Ολα για την Εύα*…


Δεν πέρασε καλά καλά μια βδομάδα από το συγκινητικό ξέσπασμα της ευρωβουλευτή της Ελιάς Εύας Καϊλή κατά του υπουργού Σταύρου Κοντονή.
Το άρθρο-ξέσπασμα ξεκίναγε: «Κοντονή ακούς; Κομμουνιστές εγκληματίες σκότωσαν τον παππού μου. ΑκούςΚομμουνιστές εγκληματίες έκαψαν το σπίτι της οικογένειάς μου, αφού το καταλήστεψαν. Φοβισμένες οι γυναίκες του σπιτιού» κτλ.
Και συνέχιζε: «Οι δικές μας ιστορικές μνήμες είναι ριζωμένες μέσα μας, δεν θα ξεχάσουμε ποτέ. Κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ενοχλείται από τις εθνικές επετείους, τις παρελάσεις, την ιστορική μνήμη, τη γλώσσα, την παράδοση, την παιδεία, την αριστεία, τα σύμβολα, τις αξίες, αν δεν θέλει να θυμάται, αυτό είναι ύβρη για τους Ελληνες και μετά την ύβρη έρχεται η νέμεσις. Αυτή η θρασύτατη κυβέρνηση, που με εντολές ξένων ξεπουλάει την περιουσία των Ελλήνων, δεν έχει ιδεολογία, παρά μόνο ιδιοτέλεια, ιδεοληπτικές εμμονές και πλάνο αποδόμησης και κατάλυσης του κράτους». Και τελείωνε: «Αυτά, Κοντονή. Ρώτα για να μαθαίνεις».
Το κείμενο προκάλεσε διάφορες αντιδράσεις. Κάποιοι χειροκρότησαν συγκινημένοι, κάποιοι ένιωσαν αμηχανία, η εφημερίδα «Στόχος» το αναδημοσίευσε (Αίμα-τιμή-Εύα Καϊλή, φώναξαν κάποιοι κακοπροαίρετοι) και ο Πολάκης σχολίασε πως το πιθανότερο είναι ο παππούς να ήταν δωσίλογος.
Αλλη μια κουβέντα για τα εγκλήματα του κομμουνισμού ξεκίνησε. Ολα αυτά μέχρι να αποκαλυφθεί από τον Νίκο Μπογιόπουλο πως η Καϊλή ψεύδεται, αφού μια σειρά από δημοσιεύματα για την οικογενειακή της κατάσταση αποδεικνύουν πως ο παππούς της δεν πέθανε στην Κατοχή ή στον Εμφύλιο.
Η ίδια έσπευσε να διευκρινίσει πως δεν σκότωσαν τον παππού της αλλά τον πρώτο άντρα της γιαγιάς της οι κομμουνιστές εγκληματίες (δεν είμαι σίγουρος πως είναι το ίδιο) και πως όλα τα σχόλια, οι διαμαρτυρίες και τα μπινελίκια για το ψέμα κάτω από την ανάρτησή της είναι προϊόντα προκατάληψης και προσπάθειας δολοφονίας χαρακτήρα στο όνομα της ιδεολογίας.
Μέχρι και σήμερα η ευρωβουλευτής περνά σημαντικό χρόνο της ημέρας σβήνοντας σχόλια κάτω από την ανάρτησή της. Υβριστικά και μη.
Φυσικά η ερώτηση που προκύπτει είναι γιατί ασχολούμαστε με όλα αυτά.
Η στάση της Καϊλή, το ύφος και το περιεχόμενο του κειμένου, η χρήση του ψεύδους είναι ενδεικτικά για τους όρους με τους οποίους γίνεται η κουβέντα γύρω από την Ιστορία, την ιδεολογία και τελικά την ίδια την πολιτική και συνδέεται άμεσα με την κουβέντα γύρω από τον αντικομμουνισμό όπως την περιγράψαμε και στο προηγούμενο άρθρο της στήλης.
Το κείμενο επικαλείται ως επιχείρημα την αμηχανία που σου προκαλεί μια προσωπική απώλεια. Μια απώλεια που δεν μπορεί να μπει στη ζυγαριά απέναντι από οποιοδήποτε άλλο επιχείρημα, μιας και οι απώλειες διατάζουνε σιωπή.
Οταν όμως η απώλεια αποδεικνύεται ψευδής, αυτό που παραμένει είναι η διαταγή της σιωπής.
Και η χρήση της εξαπάτησης ως νόμιμου πολιτικού εργαλείου. Στο κείμενο ο αντικομμουνισμός μπαίνει στο ίδιο επίπεδο με τις εθνικές επετείους, τις παρελάσεις, την ιστορική μνήμη, τη γλώσσα, την παράδοση, την παιδεία, την αριστεία, τα σύμβολα, τις αξίες.
Ολα παρατάσσονται στη σειρά προσπαθώντας να προσδιορίσουν τον «κοινό τόπο».
Τα αποδεκτά αυτά χαρακτηριστικά που σε κάνουν «Ελληνα». Ενας αχταρμάς όπου η χαρωπή αφέλεια, το ψεύδος και η σκέψη επιπέδου έκφρασης-έκθεσης Γυμνασίου έρχονται να συναντήσουν την Ακροδεξιά.
Εχει επίσης ενδιαφέρον πως το κείμενο αυτό γράφτηκε από την Καϊλή, πολιτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ.
Ενός κόμματος που δομήθηκε και απέκτησε περιεχόμενο ακριβώς πάνω στη διαχωριστική γραμμή Δεξιάς-Αριστεράς (ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά, μη προνομιούχοι, μια σειρά από ρητορικά και αισθητικά σημεία), με την οικειοποίηση της Αριστεράς και των συνθημάτων της, ενός κόμματος που συνεργάστηκε με τον Μάρκο Βαφειάδη και αναγνώρισε την Εθνική Αντίσταση.
Ενός κόμματος που ταυτόχρονα δημιούργησε έναν αντιπολιτικό πολτό του lifestyle, της κολεγιάς και της εικόνας.
Εναν πολτό μέσα από τον οποίο βγαίνουν τέτοια κείμενα, τέτοιοι τρόποι αντιμετώπισης της Ιστορίας και της ιδεολογίας, τέτοιες πολιτικές ηθικές και στρατηγικές και τέτοιοι πολιτικοί.

*Αναίτια αναφορά στην ταινία «All about Eve» του Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς, με πρωταγωνίστρια την Μπέτι Ντέιβις, αποκλειστικά για λόγους εντυπωσιασμού του αναγνώστη.

(στην Εφημερίδα των Συντακτών)


Από:http://tsalapatis.blogspot.gr/2017/09/blog-post.html

DOCUMENTA 14, ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ…


20989254_10209014132102847_8145138006723353608_o-960x638.jpg

από Σάββας Μιχαήλ

Παρουσιάζουμε εδώ την εισήγηση του Σάββα Μιχαήλ, συγγραφέα και γραμματέα του ΕΕΚ, στην εκδήλωση με τίτλο «Η σύγχρονη τέχνη στην εποχή της κρίσης: με αφορμή την Documenta 14», που έλαβε χώρα στην 5η Συνάντηση Νέων Αρχιτεκτόνων στον ξενώνα Στάμου Στούρνα, στην Άλλη Μεριά Πηλίου, στις 20 Αυγούστου 2017. Τη Συνάντηση διοργάνωσε η Αριστερή Κίνηση Εργαζόμενων Αρχιτεκτόνων, που ανάρτησε και τη συγκεκριμένη εισήγηση.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ

bit verni nashemou otsestvou vo vremeni σ.1– να είμαστε πιστοί στην πατρίδα μας μέσα στον χρόνο, στην ιστορική εποχή, ζητούσε ο Λεβ Νταβίντοβιτς Τρότσκυ από όσους κι όσες παλεύουν να αλλάξουν τον κόσμο για να ανατείλει η Νέα Εποχή της πανανθρώπινης απελευθέρωσης.

Να είμαστε πιστοί στην εποχή δεν σημαίνει να είμαστε προσαρμοσμένοι στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, στο κυρίαρχο «πνεύμα της εποχής», στο Zeitgeist που την νομιμοποιεί. Το αντίθετο: σημαίνει να τολμάς «να συγκρούεσαι με το πνεύμα της εποχής», όπως ζητούσε ο Κierkegaard, «να δρας με τρόπο παράκαιρο», όπως καλούσε ο Νietzsche, «δηλαδή ενάντια στους καιρούς και έτσι επί των καιρών, υπέρ […] ενός μελλοντικού καιρού».

Μένεις πιστός στην πατρίδα σου μέσα στον χρόνο όταν δεν αποφεύγεις αλλά αντιμετωπίζεις με τόλμη, χωρίς φόβο αλλά με πάθος, τις αντιφάσεις της εποχής που την κινούν και την διαμορφώνουν. Ρίχνεσαι μέσα στο καμίνι τους, ζητάς να τις εκφράσεις συνειδητά, βγάζοντάς τες από το σκοτάδι που τις κρύβει στο φώς, και παλεύεις να τις λύσεις στην ιστορική συλλογική πράξη.

Αντέχει σε ένα τέτοιο κριτήριο, αντέχει στις αντιφάσεις της αμείλικτης τούτης εποχής, μια πρόταση τέχνης μέσα από ένα  εγχείρημα σαν αυτό της Documenta 14, με όλο το βάρος και τα πολιτικά και κοινωνικά – ταξικά όρια του περιώνυμου θεσμού με έδρα το Kassel της Γερμανίας; Ποιον ορίζοντα φωτίζει – ή συσκοτίζει;

Συνέχεια

Η θεωρία του ίδιου άκρου…


του Δημήτρη Κούλαλη – Εφημερίδα των Συντακτών

Πρόσφατα, έπειτα από την απόφαση του Ελληνα υπουργού Δικαιοσύνης να μη συμμετάσχει στο συνέδριο που διοργάνωσε η εσθονική προεδρία, μια χλαλοή ιστορικής παραχάραξης και χυδαίου αντικομμουνισμού επικράτησε στον δημόσιο λόγο.

Η στάση των εσθονικών κυβερνήσεων απέναντι στους ναζί είναι γνωστή. Αρκεί μόνο να αναφερθεί ότι η ημέρα απελευθέρωσης του Ταλίν από τον Κόκκινο Στρατό (22/9) έχει χαρακτηριστεί «ημέρα πένθους».

Η στάση της Ε.Ε. όλα αυτά τα χρόνια απέναντι στην προσπάθεια οικοδόμησης του πρώτου εργατικού κράτους είναι επίσης γνωστή. Μη λησμονούμε, άλλωστε, ότι μόλις τον περασμένο Μάιο εγκαινιάστηκε στις Βρυξέλλες το «Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ιστορίας», το οποίο εν πολλοίς επιχειρεί τη σύμφυση του σοσιαλισμού με τον ναζισμό. Το περίεργo, βέβαια, της υπόθεσης είναι ότι πουθενά δεν αντιπαραβάλλεται ο φασισμός με τον καπιταλισμό. Γιατί, άραγε;

Πιθανότατα, γιατί μερικές από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες παγκοσμίως (Kodak, Siemens, Boss, Coca-Cola, Porsche, General Motors, IBM κ.ά.) στήριξαν, άλλες απροκάλυπτα και άλλες λιγότερο φανερά, τον φασισμό.

Περνώντας στην άλλη όχθη του Ατλαντικού συναντάμε ένα πολιτικό σκηνικό που κάτι μας θυμίζει…

Δεν είναι μόνο η υπόγεια προσπάθεια του Τραμπ να αναβαπτίσει τον ναζισμό. Είναι και η οικονομική του πολιτική, όπως η πρόταση των Μνούτσιν-Κον για τη φορολόγηση των επιχειρήσεων (μείωση από το 35% στο 15%), αλλά και η στάση του απέναντι στα συνδικάτα που δείχνουν συγκεκριμένο προσανατολισμό.

Στον αντίποδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού, προωθείται η περικοπή περίπου 3,6 τρισ. $ σε μια σειρά κοινωνικών προγραμμάτων, επιδομάτων και υπηρεσιών πρόνοιας. Στα αντιλαϊκά μέτρα συμπεριλαμβάνεται και η σύσταση ενός προγράμματος που θα στέλνει όσους παίρνουν «επίδομα αναπηρίας και δεν θα έπρεπε(!)» πίσω στη δουλειά. «Θέλουμε να πάνε οι άνθρωποι να δουλέψουν» δήλωνε κυνικά πριν από λίγο καιρό ο υπεύθυνος του Λευκού Οίκου για τον προϋπολογισμό, Μικ Μαλβάνεϊ.

Συνέχεια

Θ. Αγγελόπουλος: «Στη σκόνη του χρόνου που πέφτει πάνω σε όλα, μικρά και μεγάλα»…


Tου Γιάννη Δημογιάννη

Επιστρέφοντας στις καλοκαιρινές απώλειες, ο θάνατος του σκηνοθέτη Θ. Αγγελόπουλου δεν είναι, δυστυχώς για τα Ελληνικά πράγματα, η μοναδική «πινέζα» που καρφώθηκε, θαρρείς, στο σώμα του χρόνου. Ο θάνατός του – διαρκώς παρών για όσους επιμένουν ν’ ανακαλούν την εμβληματική σκέψη και το έργο του – έρχεται να προστεθεί στη μεγάλη χορεία των «οριστικά χαμένων Αγγέλων», των μόνων ικανών να μιλήσουν για την «χαμένη Άνοιξη» αυτού του τόπου. Απώλεια που φαντάζει ακόμη πιο επώδυνη στο παρόν, ιδίως αν αναλογιστούμε το κενό που αφήνει κάθε ματαιωμένη Άνοιξη, κατά το μέρος της καρδιάς… Να ξέρεις πως οι «Άγγελοι» που ταυτίστηκαν με τη σύγχρονη Ελληνική τραγωδία – τα πρόσωπα δηλαδή που «θα μπορούσαν να ρίξουν φως, στο σκοτάδι του προσωπικού και συλλογικού μας βίου – όλοι σχεδόν αποσύρθηκαν στην αιώνια σιωπή, συμπαρασύροντας στο πηγάδι της Λήθης, τις όποιες, κρυφές απαντήσεις κατείχαν». Και εσύ να νιώθεις, μαζί με το φευγιό τους, πως χάθηκε, ίσως και οριστικά, η τελευταία ευκαιρία να ερμηνευτεί το Ελληνικό παράδοξο, με όρους λογικής, ευαισθησίας, Δημοκρατίας και πολιτισμού.

Καρέ πρώτο. Στην αξέχαστη σκηνή από το «Βλέμμα του Οδυσσέα», ο ταξιτζής Θανάσης Βέγγος απευθύνεται σπαραχτικά στο H.Kaitel:«Θέλω να γίνουμε φίλοι. Στο χωριό μου, για να γίνουμε φίλοι πρέπει να πιούμε από το ίδιο ποτήρι και ν’ ακούσουμε το ίδιο τραγούδι. Ξέρεις κάτι; Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σαν λαός. Κάναμε τον κύκλο μας. Δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια, ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες και αγάλματα… και πεθαίνουμε. Αλλά, αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα, γιατί η αγωνία κρατάει πολύ, και κάνει πολύ θόρυβο!» Από εκείνο τον ενορατικό χρησμό, ο τραγικός μας κύκλος διάνυσε μέχρι και τα τελευταία εκατοστά της περιμέτρου του. Η Ιστορία έκλεισε την Ελληνική παρένθεση, το δράμα όμως έμεινε, αφού, για κακή μας τύχη, εγκλωβιστήκαμε στη δίνη ενός χιονιά, που σήμανε την ερήμωση και, εν τέλει, τη αποσάθρωση της υπόστασής μας. Εδώ, ο «ταξιτζής» – ο βαρκάρης ψυχοπομπός, που στην παράδοση μας συνόδευε τις ψυχές στον κάτω κόσμο – το ιστόρησε δίχως την παραμικρή ελπίδα διαφυγής: Η Ελλάδα ως ιδέα, αλλά και ο λαός της σαν Ιστορικό υποκείμενο έχουν, προ πολλού, πεθάνει, πάνω σε σωρούς από σπασμένες πέτρες και αγάλματα. Το θέμα είναι πως ελάχιστοι ένιωσαν στη διαδρομή, το αμετάκλητο του επικείμενου θανάτου, και, πολύ φοβάμαι, ακόμη λιγότεροι άκουσαν τον εκκωφαντικό θόρυβο της επιθανάτιας αγωνίας. Εν ολίγοις, πεθάναμε στη μέση μιας μακρόχρονης χιονοθύελλας, και κανείς μας δεν το πήρε χαμπάρι. Πότε, πώς, γιατί.

Συνέχεια