Daily Archives: 21/09/2016
Ο δαντικός κόσμος του «Υπουργού Νύχτας»…
Μιλώντας με τον Γιώργο Σκαμπαρδώνη
Την συνέντευξη πήρε ο Αντώνης Φράγκος
Πολύ γνωστός συγγραφέας της συμπρωτεύουσας αλλά και δημοσιογράφος, σεναριογράφος, μεταφραστής – διευθυντής εφημερίδων και περιοδικών – ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης εξέδωσε πριν λίγο καιρό ένα ακόμη ενδιαφέρον μυθιστόρημά του, όπου ένας κυνικός χαρτοπαίχτης, ιδιοκτήτης γραφείου κηδειών – «‘Η Έσχατη Φροντίδα» – με αρκετές παρανομίες, βυθίζεται στον ζοφερό υπόκοσμο εμπορίας ναρκωτικών, τράφικινγκ, πορνείας και τοκογλυφίας για να αναδειχθεί Νονός – «Υπουργός Νύχτας».
Πιο πέρα, μεταγράφεται σε υπουργικό θώκο σε ένα πολιτικό σύστημα διεφθαρμένο, στην πλειονότητα, μέχρι μυελού οστών. Ο τζόγος, βέβαια, δεν τον εγκαταλείπει ποτέ, τον καθοδηγεί και του φέρνει συμφορές και μόνο ο έρωτας για τα μάτια μιας ανατολικοευρωπαίας πόρνης τον αναγκάζει να στοχαστεί επ’ ολίγον. Είναι, βέβαια, τόσο δυνατές οι σκηνές που περιγράφει ο Σκαμπαρδώνης με λιτότητα και ρεαλισμό, εικόνες που τρομάζουν ενίοτε το μυαλό αλλά είναι και οι αντιφάσεις των ηρώων, χωρίς μανιχαϊσμούς, ανθρώπων με συναισθήματα που βολοδέρνουν στους κατεστραμμένους αρμούς της κοινωνίας. Έπειτα είναι το σασπένς, η ίντριγκα που πλέκει ο συγγραφέας, ο τρόπος που ενορχηστρώνει την τελική σύγκρουση, ένα ακόμη θετικό στην όλη υπόθεση του «Υπουργού Νύχτας».
Ο ΖΟ ΝΤ’ΑΞΑ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΤΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 1895…
Από το λιμάνι της Πάτρας περνώντας τα Μέγαρα με τρένο και φτάνοντας στην Αθήνα ο Γάλλος αναρχοατομικιστής Ζο ντ’Αξά μας προσφέρει την ωραιότερη ίσως απεικόνιση μιας άλλης καθημερινής Ελλάδας, των τελών του 19ου αιώνα.
Απ’ το ελαφρύ ατμόπλοιο, στραφταλίζοντας κάτω από τον ήλιο, βλέπουμε την Πάτρα στους πρόποδες του βουνού απέναντι απ’ το Μεσολόγγι.
Στη μικρή πλατεία κοντά στο λιμάνι, όχι πολύ μακρυά από την αγορά, το τρέξιμο της Κυριακής. Φωτεινό χρωματιστό Ευρωπαϊκό ντύσιμο, διαχρονικές μόδες. Οι θείες λειτουργίες στις Εκκλησίες τελειώνουν. Τα όμορφα πρόσωπα των γυναικών, χάνονται κάτω απ’ τα οικοδομήματα των καπέλων τους. ΓέροιΈλληνες με εθνική ενδυμασία, η κοντή πλισέ φούστα μιας χορεύτριας. Και το πολύχρωμο, τρεμοφέγγων πλήθος, γυρίζοντας σαν καρουζέλ γύρω απ’ την πλατεία με τους τρεις σκονισμένους φοίνικες.
Στην ταράτσα ενός Μαυριτανικού καφέ, όπου σερβίρεται λικέρ γλυκάνισο και «μαστίχα» σε πιατάκια με ελιές στα μικρά, χαμηλά τραπέζια, παραδίδομαι ευλαβώς στον πρώτο μου ναργιλέ.
Ο ελαφρύς καπνός καταναλώνεται αργά στην ερυθρά καμινάδα αργίλου κάτω απ’ τον αρωματικό άνθρακα, την ώρα που στην καράφα με τη χάλκινη θωράκισή της το νερό γουργουρίζει παράξενα. Ο ναργιλές στέκεται ιερατικά και ο μακρύς σωλήνας με την τριγωνική κεχριμπαρένια άκρη του ξετυλίγεται σαν τις σπείρες κάποιου ιερού φιδιού.
Η πηγάδα – 7. Αναζητώντας την αλήθεια…
Όταν αποφάσιζα να βάλω μπρος αυτή την σειρά κειμένων, ήξερα ότι θα κολυμπήσω σε ταραγμένα, βαθειά κι αχαρτογράφητα νερά. Στα τόσα χρόνια που μελετώ Ιστορία, πρώτη φορά βρέθηκα μπροστά σε τόσο πολλές αλληλοσυγκρουόμενες, διαστρεβλωμένες και ψευδείς πληροφορίες, πολλές από τις οποίες είναι τόσο εμφανώς κατασκευασμένες ώστε βγάζουν μάτια.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα εξώφθαλμα κατασκευασμένου πειστηρίου είναι το κείμενο του ιερέα τού Μελιγαλά Παναγιώτη Παπαδόπουλου, το οποίο παρέθεσε εδώ ανώνυμος σχολιογράφος, αλιεύοντάς το από το βιβλίο τού συνταγματάρχη Ηλία Θεοδωρόπουλου «Η πηγάδα του Μελιγαλά». Σύμφωνα με τον Θεοδωρόπουλο, όμως, πρόκειται για «ακριβές αντίγραφον, του ευρισκομένου εις χείρας τού Δημητρίου Παπαδοπούλου, υιού του εις Κύριον αποδημήσαντος Ιερέως Παπαδοπούλου, δακτυλογραφημένου κειμένου συνταχθέντος υπό του ιδίου του Ιερέως, κατά την βεβαίωσιν του υιού του». Δηλαδή, εν έτει 1945, ο παπάς του χωριού πήρε μια γραφομηχανή και δακτυλογράφησε με τα χέρια του, εις άπταιστον και αλάνθαστον καθαρεύουσαν το κείμενό του, αντί να πάρει ένα κομμάτι χαρτί κι ένα μολύβι; Δύσκολο να το πιστέψουμε. Αλλά, βλέπετε, το χαρτί και το μολύβι πιστοποιούν γραφικό χαρακτήρα, κάτι που δεν συμβαίνει με τις γραφομηχανές.
Εξ άλλου, στο ίδιο κείμενο, ο παπάς βεβαιώνει ότι αυτός δεν βρισκόταν στο Μπεζεστένι: «αν ξεκινούσε ο υποφαινόμενος και πήγαινα εκεί, ασφαλώς δεν θα υπήρχα σήμερον να σας γράψω τα τραγικά αυτά γεγονότα». Βεβαιώνει δε ότι απλώς κρυφοκοίταζε: «είδα με τα μάτια μου από τις γρύλιες των παραθύρων…». Παραμένει άξιο απορίας πώς ο παπάς είδε «από τις γρύλιες των παραθύρων» τους αντάρτες να αρπάζουν κρατούμενους από το Μπεζεστένι, να τους οδηγούν στην πηγάδα που βρίσκεται δυο χιλιόμετρα μακρύτερα, να τους κόβουν μύτες κι αφτιά κι ύστερα να τους σφάζουν και να τους ρίχνουν στην πηγάδα. Όλα αυτά -υποτίθεται πως- τα πιστοποιεί ένας παπάς, τον οποίο οι συγχωριανοί του τον είχαν σε τέτοια «εκτίμηση» ώστε τον φώναζαν «παπα-Πούλο».
Λεπτομέρεια: Ο Θεοδωρόπουλος «καρφώνεται» μόνος του, καθώς αφήνει να εννοηθεί ότι ο παπα-Πούλος είχε αλισβερίσια με τους αντάρτες, λέγοντας ότι «σήμερον πλανώνται εις ολόκληρον την περιοχήν υπόνοιαι κατά του Ιερέως Παπαδοπούλου, δι’ ο και καλούνται οι υιοί του Δημήτριος και Γεώργιος και αι θυγατέραι του Βασιλική και Σοφία να υπεραμυνθούν της μνήμης, του πατριωτισμού, της τιμής, της υπολήψεως και της Ιερωσύνης του Πατρός των και να δώσουν εις την δημοσιότητα κάθε έγκυρον στοιχείον». Τί άλλο να κάνουν τα παιδιά; Ολόκληρο δακτυλόγραφο βρήκαν!
Το κάτεργο καίγεται, καίγεται, καίγεται! …
Αρκεί να ακούσει κανείς τις φωνές της άγριας χαράς των αιχμάλωτων προσφύγων / μεταναστών (που το πιθανότερο είδαν και τα λίγα πράγματά τους να χάνονται) για να καταλάβει (αν έχει ψυχή). Ένα απ’ τα κάτεργα «φιλοξενίας» (στη νέα γλώσσα του ολοκληρωτισμού «hot spot»), στη Μόρια της Μυτιλήνης, πυρπολήθηκε. Κι αυτό ήταν το καλύτερο που θα μπορούσαν να κάνουν οι απελπισμένοι «φιλοξενούμενοι» / αιχμάλωτοι.
Σε ποιον χρεώνονται τα «ανθρωπιστικά» βασανιστήρια των στρατοπέδων συγκέντρωσης; Στον ανάλογο που χρεώνονταν τα αντίστοιχα στη Λαμπεντούζα και σ’ όλες τις Λαμπεντούζες: εν προκειμένω στην ελληνική κυβέρνηση που με σχέδιο, σύστημα και πρόθεση παριστάνει την «αδύναμη» (ω μωρέ μωρέ την καϋμενούλα!) να προσφέρει ανθρώπινες (ανθρώπινες – όχι ζωώδεις) συνθήκες καθημερινής ζωής στους λίγο παραπάνω από 50.000 πρόσφυγες / μετανάστες.
Τα γράφουν ξένα (καθεστωτικά) μήντια, όχι όμως και τα ελληνικά «πατριωτικά» – δηλαδή όλα τα ντόπια. Οι συνθήκες της καθημερινότητας στα «καυτά σημεία» είναι απάνθρωπες· και είναι σκόπιμα τέτοιες. Για να δρα και να επιδρά η φήμη της απανθρωπιάς: αποτρεπτικά για τους επόμενους φυγάδες προς τα μέρη μας.
Στο λογαριασμό αυτού του σχεδιασμού περιλαμβάνονται και όλες οι ακροδεξιές / φασιστικές αντιδράσεις των κάθε φορά ντόπιων. Γιατί η μεταχείριση των προσφύγων / μεταναστών είναι τέτοια ώστε να κουρντίζονται τα κτηνώδη αντανακλαστικά των ντόπιων· δεν είναι δύσκολο.
Φωτιά λοιπόν! Ακόμα κι αν δεν λύνει κάτι, φωτιά…
Μικρό δοκίμιο περί ανεντιμότητας…
Ελάχιστα πράγματα είναι πιο ανέντιμα από την απόκρυψη ή και την ωραιοποίηση της ραγδαία επεκτεινόμενης διάλυσης ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας. Διάλυση που αφορά τόσο τις ατομικές όσο και τις συλλογικές εκφράσεις και όλα τα επίπεδα των κοινωνικών λειτουργιών. Διότι όταν τόσοι άνθρωποι αποχωρούν, παραιτούνται οριστικά ή παρουσιάζουν κρίσιμα συμπτώματα σωματικής-ψυχικής αποσύνθεσης και κατάρρευσης κανείς δεν έχει το δικαίωμα να φλυαρεί με πλαδαρότητα και να καλλωπίζει με ιδεολογήματα το μέλλον, μοιράζοντας δωρεάν «ελπιδόγραφα».
Είναι επίσης ανέντιμη αλλά και παραπλανητική η εξίσωση των χειροπιαστών θεμάτων, των αναγκών και των ουσιωδών προβλημάτων των ανθρώπων με τις ιδεολογικές και κομματικές εμμονές αυτών που τους κυβερνούν. Η αποτυχία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να ωφελήσει το δυνατό δίκαια και συνολικά την κοινωνία βασίζεται κυρίως στην αδιαφορία της να προωθήσει πολιτικές πραγματικής ιδεολογικής υπέρβασης που θα οδηγούσαν στη σύγκλιση των δύο παραπάνω περιεχόμενων, δηλαδή του κοινωνικού με το ιδεολογικό. Αυτό γιατί τόσο η φύση της όσο και το βασικό μέλημά της ήταν και παραμένει ο προσηλυτισμός, η κατανάλωση πολιτικού χρόνου και μια επικοινωνιακή αντιπαράθεση με τα καταστροφικά για την κοινωνία προβλήματα. Δηλαδή τη συνεχιζόμενη αδικία στην κατανομή των βαρών, την άγρια ανισότητα, την ανεργία, το προσφυγικό και την άνοδο του φανατισμού. Στην ουσία στόχος αυτής της «αριστεροδέξιας» στροφής δεν υπήρξε η αποκατάσταση και ενδυνάμωση της ήδη κλονισμένης κοινωνικής συνοχής αλλά η ευκαιριακή διαχείριση μιας πολιτικής περίστασης, ώστε να ριζώσουν και να εδραιωθούν – οι εκχωρημένες από τους ψηφοφόρους εξουσίες – σε όλο μεγαλύτερα βάθη και πλάτη.