιώδη γρανάζια για την καλή λειτουργία του συστήματος της αυτοϋπαγωγής των ατόμων στην παραγωγή. Ο εσωτερικός μπάτσος και δικαστής είναι ίσως ακόμη πιο αποτελεσματικοί από εκείνους τους υπουργούς  Εσωτερικών και Δικαιοσύνης. Η επίτευξη αυτού του αποτελέσματος βασίζεται στην ανάπτυξη ενός ενισχυμένου ανταγωνισμού ανάμεσα σ’ ένα φαντασιακό ιδανικό, που ενσταλλάζεται μέσω της συλλογικής υποβολής των ατόμων, και μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα που τα περιμένει στη γωνία. Η οπτικοακουστική υποβολή και τα mass media κάνουν θαύματα!
 –
Επιτυγχάνεται έτσι μια έξαλλη διατίμηση ενός φανταστικού μητρικού και οικογενειακού κόσμου εναλλασσόμενων δήθεν αρρενωπών αξιών, που τείνουν στην άρνηση και τη μείωση του θηλυκού φύλου και, μ’ αυτό το ίδιο, στην προώθηση ενός ιδανικού μυθικής αγάπης, μιας μαγείας της άνεσης και της υγείας που κρύβει μια άρνηση της περατότητας του θανάτου` στο τέλος της ημέρας, ένα ολόκληρο σύστημα ζήτησης που διαιωνίζει την ασυνείδητη εξάρτηση όσον αφορά το σύστημα παραγωγής, αυτό που αποτελεί την τεχνική του «κινήτρου». Το αποτέλεσμα αυτής της εργασίας είναι η σειριακή παραγωγή ενός ατόμου που θα είναι εξίσου κακά προετοιμασμένο στο να αντεπεξέλθει στις σημαντικές δοκιμασίες της ζωής του. Θα πρέπει ν’ αντιμετωπίσει την πραγματικότητα απολύτως αβοήθητο, μόνο, δίχως πόρους, εμποδισμένο από όλη αυτή την ηθική κι αυτό το ηλίθιο ιδανικό που του έχει επιβληθεί και από τα οποία δεν μπορεί ν’ απαλλαχθεί. Έχει, με κάποιο τρόπο, γίνει εύθραυστο, ευάλωτο, είναι πια ώριμο προκειμένου ν’ αγκιστρωθεί σε όλες τις θεσμικές αηδίες που του έχουν απλώσει για να το καλωσορίσουν: το σχολείο, την ιεραρχία, το στρατό, την εκμάθηση της πιστότητας, της υποταγής, τη σεμνότητα, την ευχαρίστηση από την εργασία, την οικογένεια, την πατρίδα, το συνδικάτο, κι εδώ σταματώ… Τώρα, όλη του τη ζωή θα κατατρώγεται στον ένα ή τον άλλο βαθμό από την αβεβαιότητα της κατάστασής του όσον αφορά τις διαδικασίες της παραγωγής, της διανομής και κατανάλωσης, από την ανησυχία της θέσης του στην κοινωνία και της θέσης των ομοίων του. Οποιοδήποτε πράγμα θα του τεθεί ως πρόβλημα: μια νέα γέννηση, ή «τούτο δεν πάει καλά στο σχολείο», ή ακόμα «οι μεγάλοι βαριούνται κι ενοχλούν», οι αρρώστιες, οι γάμοι, η κατοικία, οι διακοπές, όλα είναι υποχρεωμένα να γεμίσουν τον εαυτό τους με σκατά.
 –
 Οπότε γίνεται αναπόφευκτο ένα μίνιμουμ ανόδου μέσω των κλιμακίων της πυραμίδας των σχέσεων παραγωγής. Δεν υπάρχει ανάγκη να κάνω ένα σχέδιο ούτε να δώσω ένα μάθημα.  Σε αντίθεση με τους νέους εργαζόμενους, οι στρατευμένοι φοιτητικής εξόρυξης που πάνε να δουλέψουν σ’ ένα εργοστάσιο είναι σίγουροι πως «θα βρουν κάτι» αν εκδιωχθούν` είτε το θέλουν είτε όχι, δεν μπορούν να δραπετεύσουν από την δυνατότητα που τους σημαδεύει με μια ιεραρχική ένταξη «που θα μπορούσε να’ ναι πολύ καλύτερη». Η αλήθεια των εργατών είναι μια πραγματική και σχεδόν απόλυτη εξάρτηση σε σχέση με τη μηχανή παραγωγής` είναι η σύνθλιψη της επιθυμίας, αφήνοντας στην άκρη τις υπολειμματικές και «κανονικοποιημένες» μορφές της, τη συνετή επιθυμία ή τον καλό στρατευμένο` ή είναι το καταφύγιο σ’ ένα ναρκωτικό ή ένα άλλο, εκτός κι αν εμπίπτει στην τρέλα ή στην αυτοκτονία! Ποιος θα καθορίσει το ποσοστό των «εργατικών ατυχημάτων» που, στην πραγματικότητα, δεν είναι κάτι παραπάνω από ασυνείδητες αυτοκτονίες;
 –
Ο καπιταλισμός μπορεί πάντα να διορθώνει τα πράγματα, να τα επιδιορθώνει τοπικά, μα στο σύνολο και στην ουσία πηγαίνει κάθε φορά από το κακό στο χειρότερο. Μέσα σε είκοσι χρόνια μεγάλο μέρος από εμάς θα’ ναι είκοσι χρονών παραπάνω, αλλά η ανθρωπότητα θα έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Αν οι υπολογισμοί των ειδικών αποκαλυφθούν ακριβείς, η γη θα αγγίξει ως το 1990 πέντε δισεκατομμύρια κατοίκους. Αυτό θα πρέπει να εγείρει στην πορεία μερικά συμπληρωματικά προβλήματα!
Και μιας και τίποτα και κανείς δεν είναι σε κατάσταση να προβλέψει ή να οργανώσει τίποτα για να καλωσορίσει αυτούς τους νεοαφιχθέντες -εκτός από μερικούς εξωφρενικούς στους διεθνείς οργανισμούς, που δεν έχουν επιλύσει ούτε ένα σημαντικό πολιτικό πρόβλημα από την ίδρυσή τους πριν εικοσιπέντε χρόνια- μπορούμε να φανταστούμε πως σίγουρα θα συμβούν πολλά πράγματα στα χρόνια που έρχονται. Πράγματα όλων των χρωμάτων, πράσινα κι ανώριμα, επαναστάσεις, μα επίσης με κάθε ασφάλεια, ρυπαρότητες του στυλ φασισμός και σία. Άρα τι πρέπει να κάνουμε, να περιμένουμε ώσπου να φτάσουν; να περάσουμε στη δράση; Σύμφωνοι, αλλά που, ποιος, πώς; Επιλέγοντας στην τύχη. Αλλά το πράγμα δεν είναι τόσο εύκολο, η απάντηση σε πολλές ανησυχίες έχει προβλεφθεί, οργανωθεί, υπολογιστεί από τις μηχανές των εξουσιών του Κράτους. Είμαι πεπεισμένος πως όλες οι πιθανές παραλλαγές ενός άλλου Μάη του 1968 έχουν ήδη προγραμματιστεί από την ΙΒΜ. Ίσως όχι στη Γαλλία, γιατί είναι πολύ χτυπημένοι και, ταυτόχρονα, έχουν την αξιοθρήνητη εμπειρία του να ξέρουν πως αυτού του τύπου οι ηλιθιότητες δε συνιστούν κάποια εγγύηση και διότι δεν έχει βρεθεί ακόμη τίποτα σοβαρό για ν’ αντικαταστήσει τους στρατούς αστυνομικών και γραφειοκρατών. Με κάθε τρόπο, είναι πια καιρός οι επαναστάτες να επανεξετάσουν τα προγράμματά τους, διότι υπάρχουν πολλά από αυτά που αρχίζουν σοβαρά να’ ναι ξεπερασμένα! Είναι πια ώρα να εγκαταληφθεί κάθε θριαμβολογία- που θα έπρεπε να γραφτεί με μια παύλα ανάμεσα- για να γίνει αντιληπτό το ότι όχι μόνο βρισκόμαστε με τα σκατά ως το λαιμό, μα πως τα σκατά διαπερνούν κάθε έναν από εμάς τους ίδιους, κάθε μια από τις «οργανώσεις» μας.
Η πάλη των τάξεων δεν περνά πια απλά από ένα οριοθετημένο μέτωπο μεταξύ των προλετάριων και των αστών, εύκολα εντοπίσιμο στις πόλεις και στα χωριά` είναι εξίσου εγγεγραμμένη σε πάρα πολλά στίγματα πάνω στο δέρμα και τη ζωή των εκμεταλλεομένων, μέσω των σημαδιών της εξουσίας, του καθεστώτος, του βιωτικού επιπέδου` πρέπει να την αποκρυπτογραφήσουμε μέσω του λεξιλογίου των μεν και των δε, του τρόπου τους να μιλάνε, της μάρκας των αμαξιών τους, της μόδας των ενδυμάτων τους, κλπ. Ποτέ δεν τελειώνει! Η πάλη των τάξεων έχει μολύνει σαν ένας ιός τη συμπεριφορά του δασκάλου με τους μαθητές του, αυτή των γονιών με τα παιδιά τους, αυτή του γιατρού με τους αρρώστους του` έχει κερδίσει το εσωτερικό κάθε ενός από εμάς με το δικό του εγώ, με το ιδανικό του status που θεωρούμε ότι οφείλεται να δωθεί σε μας τους ίδιους. Είναι πια καιρός να οργανωθούμε σε όλα τα επίπεδα για ν’ αντιμετωπίσουμε αυτή τη γενικευμένη πάλη των τάξεων. Είναι πια καιρός να επεξεργαστούμε μια στρατηγική για κάθε ένα από αυτά τα επίπεδα, διότι είναι επίπεδα που είναι αλληλένδετα. Τι θα εξυπηρετούσε, για παράδειγμα, να προτείνουμε στις μάζες ένα πρόγραμμα αντιαυταρχικής επαναστατικοποίησης ενάντια σε ηγετίσκους και σία, αν οι ίδιοι οι στρατευμένοι εξακολουθούν να είναι φορείς υπερενεργοποιημένων γραφειοκρατικών ιών, αν συμπεριφέρονται με τους στρατευμένους των υπολοίπων ομάδων, εντός της δικής τους ομάδας, με τους συμμάχους τους ή ακόμη κάθε ένας για τον εαυτό του, σαν άψογοι μαλάκες, άψογοι καθολικοί. Για ποιο λόγο να επιβεβαιώσουμε τη νομιμότητα των προσδοκιών των μαζών αν γίνεται απάρνηση της επιθυμίας, οπουδήποτε αυτή επιχειρεί να βγει στην επιφάνεια στην καθημερινή πραγματικότητα. Οι πολιτικοί σκοποί ανήκουν σε άσαρκο κόσμο. Σκέφτονται ότι μπορούν, ότι οφείλουν να αποθηκεύσουν κάθε τύπου ανησυχίες σ’ αυτό το περιβάλλον για να κινητοποιήσουν όλη τους την ενέργεια ενάντια σε γενικούς πολιτικούς στόχους. Είναι λάθος! Γιατί, στην απουσία της επιθυμίας, η ενέργεια μεταμφιέζεται υπό τη μορφή του συμπτώματος, της αναστολής και του άγχους. Κι εκτός αυτού, εδώ και πολύ καιρό δεν έχουν ελλείψει οι περιπτώσεις για να αντιληφθούν αυτά τα πράγματα για τους ίδιους τους τους εαυτούς.
 –
Η ενεργοποίηση μιας ενέργειας, ικανής να τροποποιεί τις σχέσεις δύναμης δεν πέφτει απ’ τον ουρανό, δεν γεννιέται αυθόρμητα από το δίκαιο πρόγραμμα ή από την ατόφια επιστημονικότητα της θεωρίας. Ορίζεται από τη μεταμόρφωση μιας βιολογικής ενέργειας -της λίμπιντο- σε στόχους κοινωνικού αγώνα. Πάντα είναι υπερβολικά εύκολο να τα παραπέμπουμε όλα στις διάσημες πρωτεύουσες αντιθέσεις. Αυτό είναι πολύ αφηρημένο. Είναι επιπλέον ένας μηχανισμός άμυνας, ένα κόλπο που βοηθά στο να αναπτυχθούν φαντάσματα ομάδας, δομές άγνοιας, ένα κόλπο γραφειοκράτη`το να οχυρώνεσαι πάντα πίσω από κάτι που πάντα είναι πίσω, πάντα σε άλλο μέρος, κάθε φορά πιο σημαντικό και ποτέ στο ύψος της άμεσης παρέμβασης των ενδιαφερομένων` είναι η αρχή του «δίκαιου σκοπού» που εξυπηρετεί στο να αξιολογούνται όλες οι μικρές ηλιθιότητες, η γραφειοκρατική διαστροφή μικρής σημασίας, η απλή ευχαρίστηση που πειραματίζεται κανείς στο να επιβάλλει -«για τον καλό σκοπό»- τύπους που θα σε κάνουν να χέσεις, θα σε υποχρεώσουν σε δράσεις ατόφια συμβολικές και θυσιασμένες, απ’ αυτές που όλος ο κόσμος τις γελά δίχως να τον ενδιαφέρει τίποτα, αρχής γενομένης από τις ίδιες τις μάζες. Πρόκειται για μια μορφή σεξουαλικής ικανοποίησης που αποκλίνει από τους συνηθισμένους της στόχους. Αυτός ο τύπος διαστροφών δε θα είχε σχεδόν καν σημασία αν αναφερόταν σε άλλο αντικείμενο, που δεν ήταν η επανάσταση, εν τούτοις, ούτε αυτό λείπει!
 –
Το φορτικό είναι πως αυτοί οι μονομανείς της επαναστατικής διεύθυνσης καταφέρνουν, με την ασυνείδητη συνέργεια της «βάσης», να βυθίζουν τη χρέωση της στράτευσης σε μονομερεή αδιέξοδα. Είναι η ομάδα μου, είναι η τάση μου, είναι η κάθε μου ημέρα, εμείς έχουμε δίκιο, κάθε ένας έχει τη γραμμή του, υπάρχουν μπροστά σε άλλη γραμμή, συνιστούν μια μικρή συλλογική ταυτότητα ενσαρκωμένη στον τοπικό της ηγέτη… Τον Μάη του 1968 δεν λήφθηκαν υπ’ όψιν όλες αυτές οι ηλιθιότητες! Στην πραγματικότητα, όλα πήγαν λίγο- πολύ καλά μέχρι τη στιγμή στην οποία οι «εκπρόσωποι» αυτής ή εκείνης της ομάδας κατάφεραν να σηκώσουν κεφάλι. Λες και ο λόγος είχε ανάγκη να μεταφερθεί. Αυτός μετακινείται πολύ καλά μόνος του και με μια ταχύτητα τρελαμένη στη μήτρα των μαζών, όταν είναι αληθινός. Η δουλειά των επαναστατών δεν είναι να μεταφέρουν το λόγο, να διατάζουν ή να λένε τα πράγματα, να μεταφέρουν μοντέλα ή εικόνες`η δουλειά τους είναι να λένε την αλήθεια όπου κι αν βρίσκονται, όχι περισσότερα ή λιγότερα, δίχως να προσθέτουν τίποτα, δίχως να την εξαπατούν. Πώς αναγνωρίζει κανείς αυτή την εργασία της αλήθειας; Είναι πολύ απλό, υπάρχει ένα αλάνθαστο κόλπο: η επαναστατική αλήθεια υπάρχει όταν τίποτε δεν μπορεί να μας λερώσει, όταν λαχταρούμε να μάθουμε περί τίνος πρόκειται, όταν πια δεν υπάρχει ο φόβος, όταν μας επιστρέφουν τις δυνάμεις, όταν είναι κανείς πρόθυμος να επιτεθεί σ’ όλη τη διαδρομή, δίχως να μας ενδιαφέρει αυτό που συμβαίνει, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου έκρηξης. Η αλήθεια εθεάθη σε δράση τον Μάη του 1968: όλος ο κόσμος την καταλάβαινε χωρίς δυσκολία. Η αλήθεια δεν είναι η θεωρία, μήτε η οργάνωση. Είναι αφότου έχει προκύψει η αλήθεια, όταν η θεωρία και η οργάνωση θα μπορούν να βγάλουν όλο τους το σκατό. Αυτές τελειώνουν πάντα επανανακαλύπτοντας και επανακτώντας τα πράγματα, με κίνδυνο να τα διαστρεβλώσουν και να ψευδολογήσουν. Την αυτοκριτική πρέπει να την κάνει κανείς πάντα στη θεωρία και στην οργάνωση, αλλά ποτέ στην επιθυμία.
Αυτό που τώρα αμφισβητείται είναι η εργασία της αλήθειας και της επιθυμίας οπουδήποτε τα πράγματα αγκιστρώνονται, απεκδύονται, βυθίζονται. Τα γκρουπούσκουλα εκ της πραγματικότητας κι εκ του νόμου, οι κομμούνες, οι ομάδες, και ό,τι άλλο θέλετε στον αριστερισμό, πρέπει να εξασφαλίσουν μια αναλυτική εργασία γι’ αυτά τα ίδια, όπως μια πολιτική εργασία εκτός. Αν όχι, διατρέχουν τον κίνδυνο να βυθιστούν σε τούτο το είδος τρέλας της ηγεμονίας, τούτη τη μανία του μεγαλείου που κάνει κάποιους να ονειρεύονται να ανοικοδομήσουν το «κόμμα του Μωρίς Τορέζ» ή αυτό του Λένιν, του Στάλιν ή του Τρότσκι, όλοι είναι αηδιαστικοί και αναχρονιστικοί όπως ο Ιησούς Χριστός ή ο Ντε Γκωλ ή οποιοσδήποτε εξ’ αυτών των αγνώστων που ποτέ δεν καταλήγουν να εκραγούν. Κάθε ένας με το μικρό του ετήσιο συνέδριο, τους δικούς του στρατευμένους μακράς καριέρας με παλαιότητα, και στην τροτσκιστική εκδοχή, όλα πολλαπλασιασμένα σε διεθνή κλίμακα (παγκόσμια συνέδρια, διεθνής εκτελεστική επιτροπή, κλπ.).
 –
Γιατί τα γκρουπούσκουλα αντί να καταβροχθίζουν οι μεν τους δε, δεν πολλαπλασιάζονται ως το άπειρο; Για κάθε έναν, το γκρουπούσκουλό του! Σε κάθε εργοστάσιο, σε κάθε δρόμο, σε κάθε σχολείο. Επιτέλους, το βασίλειο των επιτροπών βάσης! Αλλά γκρουπούσκουλα που θα δέχονταν να είναι αυτό που είναι ακριβώς εκεί που βρίσκονται. Και, εάν είναι δυνατόν, μια πολλαπλότητα γκρουπούσκουλων που θα υποκαθιστούσαν τους θεσμούς της μπουρζουαζίας: την οικογένεια, το σχολείο, το συνδικάτο, το αθλητικό club, κλπ. Γκρουπούσκουλα που δε θα έτρεμαν, πέραν των στόχων τους για επαναστατική πάλη, να οργανωθούν για την υλική και ηθική επιβίωση για κάθε ένα εκ από τα μέλη τους και για όλους τους αφηρημένους που τους περιβάλλουν…
Άρα, η αναρχία, για δες! Κανένας συντονισμός, καμία συγκεντρωποίηση, κανένα μεγάλο κράτος… Αντιθέτως! Ας συγκεντρωθούμε στο κίνημα των Weathermen στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι οργανωμένοι σε φυλές, σε συμμορίες, κλπ. μα αυτό δεν τους εμποδίζει να συντονιστούν και μάλιστα αρκετά καλά.
Τι είναι αυτό που αλλάζει αν το ερώτημα του συντονισμού, πριν τα άτομα, τεθεί για τις ομάδες βάσης, για τις τεχνητές οικογένειες, για τις κομμούνες…; Το άτομο, ακριβώς όπως έχει διαπλαστεί από την κυρίαρχη κοινωνική μηχανή είναι υπερβολικά εύθραυστο, είναι πολύ εκτεθειμένο στις υποδείξεις οποιασδήποτε φύσης: ναρκωτικό, φόβος, οικογένεια, κλπ. Σε μια ομάδα βάσης μπορεί να ελπίζει κανείς να ανακτήσει ένα μίνιμουμ συλλογικής ταυτότητας, αλλά δίχως μεγαλομανία, μ’ ένα σύστημα ελέγχου σε κοντινή απόσταση` μ’ αυτόν τον τρόπο η εν λόγω επιθυμία ίσως να μπορεί να είναι σε θέση να κάνει το λόγο της πολύ πιο πολύτιμο ή ακόμη  και να μπορεί να σέβεται τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη στράτευσή της. Αυτό που χρειάζεται, εν πρώτοις, είναι να τελειώνουμε με το σεβασμό στην ιδιωτική ζωή: αυτή είναι η αρχή και το τέλος της κοινωνικής αποξένωσης. Μια αναλυτική ομάδα, μια επιθυμητική μονάδα ανατροπής, δεν έχει πια προσωπική ζωή: είναι γυρισμένη προς το εσωτερικό και συνάμα προς το εξωτερικό, προς την απροβλεπτότητά της, την περατότητά της και προς τους στόχους πάλης της. Το επαναστατικό κίνημα πρέπει γι’ αυτό να κατασκευάσει μια νέα μορφή υποκειμενικότητας, που να μην αναπαύεται πια στο άτομο και στη συζυγική οικογένεια. Η ανατροπή των αφηρημένων μοντέλων που εκκρίνονται από τον καπιταλισμό και που υποστηρίζονται, μέχρι τώρα, από την πλειοψηφία των θεωρητικών, είναι μια προηγούμενη, αναγκαία συνθήκη για την επανεπένδυση της επαναστατικής πάλης από την πλευρά των μαζών.
 –
Προς στιγμήν, λίγη χρησιμότητα έχει το να κάνουμε σχέδια σχετικά με αυτό που θα έπρεπε να είναι η κοινωνία του αύριο, η παραγωγή, το Κράτος ή όχι Κράτος, το κόμμα ή όχι κόμμα, η οικογένεια ή όχι οικογένεια, όταν στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να χρησιμεύσει ως στήριγμα της εκφώνησης κάποιου πράγματος που είναι από τα πάνω. Οι εκφωνήσεις θα συνεχίσουν να επιπλέουν στο κενό, αναποφάσιστες, ενώ οι συλλογικοί δράστες εκφώνησης δεν είναι ικανοί να εξερευνήσουν τα πράγματα στην πραγματικότητα, ενώ δεν διαθέτουμε κανένα μέσο που να μας απομακρύνει από την κυρίαρχη ιδεολογία που μας εισάγεται από το δέρμα, που μιλά για τον εαυτό της σε μας τους ίδιους, που, με βαριά καρδιά, μας οδηγεί να πράττουμε τις χειρότερες βρωμιές, τις χειρότερες επαναλήψεις, και τείνει να κάνει πως πάντα θα πέφτουμε ηττημένοι πάνω στους ίδιους, τετριμμένους πια, δρόμους.
1970

_________________________________________________________

Από:https://bestimmung.blogspot.gr/2017/09/felix-guattari.html