Γεννήθηκε στις 21 Αυγούστου 1952, στην Άγκυρα της Τουρκίας, καθώς ο πατέρας του ήταν διπλωμάτης καριέρας. Γόνος ευκατάστατης οικογένειας, δε ζήλεψε καθόλου τα πλούτη, έφυγε από το σπίτι, έκανε διάφορα επαγγέλματα και έγινε ανατρεπτικός στην πράξη και όχι στη φλυαρία.
Ακόμη χειρότερα για τη βρετανική μπουρζουαζία, παρέσυρε και άλλους. Λάτρεψε τη μουσική μέσα από τους δίσκους του Little Richard, των Beach Boys και του Woody Guthrie. Σε μια συνέντευξή του, ο Τζο Στράμερ θα δηλώσει: «Ο λόγος που έπαιζα μουσική, ήταν οι Beach Boys»….
Το 1976, ο Τζο Στράμερ έγινε μέλος του πανκ-ροκ συγκροτήματος The Clash, από όπου και αποχώρησε το 1986. Μαζί τους κυκλοφόρησε έξι άλμπουμ, μεταξύ των οποίων και οι μεγάλες επιτυχίες “Rock The Kasbah”, “Should I Stay Or Should I Go”, “London Calling”, “White Riot”, “I Fought The Law”, κ.ά….
Στις 10 Ιουνίου 1977, ο Στράμερ και ο ντράμερ του συγκροτήματος, Νίκι «Τόπερ» Χίντον, συνελήφθησαν, ενώ έκαναν γκράφιτι το όνομα του γκρουπ στον τοίχο ενός ξενοδοχείου. Στις 20 Μαΐου του 1980, ο Στράμερ συνελήφθη και πάλι, αυτή τη φορά επειδή ξυλοκόπησε με την κιθάρα του έναν βίαιο θαυμαστή του γκρουπ, κατά τη διάρκεια συναυλίας τους στο Αμβούργο της Γερμανίας. Το περιστατικό αυτό σόκαρε τον Τζο Στράμερ σε τέτοιο βαθμό, ώστε δήλωσε: «Κόντεψα να δολοφονήσω έναν άνθρωπο, κι αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις τη βία με βία. Απλά δεν οδηγεί πουθενά». Λεφτά είχε πάρα πολλά, αλλά επέλεξε να μένει σε κοινόβια και να τα μοιράζεται με τους λούμπεν συγκατοίκους του. Δούλεψε με οικονομικούς μετανάστες, έκανε παρέα τους άνεργους και τους περιθωριακούς. Δεν έγινε sir, όπως ο Τζάγκερ και δεν γούσταρε τις λιμουζίνες. Ήταν η εποχή των έντονων κοινωνικών συγκρούσεων και χρησιμοποίησε τη μουσική για να τις περιγράψει….