DK …


Οι Dubioza Kolektiv είναι μια μπάντα 7 μουσικών, απ’ την βοσνία· με έδρα το Sarajevo. Ξεκίνησαν το 2003. «Επιζήσαντες του πολέμου», θεωρούνται πλέον φίρμες στην εναλλακτική σκηνή της ευρώπης· ίσως και πιο πέρα. Παίζουν ένα μίγμα balkan-ska-dub κλπ κλπ.

Και, φυσικά, ούτε αυτοί ούτε το βοσνιακό κοινό τους ταιριάζουν στα στερεότυπα εκείνων που υποστηρίξαν τους σφαγείς της βοσνίας… Ακόμα και για “εκπαιδευτικούς λόγους” λοιπόν, το ειρωνικό “usa” (υπάρχουν και οι στίχοι):


Από:http://www.sarajevomag.gr/wp/2017/05/dk/

Γιατί πρέπει, τώρα, να φύγουμε από τις δυτικές ολοκληρώσεις…


του Γιάννη Ραχιώτη

Γιατί πρέπει, τώρα, να φύγουμε από τις δυτικές ολοκληρώσεις | του Γιάννη Ραχιώτη

Αφορμή γι’ αυτές τις γραμμές έδωσε σειρά άρθρων στις φιλόξενες στήλες του Δρόμου που ενώ υποστηρίζουν την πρωταρχική σημασία της ανάκτησης της κρατικής μας κυριαρχίας, ταυτόχρονα ισχυρίζονται ότι πρέπει να παραμείνουμε εντός των μεγάλων δυτικών ολοκληρώσεων, ακόμη και εντός της Ευρωζώνης, παρόλο που αυτές καταστατικά προϋποθέτουν ευρύτατη εκχώρηση κυριαρχίας. Η προφανής αντίφαση δικαιολογείται με τρείς ομάδες επιχειρημάτων:

Πρώτη, αυτή της καταστροφής που θα πάθουμε σε περίπτωση ανάκτησης έστω και μόνο της νομισματικής κυριαρχίας γιατί «δεν έχουμε κράτος εν λειτουργία, έχουμε υποστεί τεράστια καταστροφή, έχουμε επικίνδυνους γείτονες, θα αντιμετωπίσουμε οικονομικό πόλεμο, το χρέος είναι μη βιώσιμο, υπογράψαμε και μνημόνια και το χειρότερο δεν έχουμε ανεξάρτητη πολιτική ηγεσία». Συνοψίζεται στο «πολύ θα το θέλαμε, αλλά δεν γίνεται». Οι συνέπειες της μετατροπής μας σε προτεκτοράτο, η καταστροφή που προκάλεσαν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, απότοκο της συμμετοχής μας στις δυτικές ολοκληρώσεις, γίνεται επιχείρημα για την συνέχιση του εγκλωβισμού μας.

Δεύτερη, αυτή του «να δώσουμε τη μάχη από μέσα» για μια «Ευρώπη όπως τη θέλουμε». Δε διευκρινίζεται αν συμπεριλαμβάνεται και κάποιο ΝΑΤΟ «όπως το θέλουμε». Ζητάει να αξιοποιήσουμε το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. για προστασία μας από την Τουρκία. Πρόκειται για την πιο εμβληματική θέση των αλήστου μνήμης ευρωκομμουνιστών, δυτικοευρωπαίων και ντόπιων. Αυτή που τους οδήγησε να υποστηρίξουν την ένταξη των χωρών τους στην τότε ΕΟΚ, μετά να υπερψηφίσουν τη συνθήκη του Μάαστριχτ και, τελικά, τους έστειλε στον πούρο νεοφιλελευθερισμό και την υπεράσπιση της παγκοσμιοποίησης.

Τρίτη, αυτή του χλευασμού της ανάγκης ανάκτησης νομισματικής κυριαρχίας: Όσοι υποστηρίζουν την αποδέσμευση από την Ευρωζώνη είναι «νομισματική αριστερά», «δραχμιστές», «νομίζουν ότι το νόμισμα είναι υπερόπλο που συγκροτεί τον ίδιο το στρατό». Η ελαφρότητα αυτής της ομάδας επιχειρημάτων κυριολεκτικά εκπλήσσει. Πώς, άραγε, φανταζόμαστε την Ελλάδα ως κυρίαρχο κράτος; Με νόμισμα προσαρμοσμένο στη δυναμικότητα των κεντροευρωπαϊκών οικονομιών; Χωρίς κεντρική Τράπεζα; Με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αποφασίζει την ισοτιμία, τη νομισματική κυκλοφορία, τον τρόπο και την έκταση του κρατικού δανεισμού, τους κανόνες λειτουργίας των εμπορικών τραπεζών; Με δικαίωμα της ΕΚΤ επιβάλει capital controls όποτε επιθυμούν οι Γερμανοί; Αυτά -και όχι μόνο- συγκροτούν την νομισματική κυριαρχία και εν τέλει την έννοια του νομίσματος. Δεν πρόκειται απλά για εκτύπωση ντόπιων χρωματιστών χαρτιών…

Συνέχεια

ΕΚΦΑΝΣΕΙΣ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΜΑΤΟΣ…


Αποτέλεσμα εικόνας για survivor 2017

Γιουροβίζιον,survivor, τραμπουκισμοί, ιδεολογικές ψευδαισθήσεις ελευθερίας έχουν απογυμνώσει τη ζωή μας επηρεάζοντας τη σκέψη μας και εμπεδώνοντας συναισθήματα  και αντιλήψεις από τα οποία έχει πολλά να αναμένει ο φασισμός. Και το ερώτημα, γιατί η διερεύνηση των αιτίων όλων αυτών αποφεύγεται, παραμένει αναπάντητο επιμένοντας στην περιγραφή των συμπτωμάτων μιας κατάστασης που μοιάζει να μας οδηγεί αναπόδραστα στη μοιρολατρία και εφησυχασμό.
Σε τηλεοπτικές παραγωγές όπως το survivor, σε τραμπουκισμούς φασιστών όπως του Θ. Τζήμερου και Η. Κασιδιάρη, σε λογομαχίες νομιμοποίησης φασιστικού λόγου όπως της Σ. Τριανταφύλλου, σε λεκτικούς εξωραϊσμούς από την τωρινή κυβέρνηση των νέων οικονομικών μέτρων, όπως και από τις προηγούμενες για τα δικά τους αντίστοιχα μέτρα που νομοθετούσαν, αναγνωρίζονται οι ιδεολογικοί μηχανισμοί και οι πολιτικές διεργασίες που προωθούν και διαμορφώνουν καταστάσεις συναίνεσης στον εκφασισμό της κοινωνίας που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια.
          Κι όλα αυτά δεν είναι παρά μορφές της συνολικής  παγκόσμιας, και ορμώμενης εξ ΗΠΑ, πολιτισμικής και πολιτικής έκφρασης που  είναι στην ουσία η εγγενής έκφραση στο εποικοδόμημα της σύγχρονης καπιταλιστικής, στο στρατιωτικό και οικονομικό πεδίο, κυριαρχίας ανά τον κόσμο.
Στην αίτηση συμμετοχής στο τηλεοπτικό πρόγραμμα διαβάζουμε για  συμμετέχοντες, που αποκλεισμένοι σε απομονωμένη περιοχή θα πρέπει να εξασφαλίζουν τροφή, νερό, φωτιά και στέγη για την επιβίωσή τους ενώ θα διαγωνίζονται και σε ειδικές δοκιμασίες, οι οποίοι μέσα από ψηφοφορίες θα αποκλείονται από τη διαδικασία μέχρι να απομείνει ο τελικός νικητής που θα πάρει το χρηματικό έπαθλο των 100.000 ευρώ. Από τον Φεβρουάριο που ξεκίνησε το πρόγραμμα η τηλεθέασή του συγκεκριμένου προγράμματος έχει φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ για την ελληνική τηλεόραση.

Συνέχεια

Όλοι οι ξεριζωμένοι…


Οι πλη­γές τα­ξι­δεύουν. Με­τα­δί­δο­νται α­πό γε­νιά σε γε­νιά, α­πλώ­νο­νται σαν βρα­δυ­φλε­γής ε­πι­δη­μία, χω­ρίς γνώ­ση της ύ­παρ­ξής τους, χω­ρίς να α­φή­νουν ση­μά­δια πί­σω. Κα­τοι­κούν μέ­σα μας σιω­πη­λές. Χω­ρίς να κραυ­γά­ζουν, χω­ρίς έ­στω να α­να­δεύο­νται. Τραύ­μα­τα συλ­λο­γι­κά, ε­μπει­ρίες ε­νός αιώ­να, τραύ­μα­τα πε­ρα­σμέ­να σε μια λή­θη που υ­πό­γεια υ­πεν­θυ­μί­ζουν πιο έ­ντο­να και α­πό μνή­μη.
Το ε­ξώ­φυλ­λο πε­ρι­γρά­φει: «Ο Δρ. Χέν­ρυ Σέλ­γουιν, πρό­σφυ­γας α­πό τη Λι­θουα­νία, φτά­νει το 1899 στο Λον­δί­νο, ό­που χτί­ζει μια λα­μπρή κα­ριέ­ρα ως χει­ρουρ­γός, αλ­λά ό­σο περ­νά­ει ο και­ρός, α­πο­μο­νώ­νε­ται ό­λο και πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό τον κό­σμο, ο Πά­ουλ Μπε­ράι­τε­ρ, δη­μο­δι­δά­σκα­λος σε μια γερ­μα­νι­κή κω­μό­πο­λη, χά­νει τη θέ­ση του και την α­γα­πη­μέ­νη του υ­πό το να­ζι­στι­κό κα­θε­στώς, ο Άμπροζ Άντελ­βα­ρ, με­τα­νά­στης των αρ­χών του 20ου αιώ­να στη Νέα Υόρ­κη, γί­νε­ται μπάτ­λερ στο σπί­τι ε­νός ε­βραίου τρα­πε­ζί­τη και ε­πι­στρέ­φο­ντας α­πό τη μο­να­δι­κή του ε­πί­σκε­ψη στη με­τα­πο­λε­μι­κή Γερ­μα­νία ει­σέρ­χε­ται σε ψυ­χια­τρι­κό ί­δρυ­μα και, τέ­λος, ο ζω­γρά­φος Μάξ Φέρ­μπε­ρ, που έ­χει φυ­γα­δευ­τεί το 1939 στην Αγγλία και ό­λο του το καλ­λι­τε­χνι­κό έρ­γο εί­ναι μια διαρ­κής πά­λη με τον ό­λε­θρο.»
Κα­λω­σήρ­θα­τε στον κό­σμο των «Ξε­ρι­ζω­μέ­νων». Κα­λω­σήρ­θα­τε στον κό­σμο του W.G. Sebald. Ο συγ­γρα­φέ­ας μάς κα­τα­θέ­τει τέσ­σε­ρις δια­φο­ρε­τι­κές πε­ρι­πτώ­σεις, τέσ­σε­ρις υ­πο­θέ­σεις που δεν συν­δέ­ο­νται με­τα­ξύ τους. Κι ό­μως, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, κε­ντρι­κό θέ­μα του βι­βλίου εί­ναι α­κρι­βώς αυ­τή η αό­ρα­τη σύν­δε­ση των αν­θρώ­πων και των ι­στο­ριών. Ο συγ­γρα­φέ­ας κοι­τά σιω­πη­λός κα­θ’ ό­λη τη διάρ­κεια. Σχε­δόν δεν πράτ­τει, υ­φί­στα­ται σε μια ε­νερ­γη­τι­κή πα­θη­τι­κό­τη­τα. Πα­ρα­τη­ρεί, α­κούει, κα­τα­γρά­φει. Ψά­χνει τις ι­στο­ρίες των τεσ­σά­ρων προ­σώ­πων. Χω­ρίς πο­τέ να μας λέει το για­τί, χω­ρίς πο­τέ να ε­ξη­γεί ή να α­πο­λο­γεί­ται. Η πλη­γή τους εί­ναι αυ­τό που δί­νει ε­νό­τη­τα. Η πλη­γή α­πό το διωγ­μό, το ξε­ρί­ζω­μα και την α­πώ­λεια. Και ταυ­τό­χρο­να η δρά­ση που δεν ει­πώ­νε­ται αλ­λά υ­πάρ­χει πα­ντού μπρο­στά στα μά­τια μας. Η συγ­γρα­φή του βι­βλίου α­πό τον Sebald. Δεν μα­θαί­νου­με πο­τέ για ποιον λό­γο ο ί­διος ψά­χνει, κα­τα­γρά­φει και με­τα­δί­δει τη ζωή των αν­θρώ­πων αυ­τών. Σαν η πραγ­μα­τι­κή ση­μα­σία να κρύ­βε­ται στη σιω­πή. Αυ­το­νό­η­τη και ταυ­τό­χρο­να α­διό­ρα­τη.

Δεν έ­χω δια­βά­σει πο­τέ μου βι­βλίο ό­που το συλ­λο­γι­κό και το α­το­μι­κό να υ­πάρ­χουν τό­σο αρ­μο­νι­κά. Ο ί­διος ο ρό­λος του αό­ρα­του συγ­γρα­φέα, αλ­λά και της δια­χεί­ρι­σης του ρό­λου του εί­ναι το βα­σι­κό ερ­γα­λείο που ο­ρί­ζει τη δο­σο­λο­γία. Από την μία η πα­ρου­σία του, ο ρό­λος του μάρ­τυ­ρα-κα­τα­γρα­φέα δί­νει στις ι­στο­ρίες την αί­σθη­ση του πραγ­μα­τι­κού, του ντο­κου­μέ­ντου. Της συμ­με­το­χής ε­νός ή­ρωα στο πα­γκό­σμιο βίω­μα. Η μη δια­τυ­πω­μέ­νη α­γω­νία του συγ­γρα­φέα πε­ρι­γρά­φει έ­να α­το­μι­κό βίω­μα. Ταυ­τό­χρο­να ό­μως —μέ­σα α­πό την έλ­λει­ψη συ­γκε­κρι­μέ­νων χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών του προ­σώ­που που α­φη­γεί­ται— συν­δέει τις ι­στο­ρίες μ’ ε­μάς. Με τον τρό­πο του ο Sebald κα­τα­φέρ­νει κά­τι μο­να­δι­κό. Όχι να μας κά­νει να μά­θου­με ή να δια­βά­σου­με μια ι­στο­ρία. Κα­τα­φέρ­νει να μας κά­νει να συμ­με­τέ­χου­με στον ι­στο­ρι­κό χρό­νο. Να α­ντι­λαμ­βα­νό­μα­στε την πλη­γή και τον ξε­ρι­ζω­μό. Τον αν­θρώ­πι­νο μόχ­θο ως στοι­χείο συ­γκρό­τη­σης της πραγ­μα­τι­κό­τη­τάς μας.
Οι «Ξε­ρι­ζω­μέ­νοι» (εκ­δό­σεις Άγρα, με­τά­φρα­ση Γιάν­νη Κα­λι­φα­τί­δη) α­πο­τε­λούν έ­να υ­βρί­διο προ­σω­πι­κής μαρ­τυ­ρίας, τα­ξι­διω­τι­κού, ι­στο­ρι­κής κα­τα­γρα­φής, μυ­θο­πλα­σίας. Χω­ρίς ε­ξάρ­σεις, χω­ρίς κο­ρυ­φώ­σεις κου­βα­λούν την η­ρε­μία που έ­χουν οι στιγ­μές με­τά τον κα­τα­κλυ­σμό. Σαν οι στιγ­μές, ό­μως, να κου­βα­λούν ό­λη τη ση­μα­σία και το μέ­γε­θος του κα­τα­κλυ­σμού που προ­η­γή­θη­κε. Ταυ­τό­χρο­να, ό­μως, το βι­βλίο μάς μα­θαί­νει τον τρό­πο με τον ο­ποίο συ­νο­μι­λού­με με την ι­στο­ρία, με το χρό­νο, με την πλη­γή.
Για­τί οι πλη­γές εί­μα­στε ε­μείς.

(στην εφημερίδα Εποχή)


Από:http://tsalapatis.blogspot.gr/2017/05/blog-post_18.html

Προτεκτοράτο (;) …


Στις 2 Απριλίου, μέσα από τις σελίδες τής Καθημερινής, είδαν το φως τρία δημοσιεύματα, τα οποία αλληλοσυμπληρώνονται σε τέτοιο βαθμό ώστε να γεννιούνται υποψίες σχετικά με τους στόχους που εξυπηρετούν. Ας τα δούμε με την σειρά.

Το πρώτο έχει τίτλο «Νέες δυνάμεις για τους θεσμούς της Ελλάδας» και γράφτηκε από τον διευθυντή του Ινστιτούτου Συγκριτικού Δημοσίου και Διεθνούς Δικαίου Max Planck της Χαϊδελβέργης Αρμίν φον Μπόγκνταντυ και τον πρώην μεταπτυχιακό φοιτητή του και νυν ερευνητή τού ίδιου Ινστιτούτου Μιχάλη Ιωαννίδη. Η ιδέα των δυο επιστημόνων είναι απλή: εμείς εδώ είμαστε άχρηστοι και ανίκανοι να φτιάξουμε κράτος, οπότε η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να στείλει μερικούς μορφωμένους έλληνες από το εξωτερικό να κάνουν την δουλειά. Αντιγράφω και υπογραμμίζω:

Σχηματική παράσταση της πρότασης Μπόγκνταντυ-Ιωαννίδη (Καθημερινή, 2/4/2017)

Για τη βαθιά μεταρρύθμιση που απαιτείται στην Ελλάδα (…) απαιτείται νέο ανθρώπινο δυναμικό με υψηλά προσόντα, επιλεγμένο με αυστηρά κριτήρια αριστείας και κυρίως αδέσμευτο από τις παλιές πελατειακές δομές εξουσίας. Η Ε.Ε. πρέπει να βοηθήσει την Ελλάδα να αντλήσει το δυναμικό αυτό, διοχετεύοντας ένα σημαντικό τμήμα της τρέχουσας οικονομικής στήριξης στη μεταρρύθμιση των ελληνικών θεσμών. Από την πλευρά της, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να δεχθεί κάποιας μορφής συμμετοχή των ευρωπαϊκών θεσμών στη διαδικασία επιλογής του προσωπικού, ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα ευρωπαϊκά χρήματα θα χρησιμοποιηθούν για τη μεταρρύθμιση της χώρας και όχι για την εξυπηρέτηση κομματικών φίλων και τη διαιώνιση του πελατειακού συστήματος εξαρτήσεων που οδήγησε έως εδώ.  Οι νέοι δημόσιοι λειτουργοί θα μπορούσαν να προσληφθούν με τη βοήθεια της Ε.Ε. και να τοποθετηθούν σε κρίσιμες θέσεις στην Ελλάδα. Κατάλληλοι υποψήφιοι βρίσκονται τόσο εντός της Ελλάδας όσο και στην ελληνική διασπορά: στα διεθνή και στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, σε επιχειρήσεις, τράπεζες και στις υπηρεσίες υγείας, υπάρχουν Ελληνες που έφυγαν την περίοδο της κρίσης και θα μπορούσαν να προσφέρουν την τεχνογνωσία και την εμπειρία τους αναστρέφοντας τη δραματική πορεία εξόδου των τελευταίων ετών.  Σε οργανωτικό επίπεδο, η πρόταση αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί με διάφορους τρόπους. Η επιλογή μπορεί να πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διαγωνιστικές διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενώ οι διορισμοί θα πρέπει να έχουν σε κάθε περίπτωση την έγκριση των ελληνικών αρχών. Η διαδικασία αυτή απαιτεί ένα σημαντικό αριθμό ατόμων. Το νέο προσωπικό πρέπει να είναι αρκετό ώστε να αποτελέσει μια «μεταρρυθμιστική κρίσιμη μάζα» και να συμβάλει στην αλλαγή σε κρίσιμους τομείς στη διοίκηση και στο δικαστικό σύστημα. Η εργασιακή και μισθολογική κατάσταση των νέων λειτουργών θα πρέπει να ακολουθεί εκείνη των υπαλλήλων της Ε.Ε. ώστε οι θέσεις να είναι ελκυστικές για τους καλύτερους. Το κόστος μπορεί να καλύπτεται από ένα μέρος του πακέτου οικονομικής βοήθειας που θα προορίζεται ειδικά για τον σκοπό αυτό. (…) Από την πλευρά της, η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να δεχθεί κάποιας μορφής συμμετοχή των ευρωπαϊκών θεσμών στη διαδικασία επιλογής του προσωπικού…

Συνέχεια

Ο βουβός δούλος …


Πέμπτη βράδυ, ημέρα της ψήφισης του τέταρτου μνημονίου. Τα δακρυγόνα είχαν μόλις διαλύσει τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα και παρέα παλιών και νέων φίλων και συντρόφων κατέφυγε σε ένα καφέ στο Θησείο για να συνέλθουν από τα χημικά που είχαν κολλήσει στο λαιμό, τα μάτια και τη μύτη τους. Εκεί μια φίλη διηγήθηκε μια ιστορία, που η μισή ήταν δική της και η άλλη μισή δανεισμένη από τις «Ιστορίες του κυρίου Κόινερ» του Μπρεχτ.

Είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε που είχε διαβάσει αυτό το βιβλίο κι έτσι η ιστορία ξαναγύρισε στη μνήμη της κάπως τροποποιημένη:

Κάποτε ήταν ένας δούλος που κάθε μέρα έπλενε τα πόδια του κυρίου του και υπάκουε σε κάθε διαταγή του. «Θα με υπηρετείς;» ρωτούσε κάθε μέρα ο αφέντης, όμως ο άλλος δεν άνοιγε το στόμα του. Μέχρι που κάποια μέρα ο αφέντης πέθανε και μόνο τότε ο δούλος μίλησε και είπε «όχι».

Μικρή ήταν η συγκέντρωση στο Σύνταγμα σε σχέση με την κρισιμότητα της περίστασης. Ο βαθύς λαός δεν αντιδρά. Αγανακτεί σιωπηρά και κατά μόνας, αλλά δεν βλέπει διέξοδο. Αηδιάζει αλλά ταυτόχρονα προσαρμόζεται. Βλέπει Survivor, αποφεύγει τις πολιτικές συζητήσεις και περιμένει ότι κάποτε τα αφεντικά, δηλ. οι τράπεζες, οι θεσμοί, η κυβέρνηση, θα καταρρεύσουν κάτω από το βάρος των εγκλημάτων τους ή κάποιος άλλος θα τους «καταρρεύσει» για λογαριασμό τους.

Τι συμβαίνει όμως αν ο αφέντης είναι ήδη ένα πτώμα και ο δούλος εξακολουθεί να του πλένει τα πόδια; Ρώτησε κάποιος, αλλά απάντηση δεν δόθηκε.

 

Πηγή: Μαριάννα Τζιαντζή – «Πριν»


Aπό:http://tsak-giorgis.blogspot.gr/2017/05/blog-post_35.html

ΖΑΚ ΡΑΝΣΙΕΡ: ΑΠΟ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΑΛΤΟΥΣΕΡ, ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΩΝ…


από Aναστασία Ματσούκα

red-moon-960x720.jpg

Με αφορμή την παρουσία του Ζακ Ρανσιέρ στο φετινό B-Fest , το οποίο θα πραγματοποιηθεί στις 26, 27 και 28 Μαΐου στη Σχολή Καλών Τεχνών, αξίζουν, νομίζουμε, λίγα λόγια για το συγκεκριμένο διανοητή, που μέσω της πρωτοτυπίας της προσέγγισής του, έχει καθιερωθεί ως μια πολύ σημαντική φωνή στη σύγχρονη πολιτική φιλοσοφία και σκέψη. Στη συνέχεια, επιλέγουμε να μεταφράσουμε και να παρουσιάσουμε στα ελληνικά τον καταγεγραμμένο διάλογο-αντιπαράθεση του Ζακ Ρανσιέρ με τον Ερνέστο Λακλάου (“Δεν μας αντιπροσωπεύουν;”: Μια συζήτηση ανάμεσα στον Ζακ Ρανσιέρ και τον Ερνέστο Λακλάου), που έλαβε χώρα το 2012, και επικεντρώνει στα ζητήματα αντιπροσώπευσης αλλά και ριζοσπαστικής δημοκρατίας, σε άμεση συνάρτηση με τα κινήματα του 2011 και την κοινωνική δυναμική που ξεδιπλώθηκε τότε.

Εκκινώντας από την École Normale Supérieure, τη μαθητεία δίπλα στον Λουί Αλτουσέρ και την ομάδα τουΝα διαβάσουμε το Κεφάλαιο, ο Ζακ Ρανσιέρ επιλέγει συνειδητά να χαράξει τη δική του πορεία, στην πραγματικότητα, μετά τον Μάη του 1968 και τη ρήξη με τον δομικό μαρξισμό. Αποκηρύσσοντας την αλτουσεριανή προσέγγιση που περιστρεφόταν γύρω από την έννοια της ιδεολογίας, τη λειτουργία και τους μηχανισμούς της, ο Ρανσιέρ εγκαινιάζει μια προσπάθεια θεμελίωσης ενός αντίστροφου τρόπου σκέψης που να αποτελεί ταυτόχρονα και αντιστροφή του αλτουσεριανού μοντέλου. Μπορεί η πορεία του Ζακ Ρανσιέρ να έχει διέλθει διαφορετικές φάσεις από τη δεκαετία του 1970 μέχρι και σήμερα, όμως κάθε μια εντάσσεται αυστηρά πάνω στην ίδια γραμμή-προσπάθεια απαγκίστρωσης των υποκειμένων και των μαζών από το βαριά δεσμά της ιδεολογίας, που δεν τους αφήνουν, κατ΄ εκείνον, περιθώρια διαφυγής και χειραφέτησης.

Συνέχεια