Ένα διαχρονικό κείμενο του Georges Palante από το 1911.
Όπως συμβαίνει και αλλού, η τάση να υποτιμούμε το άτομο έχει γίνει αισθητή στο διανοητικό τομέα. Η ατομική σκέψη – επινοητικότητα – έχει υποτιμηθεί προς όφελος της συλλογικής σκέψης – ιμιτασιόν – κηρυγμένη κάτω από την παντοτινή λέξη της αλληλεγγύης. Ο τρόμος του προηγουμένως αδοκίμαστου, της διανοητικής και αισθητικής πρωτοτυπίας, είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των Λατινικών φυλών. Αγαπάμε την πειθαρχημένη σκέψη, τους κομφορμιστικούς και ευπρεπείς διαλογισμούς. Μια Γερμανίδα συγγραφέας, η Laura Marholm, ανέλυσε με ακρίβεια αυτή τη σύγχρονη τάση: «Η διανοητική ανανδρία είναι ένα καθολικό χαρακτηριστικό. Κανείς δεν τολμά να κάνει μια αποφασιστική δήλωση σχετικά με το περιβάλλον του. Κανείς πλέον δεν επιτρέπει στον εαυτό του μια πρωτότυπη σκέψη. Η πρωτότυπη σκέψη τολμά να παρουσιαστεί μονάχα όταν υποστηρίζεται από μια ομάδα: πρέπει να έχει συγκεντρώσει αρκετούς οπαδούς προκειμένου να τολμήσει να παρουσιαστεί.
Πρέπει να είσαι ένας από τους πολλούς προτού τολμήσεις να μιλήσεις. Αυτό είναι μια ένδειξη καθολικού εκδημοκρατισμού, ένας εκδημοκρατισμός που είναι ακόμη στις αρχές του, και χαρακτηρίζεται από μια αντίδραση εναντίων του διεθνούς κεφαλαίου, που μέχρι τώρα είχε στη διάθεσή του όλα τα μέσα της στρατιωτικής και νομοθετικής άμυνας. Κανείς δεν τολμά να στηρίζεται στον εαυτό του από μόνος του. Μια ιδέα που αντιβαίνει στις αποδεκτές ιδέες σχεδόν ποτέ δεν καταφέρνει να γίνει γνωστή. Η διάδοση μιας αντιπαθητικής ιδέας οριοθετείται και παρεμποδίζεται από χίλιους ανώνυμους λογοκριτές, μεταξύ των οποίων η επίσημη λογοκρισία του κράτους έχει μονάχα δευτερεύοντα ρόλο».
Το αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι ότι δεν υπάρχουμε και δεν σκεφτόμαστε πλέον για τους εαυτούς μας. Σκεφτόμαστε σύμφωνα με διαδόσεις και σλόγκαν.
Είναι ειδικά από ηθική άποψη που η σύνθλιψη του προσωπικού εγωισμού από τον εγωισμό της ομάδας είναι ανυπόφορη. Γνωρίζουμε επίσης πάρα πολύ καλά τη μικροπρέπεια του ομαδικού πνεύματος, τις σποραδικές συμμαχίες που δημιουργούνται, περισσότερο από οτιδήποτε, για την καταπολέμηση των ανώτερων ατομικοτήτων, την αλληλεγγύη στην ανευθυνότητα, όλες αυτές τις μορφές μειωμένης ανθρωπότητας.
Το ίδιο συμβαίνει με την τέλεια αλληλεγγύη όπως και με την απόλυτη δικαιοσύνη, τον απόλυτο αλτρουισμό, τον απόλυτο μονισμό. Αυτά είναι αφηρημένες αρχές που δεν μεταφράζονται σε πραγματικούς όρους. Κάθε άνθρωπος έχει την ιδιαίτερη αντίληψή του για την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη, τον τρόπο του να ερμηνεύει το fas και το nefas (ΣτΜ. λατ. Per fas et nefas=ανάμεσα στο σωστό και το λάθος) σύμφωνα με της κλίκας του, της τάξης του, κλπ. τα συμφέροντα.
«Από τη στιγμή που μια ιδέα βγει στην επιφάνεια», είπε ο Remy de Gourmont, «αν έτσι τη θέσουμε γυμνή σε κυκλοφορία στο ταξίδι της σε όλο τον κόσμο συγκεντρώνει όλα τα είδη της παρασιτικής βλάστησης. Μερικές φορές ο αρχικός οργανισμός εξαφανίζεται, εξ ολοκλήρου καταβροχθισμένος από τις εγωιστικές αποικίες που αναπτύσσονται εκεί. Ένα διασκεδαστικό παράδειγμα αυτών των παρεκκλίσεων στη σκέψη δόθηκε από την επιχείρηση των βαφέων στην τελετή που ονομάστηκει «Ο Θρίαμβος της Δημοκρατίας». Οι εργάτες περιφέρανε ένα πανό όπου τα αιτήματά τους για δικαιοσύνη συνοψίζονταν σε αυτή την κραυγή: «Κάτω η ριπολίνη!» Πρέπει να ξέρετε ότι η ριπολίνη είναι ένα έτοιμο χρώμα που ο καθένας μπορεί να απλώσει σε μια ξυλοκατασκευή. Μπορούμε έτσι να καταλάβουμε την ειλικρίνεια αυτής της ευχής και την επινοητικότητά της. Η ριπολίνη εδώ αντιπροσωπεύει την αδικία και την καταπίεση· είναι ο εχθρός, ο διάολος. Έχουμε όλοι μας τη δικιά μας ριπολίνη και χρωματίζουμε σύμφωνα με τις ανάγκες μας τις αφηρημένες ιδέες που, δίχως αυτήν, δεν θα είχαν καμιά προσωπική χρησιμότητα για μας».
Το ιδανικό είναι λεκιασμένο σε επαφή με την πραγματικότητα:
Πέρλα έμπροσθεν της πτώσεως, βούρκος ύστερα.
Μετάφραση: Αιχμή