ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΑΝΟΙΞΗΣ…


DJ της ημέρας, ο Μιχάλης Δ. Βαρνάς

Παραμονές άνοιξης. Καλύτερα μην το σκέφτομαι. Να με βρει απροετοίμαστο στο δρόμο, φορώντας τα συνηθισμένα μου ρούχα και τους πιο εύκαιρους στοχασμούς. Παρών από καθήκον, συμφιλιωμένος στη μετριότητα μου και το περιφερόμενο θλιμμένο ύφος που αποστρέφομαι σε κάθε τυχαία συνάντηση, να μην με αναγνωρίσω. Καθώς κάποιος άλλος θα με κοιτάζει και ίσως να χαμογελάει κιόλας, ειρωνικά, πιστεύοντας πως μου την έφερε πάλι. Αυτός ο αποφασιστικός πιο όμορφος και αδίστακτος με τα κορίτσια, ο άσπονδος σύντροφος θα με σαγηνεύσει και θα παρακαλώ να μη σβήσει η μέθη. Παραμονές άνοιξης.

___________________________________________________________

Εριχ Φρομ – Η σχέση μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου…


Μολονότι o άνθρωπος πέτυχε να κυριαρχήσει σε αξιοσημείωτο βαθμό πάνω στη φύση, ή κοινωνία δεν έχει υπό τον έλεγχό της τις δυνάμεις πού αυτή ή ίδια δημιούργησε. Ο ορθολογισμός τού συστήματος παραγωγής, ως προς την τεχνική πλευρά, συνοδεύεται από τον παραλογισμό τού συστήματος μας παραγωγής ως προς την κοινωνική του πλευρά.

Την τύχη τού Ανθρώπου διαφεντεύουν οι οικονομικές κρίσεις, η Ανεργία, η πόλεμος. Ο άνθρωπος έχει δημιουργήσει τον κόσμο του. Έχει δημιουργήσει εργοστάσια και κατοικίες, παράγει αυτοκίνητα και ρούχα, καλλιεργεί σιτηρά και φρούτα. Όμως αποξενώθηκε από το προϊόν των χεριών του, δεν είναι πια εξουσιαστής τού κόσμου πού δημιούργησε.

Αντίθετα, αυτός ο πλασμένος απ’ τον άνθρωπο κόσμος έγινε ο εξουσιαστής του, μπροστά στον όποιο υποκλίνεται και τον όποιο προσπαθεί να καταπραΰνει και να καλοπιάσει. Θεός του έχει γίνει η εργασία των χεριών του. Φαίνεται πώς υποκινείται από το προσωπικό συμφέρον, στην πραγματικότητα όμως ολόκληρο το εγώ του, με τις συγκεκριμένες του δυνατότητες, έχει γίνει όργανο της μηχανής πού δημιούργησε με τα ίδια του τα χέρια. Τρέφει την αυταπάτη πώς είναι το κέντρο του κόσμου, παράλληλα όμως διαπνέεται από την έντονη αίσθηση της ασημαντότητας, και αδυναμίας πού ένοιωθαν κάποτε οι πρόγονοί του ενώπιων του Θεού.

Το αίσθημα απομόνωσης και αδυναμίας του σύγχρονου ανθρώπου ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το χαρακτήρα πού έχουν προσλάβει όλες οι ανθρώπινες σχέσεις. Η συγκεκριμένη σχέση του ενός ατόμου με το άλλο έχασε τον άμεσο και ανθρώπινο χαρακτήρα της και διαπνέεται από πνεύμα συμφεροντολογικό και παζαρέματος.

Όλες οι κοινωνικές και προσωπικές σχέσεις κυριαρχούνται από τούς νόμους της αγοράς. Είναι πρόδηλο πώς ή σχέση ανάμεσα στους οικονομικούς ανταγωνιστές πρέπει να στηρίζεται στην ανθρώπινη αδιαφορία. “Αν ήταν αλλιώς, καθένας απ αυτούς δε θα είχε τη δυνατότητα να επιτελέσει τα οικονομικά του καθήκοντα — να αγωνιστεί δηλαδή εναντίον των άλλων και να συμβάλλει στην οικονομική καταστροφή των άλλων αν αυτό είναι απαραίτητο.

Η σχέση μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου διαπνέεται από το ίδιο πνεύμα. Ή λέξη «εργοδότης» είναι από μόνη της μια ολόκληρη ιστορία: Ο ιδιοκτήτης κεφαλαίου απασχολεί ένα άλλο ανθρώπινο όν, όπως απασχολεί μια μηχανή. Ο ένας χρησιμοποιεί τον άλλο για να επιτύχουν τα οικονομικά τους συμφέροντα. Η σχέση τους είναι από κείνες πού ο καθένας χρησιμοποιεί τον άλλον για την επίτευξη ενός σκοπού, ο ένας συμβάλλει για τούς σκοπούς του άλλου.

Δεν είναι σχέση δύο ανθρώπινων υπάρξεων πού ενδιαφέρονται η μια για την άλλη, αφού το μοναδικό κοινό ενδιαφέρον είναι η αμοιβαία χρησιμότητά τους. Η ίδια μορφή χρησιμότητας συναντάται επίσης και στη σχέση μεταξύ του επιχειρηματία και του πελάτη του. Ο πελάτης είναι ένα αντικείμενο παζαρέματος και όχι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, του οποίου τούς σκοπούς ενδιαφέρεται να ικανοποιήσει ο επιχειρηματίας.

Η στάση απέναντι στην εργασία διακρίνεται για τον ολότελα συμφεροντολογικό της χαρακτήρα.Αντίθετα από τον τεχνίτη του Μεσαίωνα, ο σύγχρονος βιομήχανος δεν ενδιαφέρεται για το τί παράγει. Παράγει ουσιαστικά για να αποκομίσει κέρδος από την κεφαλαιουχική του επένδυσή και ότι παράγει εξαρτάται ουσιαστικά από την αγορά, πού παρέχει ενδείξεις πώς η επένδυση κεφαλαίου σ’ έναν ορισμένο κλάδο θα αποδειχτεί επικερδής.

Το χαρακτήρα αυτόν αλλοτρίωσης δεν έχουν μόνο οι οικονομικές, αλλά και οι προσωπικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Αντί να είναι σχέσεις μεταξύ ανθρώπινων όντων παίρνουν το χαρακτήρα σχέσεων μεταξύ πραγμάτων. Πιθανόν όμως η πιο σημαντική και ή πιο καταστρεπτική περίπτωση αυτού του πνεύματος συμφεροντολογίας και αλλοτρίωσης να είναι η σχέση του ατόμου με το εγώ του.

διάλειμμα εργασίας Vincent van Gogh 1890

Ο άνθρωπος δεν πουλά μόνο εμπορεύματα, πουλά και τον εαυτό του και νοιώθει σα να είναι ο ίδιος εμπόρευμα. Ο χειρώνακτας εργάτης πουλά τη φυσική του δύναμη. Ο επαγγελματίας, ο γιατρός, ο εργαζόμενος σε γραφική εργασία πουλούν την προσωπικότητά τους.

Πρέπει να έχουν «μια προσωπικότητα» αν θέλουν να πουλήσουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους. Αυτή ή προσωπικότητα πρέπει να είναι ευχάριστη, παράλληλα όμως ό κάτοχός της πρέπει να διαθέτει και ορισμένα άλλα προσόντα: ενεργητικότητα, πρωτοβουλία, τούτο ή εκείνο, ανάλογα με τη θέση του. Όπως στην περίπτωση τού εμπορεύματος, η αγορά αποφασίζει σχετικά με την άξια αυτών των ανθρώπινων ικανοτήτων, και ακόμη και γι’ αυτή την ύπαρξή τους.

Εάν τα προσόντα ενός προσώπου δεν είναι χρησιμοποιήσιμα, τότε δεν έχει κανένα προσόν. Κατά τον ίδιο τρόπο πού ένα απούλητο εμπόρευμα δεν έχει άξια, μολονότι έχει άξια χρήσης.

Έτσι ή αυτοπεποίθηση, το «αίσθημα τού εγώ», αποτελεί μάλλον μια ένδειξη περί του τί σκέφτονται οι άλλοι για ένα πρόσωπο. Δεν είναι αυτός πού πείθεται για την άξια του ανεξάρτητα από τη δημοτικότητα και την επιτυχία του στην αγορά. “Αν τον ζητούν, είναι κάτι.

Αν δεν είναι δημοφιλής, δεν είναι τίποτα. Αυτή η εξάρτηση της αυτοεκτίμησης από τις επιτυχίες της «προσωπικότητάς» του αποτελεί την αίτια της τρομακτικής σπουδαιότητας πού έχει ή δημοτικότητα για το σύγχρονο άνθρωπο. Απ’ αυτή εξαρτάται όχι μόνο αν προοδεύει κανείς ή όχι στα πρακτικά ζητήματα, αλλά και το κατά πόσο μπορεί να έχει εκτίμηση στον εαυτό του ή κατά πόσο περιδινείται στην άβυσσο των αισθημάτων κατωτερότητας.

***

Aπό το βιβλίο του Εριχ Φρομ «O φόβος μπροστά στην ελευθερία»


 Από: http://antikleidi.com

Έξω (δεν) πάμε καλά …


Μα τι θέλει πια αυτό το “ευρωπαϊκό ελεγκτικό συνέδριο”; Μας λέει κάτι καινούργιο; Όφουου! Τα ξέρουμε αυτά κύριοι!!! Τα ξέρουμε και τα κρύβουμε όσο χρειάζεται για να προστατέψουμε τους ανθρώπους μας!!! Εσείς, τώρα, τι θέλετε;

Έψαξαν και τι πήγαν και βρήκαν αυτοί οι παλιοευρωπαίοι, ασφαλώς πράκτορες του Σόιμπλε και της Μέρκελ. Ότι, λέει, στην θρυλική “ολυμπία οδό”, την τιμημένη “εθνική” Κορίνθου – Πατρών, που αν υπήρχε ο λυρισμός άλλων εποχών το Γεφύρι της Άρτας θα ωχριούσε μπροστά της (αν και δεν χρειάστηκε να χτίσει ο εργολάβος ούτε την γάτα του…), σ’ αυτό το σπουδαίο έργο λοιπόν, σε σχέση με την αρχική συμφωνία / ανάθεση της κατασκευής, η έκταση των έργων μειώθηκε κατά 45%, αλλά το κόστος ανά χιλιόμετρο αυξήθηκε κατά 69%. Αυτό μεταφράστηκε σε επιπρόσθετη επιβάρυνση της τάξεως των 678 εκατ. ευρώ. Δηλαδή: και λιγότερα έγιναν, και πιο ακριβά, να και 678 μύρια ευρώ ζεστά και παντελονιασμένα…

Ρε δεν πάνε να χαθούνε οι παλιοευρωπαίοι; Έκατσαν και υπολόγισαν (αν είναι δυνατόν!!! Την ώρα που τα δύο παιδιά μας στενάζουν στις φυλακές του Edirne αυτοί μετράνε λεφτά!!! Φτου τους!!!) ότι μόνο για 3 απ’ τα «μεγάλα έργα», τα οποία έγιναν σαν σδιτ (χρηματοδοτημένα σε μεγάλο βαθμό απ’ την ε.ε.) και παραχωρήθηκε στους εργολάβους η είσπραξη του 55% των διοδίων τους (τα υπόλοιπα είναι φπα και φόρος), δηλαδή τον «Ε 65» (ας πούμε: Λαμία / Εγνατία), την Ολυμπία οδό (Κόριθνος / Πάτρα) και τον Μορέα (Κόρινθος / Καλαμάτα / Σπάρτη) υπήρξε υπερκοστολόγηση 1,2 δις. ευρώ…

Σιγά τ’ αυγά!!! Μόνο γι’ αυτά τα 3 το εθνικό καρτέλ των εργολάβων εισέπραξε “καπέλο” 1,2 δις ευρώ; Ε, και λοιπόν; Το τσάκωσε η «ελληνική επιτροπή ανταγωνισμού»! (Δείτε στην ασταμάτητη μηχανή: το καρτέλ, Δευτέρα 12 Μάρτη). Το τσάκωσε και το κτύπησε κάτω σαν χταπόδι!!! Του έβαλε, για όλες τις λαμογιές όλων των «δημόσιων έργων» στην ελλάδα απ’ το 1989 ως το 2010, το συνολικό εξοντωτικό πρόστιμο των … 80 εκατομύρων ευρώ…

Συγγνώμη δηλαδή… Μόνο απ’ αυτά τα τρία «μεγάλα έργα» έξτρα παντελόνιασμα 1,2 δις. Μείον πρόστιμο 80 μύρια, ίσον καθαρό παντελόνιασμα 1,12 δισεκατομύρια. Μόνο απ’ αυτά τα 3. Όλα τα υπόλοιπα bonus… Plus «καθάρισμα» δωροδοκιών, δωροληψιών· δηλαδή της υπόληψης διάφορων προσώπων (και) του βαθέος κράτους.

Και τι θέλει τώρα αυτό το «ευρωπαϊκό ελεγκτικό συνέδριο»; Εδώ υπάρχουν δύο ευρωπαίοι στρατιωτικοί «όμηροι» στα χέρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, κι αντί να τρέξουν να τους λευτερώσουν κάθονται και ασχολούνται με μικροποσά…

(Σε λίγο θα τα ζητήσουν και πίσω…)

_________________________________________________________

Aπό:http://www.sarajevomag.gr/wp/2018/03/exo-den-pame-kala/

Ο Παναγιώτης Κονδύλης και το «φθίνον έθνος»…


Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, Παναγιώτης Κονδύλης: Μια διαδρομή, που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις, την Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018.

Κομβικό ρόλο σε αυτή τη νέα περίοδο της συγγραφικής δραστηριότητας και της προσωπικής εξέλιξης του Παναγιώτη Κονδύλη θα παίξει το κείμενό του, «Ελληνοτουρκικός πόλεμος», που δημοσιεύει ως επίμετρο στη Θεωρία του Πολέμου, κείμενο γραμμένο αμέσως μετά την εθνική ταπείνωση των Ιμίων, το 1996, που θα τον κάνει ευρύτερα γνωστό και θα προκαλέσει σκληρές δημόσιες διαμάχες και αντιπαραθέσεις. Καταγράφει χωρίς κανένα ψιμύθιο τη σταδιακή –αλλά μάλλον αναπόφευκτη για τον ίδιο– εκ νέου υπαγωγή του συρρικνωμένου ελληνικού κόσμου στην τουρκική επικυριαρχία – αυτό που αποκαλούσαμε ήδη «ισλαμο-κεμαλισμό» και που θα γίνει γνωστός αργότερα ως νεο-οθωμανισμός. Αφού έχει καταγράψει απροκατάληπτα τη σταδιακή και ραγδαία επιδείνωση του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας στο δημογραφικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο, επιστρέφει χωρίς παρωπίδες στη μοιραία σχέση ελληνικού έθνους και ελλαδικού κράτους.

Tο νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, Παναγιώτης Κονδύλης: Μια διαδρομή, που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις
Tο νέο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, Παναγιώτης Κονδύλης: Μια διαδρομή, που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις

Με αυτήν την έννοια, το γεωπολιτικό δυναμικό της ελληνικής πλευράς αποτυπωνόταν κατά τον 19ο αι., και ίσαμε το σημαδιακό έτος 1922, πολύ περισσότερο στο έθνος παρά στο κράτος. Το έθνος ήταν κατά πολύ ευρύτερο από το κράτος, απλωνόταν από την Ουκρανία ως την Αίγυπτο κι από τις παρακαυκάσιες χώρες ως τις ακμαίες παροικίες των Βαλκανίων και της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης. Το κράτος ζητούσε να επεκταθεί, για να κλείσει μέσα του τουλάχιστον όσα τμήματα του έθνους βρίσκονταν εκάστοτε στις παρυφές του, και αυτό το κατόρθωσε, μετά την ένωση των Ιονίων Νήσων, προπαντός με τους Βαλκανικούς Πολέμους, φτάνοντας σε μιαν ανεπανάληπτη κορύφωση το 1920. Έκτοτε αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση, που διαρκεί ως σήμερα. Το έθνος συνέπεσε εν τέλει με το κράτος όχι γιατί το κράτος διευρύνθηκε, αλλά γιατί το έθνος ακρωτηριάσθηκε και συρρικνώθηκε, γιατί αφανίσθηκε ή εκτοπίσθηκε ο ελληνισμός της Ρωσίας (μετά το 1919), της Μ. Ασίας (μετά το 1922), των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής (ιδίως μετά το 1945). Ακολούθησε η εκδίωξη του ελληνισμού από την Κωνσταντινούπολη (1955) και την βόρειο Κύπρο (1974), ενώ σήμερα παρευρισκόμαστε μάρτυρες της αποσύνθεσης και της μαζικής φυγής του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου. Πρόκειται για μιαν εξαιρετικά πυκνή αλυσίδα εθνικών καταστροφών μέσα σε διάστημα ελάχιστο από ιστορική άποψη – εβδομήντα μόλις χρόνια (1).

…Πράγματι, ο πυρήνας του ελληνικού ζητήματος θα πρέπει να αναζητηθεί στις ίδιες τις παθογένειες του ελληνικού κράτους που «δεν στάθηκε σε καμία φάση ικανό να προστατεύσει αποτελεσματικά τον ευρύτερο ελληνισμό και να αναστείλει τη συρρίκνωση ή τον αφανισμό του. […] Η αποδεδειγμένη ανικανότητα του ελληνικού κράτους να υπερασπίσει το ελληνικό έθνος –δηλαδή να επιτελέσει την κατ’ εξοχήν αποστολή του– συνιστά τον ανησυχητικότερο οιωνό για το μέλλον» (2). Και από τη στιγμή που έχει κλείσει ο κύκλος της εξωτερικής συρρίκνωσης, ακολουθεί αναπότρεπτα, εξαιτίας των δημογραφικών και οικονομικών παθογενειών του παρασιτικού καταναλωτικού προτύπου, η συρρίκνωση στο ίδιο το εσωτερικό του ελληνικού κράτους, «γιατί ήδη το ελληνικό κράτος βαθμηδόν φανερώνεται ανήμπορο να προστατεύσει ακόμα και το έθνος που βρίσκεται εντός των συνόρων του» (3). Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, δεν διαφαίνεται καμία λύση γιατί ο παρασιτικός καταναλωτισμός έχει διαβρώσει όχι μόνο τις ελίτ της χώρας αλλά το ίδιο το λαϊκό σώμα σε αυξανόμενο βάθος και έκταση:

Ο κυριότερος αντίπαλος μιας εθνικής στρατηγικής δεν είναι άλλος από τον παρασιτικό καταναλωτισμό, ο οποίος σε ένα «φθίνον έθνος», όπως το ελληνικό, οδηγεί αναπόφευκτα στην υπερχρέωση. Ο όρος «παρασιτικός καταναλωτισμός» χρησιμοποιείται εδώ στην κυριολεξία του για να δηλώσει ότι η σημερινή Ελλάδα, όντας ανίκανη να παραγάγει η ίδια όσα καταναλώνει […] παρασιτεί, και μάλιστα σε διπλή κατεύθυνση: παρασιτεί στο εσωτερικό, που υποθηκεύει τους πόρους του μέλλοντος μετατρέποντάς τους σε τρέχοντα τοκοχρεολύσια, και παρασιτεί προς τα έξω, που έχει επίσης δανεισθεί υπέρογκα ποσά όχι για να κάνει επενδύσεις μελλοντικά καρποφόρες αλλά κυρίως για να πληρώσει με αυτά τεράστιες ποσότητες καταναλωτικών αγαθών, τις οποίες και πάλι εισήγαγε από το εξωτερικό (4).

Ο μοναδικός τρόπος για να αποφευχθεί, έστω in extremis, η κατάρρευση είναι η αλλαγή του παραγωγικού, του εκπαιδευτικού και του κοινωνικού/δημογραφικού μοντέλου, δηλαδή ένας ενδογενής εκσυγχρονισμός, διαφορετικά θα ακολουθήσει η αδήριτη νέμεση της κατάρρευσης:

Αν ο Ελληνισμός θέλει να επιβιώσει ως διακεκριμένη ταυτότητα, το πρώτο που θα έπρεπε να κάμει θα ήταν να παράγει όσα τρώει. Δεν εννοώ διόλου κάποιαν οικονομική «αυτάρκεια» με την παλαιά έννοια, αλλά την απαλλαγή από την πολιτική και την πρακτική του παρασιτικού καταναλωτισμού. […] Ειδάλλως είναι αναπόφευκτη η πτώση στα κατώτερα σκαλιά του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας, η καταχρέωση και η πολιτικοστρατιωτική εξάρτηση. Τις τελευταίες δεκαετίες ο Ελληνισμός προ­χώρησε γρήγορα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η αναστροφή της απαιτεί γενναία παραγωγική προσπά­θεια, προηγμένη τεχνογνωσία και ριζική θεσμική εξυγίανση, καθώς και ένα εκπαιδευτικό σύστημα εντε­λώς διαφορετικού επιπέδου (5).

… Η θεωρητική απομάκρυνση από τις κυρίαρχες κανονιστικές ιδεολογίες λειτούργησε ως όχημα για μια «ψυχρή», αποστασιοποιημένη και περισσότερο αντικειμενική θεώρηση των διεθνών σχέσεων και της θέσης του ελληνικού έθνους-κράτους στον κόσμο. Όποιος δεν διαθέτει επαρκή εσωτερική δυναμική δεν πρόκειται να διασωθεί από την «ευρωπαϊκή ενοποίηση»:

Έτσι τίθεται και πάλι, από άλλους δρόμους και με άλλες συντεταγμένες, το κλασσικό πρόβλημα της εθνικής επιβίωσης, το οποίο πολλοί πίστεψαν ότι θα λύσουν άνετα και πρόσχαρα με την «ευρωπαϊκή ενοποίηση». Άλλοι πάλι πρεσβεύουν ότι κάθε διατύπωση τέτοιων προβλημάτων και γενικά οποιαδήποτε επικέντρωση της πολιτικής σκέψης στο έθνος σημαίνει απορριπτέο αταβισμό. Όποιος δεν θέλει να συγχέει τις ευχές του με την πραγματικότητα οφείλει να διαπιστώσει ότι… το έθνος, ως βασική μονάδα πολιτικής συνομάδωσης και συνεπώς η επιβίωσή του ως εγγύηση της φυσικής και πολιτικοκοινωνικής επιβίωσης συγκεκριμένων ανθρώπων, διόλου δεν έχουν πρακτικά ξεπερασθεί ούτε σε ευρωπαϊκό ούτε σε παγκόσμιο επίπεδο (6).

Και προφανώς καμιά εσωτερική ανασυγκρότηση δεν είναι δυνατό να ευοδωθεί όσο διαιωνίζονται οι μηχανισμοί της δημογραφικής συρρίκνωσης:

…Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από δεκαετίες ο Ελληνισμός βρίσκεται σε διαδικασία γεωπολιτικής συρρίκνωσης και γνωρί­ζουμε από τώρα με βεβαιότητα ότι μία τουλάχιστον συνιστώσα της συρρίκνωσης αυτής θα προεκταθεί περίπου ευθύγραμμα: η δημογραφική. Αυτό δεν μπορεί να μην έχει ορισμένες συνέπειες μετά από μία ή δύο γενεές, όταν οι αλβανικοί πληθυσμοί θα υπερτερούν αριθμητικά του ελληνικού, ενώ η Τουρκία θα αριθμεί δεκαπλάσιους κατοίκους από την Ελλάδα… (7)

Βασισμένος στην αντικειμενική, κατά το δυνατόν, θεώρηση των μηχανισμών την παρακμής του ελλαδικού κράτους, καταλήγει στο προφανές συμπέρασμα πως ακόμα και εάν, μελλοντικά, τα εθνικά κράτη παύσουν να αποτελούν το προνομιακό όχημα της συνομάδωσης των ανθρώπων, η Ελλάδα κινδυνεύει με εθνική έκπτωση, πολύ πριν από τα υπόλοιπα έθνη-κράτη, γι’ αυτό και απειλείται με εθνικό ακρωτηριασμό:

Δεν πιστεύω πάντως ότι η τύχη του ελληνικού εθνικού κράτους θα κριθεί ταυτόχρονα με την τύχη όλων των άλλων εθνικών κρατών στον κόσμο, δηλαδή η γενική διατήρηση του εθνικού κράτους δεν εγγυάται τη διατήρηση του ελληνικού εθνικού κράτους, όπως και η διάλυση του τελευταίου δεν θα συνέβαινε αναγκαστικά στο πλαίσιο της διάλυσης όλων των εθνικών κρατών. Δεν είμαι «εθνικιστής», και δεν θα στενοχωριόμουν καθόλου αν με τη συναίνεση όλων καταλύονταν τα εθνικά σύνορα και οι εθνικοί στρατοί. Όμως είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα η κατάργηση ενός εθνικού κράτους μαζί με όλα τα άλλα και η διάλυση ή ο ακρωτηριασμός του γιατί ένα γειτονικό κράτος είναι ισχυρότερο και επιθετικότερο (8).

ARKAS -The Original Page
ARKAS -The Original Page

Σε ό,τι αφορά στο ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ένταξη σε αυτήν δεν είναι ικανή να αποτρέψει την εθνική μας παρακμή και τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται· αντίθετα, όπως κατεδείχθη από τις πρόσφατες περιπέτειές μας, η Ε.Ε. είναι ικανή για την πιο ανάλγητη κερδοσκοπική συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα – την οποία είχε εν πολλοίς προβλέψει με εκπληκτική ευστοχία, έχοντας προ οφθαλμών τη στάση των Ευρωπαίων εταίρων έναντι της Ελλάδας, στη γιουγκοσλαβική κρίση, το Μακεδονικό και βέβαια στις ελληνοτουρκικές αντιθέσεις.

Επίσης εύλογη θα ήταν η υπόθεση, ότι οι διεθνείς διακυμάνσεις ενδεχομένως θα πρόσθεταν στους παλαιότερους και γειτονικότερους αντιπάλους του νέους, πιο απόμακρους και συνάμα πιο ακαταμάχητους […]. Ιδιαίτερα βαρύνουσες θα ήσαν οι συνέπειες, αν αυτή τη φορά σε τέτοιους αντιπάλους μεταβάλλονταν μερικοί από τους σημαντικότερους εταίρους, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, οι οποίοι θα έκαναν (όπως είναι πιθανότατο ότι θα κάνουν) δύο πράγματα: αφ’ ενός θα αγνοούσαν ό,τι οι Έλληνες θεωρούν ως εθνικά τους δίκαια, υιοθετώντας στα αντίστοιχα ζητήματα είτε τη θέση των αντιπάλων της Ελλάδας είτε εν πάση περιπτώσει θέση σύμφωνη με τα δικά τους περιφερειακά συμφέροντα· και αφ’ ετέρου θα αρνούνταν να χρηματοδοτήσουν περαιτέρω τον ελληνικό παρασιτικό καταναλωτισμό, επιβάλλοντας στην ελληνική οικονομία αυστηρή δίαιτα εξυγιάνσεως και επαναφέροντας το ελληνικό βιοτικό επίπεδο στο ύψος που επιτρέπουν οι δυνατότητές της (9). […]

Βεβαίως, μία τέτοια νηφάλια διαπίστωση κάθε άλλο παρά πρέπει να οδηγήσει σε μία –διόλου νηφάλια– διάθεση αποκοπής από κάθε συμμαχία και κάθε είδους ένταξη σε υπερεθνικούς οργανισμούς. Αλλά…, μόνο μία ισχυρή (και στην ανάγκη αυτάρκης) Ελλάδα θα προσδώσει πολιτικό βάρος στην ευρωπαϊκή ένταξη, όντας σεβαστή στους εταίρους της… Ίσως να φαίνεται παράδοξο αλλά, στο πλαίσιο μιας τελεσφόρας και μακρόπνοης εθνικής πολιτικής, ο εξευρωπαϊσμός, και ο εκσυγχρονισμός γενικότερα, πρέπει να προχωρήσουν ακριβώς για να μπορεί μία κραταιωμένη Ελλάδα να μην είναι εξάρτημα ή μπαίγνιο της «Ευρώπης», για να είναι σε θέση, αν χρειασθεί, να τραβήξει τον δρόμο που θα της υπαγορεύσουν τα δικά της συμφέροντα, όταν αυτά συγκρουσθούν με εκείνα των Ευρωπαίων εταίρων της (10).

Η ρήξη με τον εθνομηδενισμό

Στο τέλος της ζωής του, ο Κονδύλης δεν περιορίζεται στην αντιπαράθεση με την ακαδημαϊκή και αντιεξουσιαστική Αριστερά, αλλά συγκρούεται και με το «προοδευτικό» δημοσιογραφικό κατεστημένο και τις κυρίαρχες ελίτ, που δεν μπορούσαν να ανεχθούν το γεγονός πως με το κύρος του ήλθε να «προσφέρει επιστημονική και μάλιστα (σύμφωνα με τις φήμες) προοδευτική κάλυψη σε όλους τους ελληνόψυχους καλαμαράδες της καθ’ ημάς Ανατολής», όπως γράφει ο Ριχάρδος Σωμερίτης στο Βήμα (11). Σε τρία διαδοχικά άρθρα, στο Βήμα, με αφορμή τη προδημοσίευση ενός αποσπάσματος από το ελληνικό Επίμετρο στη Θεωρία του Πολέμου, ο τελευταίος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου· όχι βέβαια απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, που είχε μόλις υποχρεώσει την Ελλάδα σε μια ταπεινωτική ήττα στα Ίμια, αλλά απέναντι στον κίνδυνο να… αφυπνισθεί ο πατριωτισμός των Ελλήνων και να αλλάξει προσανατολισμό στο σύνολό της η ελληνική πολιτική.

Ο Σωμερίτης συνδέει ευθέως –ανεπίγνωστα ίσως αλλά καίρια– την εγκατάλειψη του μοντέλου του παρασιτικού καταναλωτισμού, την οποία ευαγγελίζεται ο Κονδύλης ως προϋπόθεση για την ανάσχεση της ελληνικής παρακμής, με την αποτροπή του τουρκικού επιθετισμού. Και προφανώς έχει κάνει τις επιλογές του: Στο τρίτο άρθρο του, με τον εύγλωττο τίτλο «Τι θα θυσιάσουμε στον βωμό της πολεμικής μηχανής;», κατηγορεί τον Κονδύλη πως προτείνει την «καθυπόταξη των πάντων στις πολεμικές δαπάνες διαμέσου μιας οικονομίας που θα τις εξυπηρετούσε και συνεπώς η κατάργηση του “καταναλωτικού ευδαιμονισμού” θα επέτρεπε ίσως τη σωτηρία» (12). Καθόλου τυχαία, λοιπόν, αφού έχουν μάλλον κονιορτοποιηθεί τα επιχειρήματά του στην ανταλλαγή των άρθρων με τον Κονδύλη, καταφεύγει στο έσχατο επιχείρημα: Οι απόψεις του Κονδύλη για αντιμετώπιση της τουρκικής επιβουλής προϋποθέτουν και συνεπάγονται την εγκατάλειψη του μοντέλου του παρασιτικού καταναλωτισμού. Και έτσι, παρότι «έχασε» στο επίπεδο των επιχειρημάτων, ο Σωμερίτης «κέρδισε» από την άποψη της ουσίας, κατ’ εξοχήν στο κοινό που απευθυνόταν. Διότι ποιος θα υιοθετούσε την εγκατάλειψη της καταναλωτικής ευωχίας για να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της ανάταξης του ελληνισμού, προφανώς και στο αμυντικό πεδίο; Ο Κονδύλης ήταν χαμένος εκ προοιμίου στο κοινό που απευθυνόταν.

Θα χρειαζόταν να περάσουν είκοσι χρόνια, να καταρρεύσει το παρασιτικό εκσυγχρονιστικό μοντέλο, και η Τουρκία να έχει μεταβληθεί σε ένα ανεξέλεγκτο επιθετικό γκόλεμ, για να αρχίσουν να ακούγονται οι φωνές, οι οποίες ήδη πριν από το Νταβός, το 1988, επέμεναν στην ανάγκη μετασχηματισμού ολόκληρου του μοντέλου της ελληνικής κοινωνίας (13) εάν αυτή αξιολογούσε την ανεξαρτησία της περισσότερο από την παρασιτική της κατανάλωση. Και προφανώς η ελληνική κοινωνία, υπό τη σοφή καθοδήγηση του συνόλου των ελίτ –προεξόχως των προοδευτικών–, έδινε προτεραιότητα στο δεύτερο.

Και όμως, ήδη από τότε, ο Σωμερίτης και οι συν αυτώ, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, γνώριζαν πως η Ελλάδα είχε απολέσει ένα σημαντικό μέρος της εθνικής της ανεξαρτησίας. Στο πρώτο κατά σειράν άρθρο του, υπογραμμίζει πως «τέτοια λόγια» σαν αυτά του Κονδύλη «δεν πρέπει καν να γράφονται», πόσο μάλλον να αρχίσουν να υλοποιούνται διότι «στην εποχή μας αυτά που γράφουμε στην Αθήνα διαβάζονται και στην Άγκυρα […] και οι τούρκοι στρατηγοί κάτι πρέπει να καταλαβαίνουν από στρατηγική. Ερώτημα: Θα περιμένουν να προχωρήσουμε στις τεράστιες στρατιωτικές παραγγελίες μας και στην επικράτηση των ιδεών του κ. Κονδύλη για να αντιδράσουν;» (Το Βήμα, 23/11/1997.) Δηλαδή, ο «ειρηνιστής» αρθρογράφος επιβεβαίωνε αθέλητα και σε όλη τη γραμμή τις απόψεις του Κονδύλη πως το ελληνικό σύστημα τελούσε ήδη υπό φιλανδοποίηση, υποστηρίζοντας ότι ακόμα και μια συζήτηση για την αμυντική θωράκιση της χώρας θα μπορούσε να προκαλέσει τη μήνι –και την αντίδραση προφανώς– των «Τούρκων στρατηγών»…

Παραπομπές

Π. Κονδύλης, «Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι ενός ελληνοτουρκικού πολέμου», επίμετρο στην ελληνική έκδοση του Θεωρία του πολέμου, Θεμέλιο, 1997, σ. 384.

Π. Κονδύλης, «Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι…», ό.π., σ. 385.

Π. Κονδύλης, «Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι…», ό.π., σ. 385.

Π. Κονδύλης, «Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι…», ό.π., σ. 385.

Π. Κονδύλης, Πλανητική…, ό.π., σ. 165.

Π. Κονδύλης, Πλανητική…, ό.π., σ. 165.

Απαντήσεις σε δέκα ερωτήματα του Σπύρου Κουτρούλη, στο Π. Κονδύλης, Το αόρατο χρονολόγιο της σκέψης, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1998, σ. 142.

Απαντήσεις σε δέκα ερωτήματα του Σπύρου Κουτρούλη, όπ.π., σσ. 143-144.

Π. Κονδύλης, Πλανητική…, ό.π., σσ. 163-164.

Π. Κονδύλης, Πλανητική…, ό.π., σσ. 174-175.

Ριχάρδος Σωμερίτης, «Παιχνίδια πολέμου», Το Βήμα, 23/11/1997.

Ριχάρδος Σωμερίτης, «Τι θα θυσιάσουμε στον βωμό της πολεμικής μηχανής;», Το Βήμα, 21/12/ 1997.

Βλ. και Γ. Καραμπελιάς, «Μια τάξη που αρνείται να υπερασπίσει τον τόπο της…», ό.π., σσ. 38-44.

Πηγή: http://ardin-rixi.gr/archives/207514https://www.facebook.com/ARKAS-The-Original-Page-352589524877216/


Aπό:http://eranistis.net/wordpress/2018/03/20/%CE%BF-%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%B4%CF%8D%CE%BB%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CF%86%CE%B8%CE%AF%CE%BD%CE%BF%CE%BD-%CE%AD/