Άντε γαμήσου Αμελί, του Στάλιν…


Χθες κατάλαβα πόσο μεγάλες μπαρούφες περνάει για μηνύματα η ταινία Αμελί. Γιατί; Γιατί σε γεμίζει με τόσα «πρέπει». «Πρέπει» να είσαι καλός άνθρωπος με τους ανθρώπους, «πρέπει» να μην εκνευρίζεσαι, «πρέπει» να ζεις στο ροζ συννεφάκι της αστικής κανονικότητας, «πρέπει» να κάνεις το ένα, «πρέπει» να κάνεις το άλλο. Πρέπει, πρέπει, πρέπει. Ε στα διάλα πχια! Δεν πρέπει!  Δεν είναι ανάγκη να είμαστε καλοί άνθρωποι με όλους γιατί μερικοί άνθρωποι είναι καθίκια και με τα καθίκια δεν κάνεις γουτσουνιές, τα τσακίζεις. Η Αμελί όμως δεν έχει τέτοιο θέμα γιατί η Αμελί δεν έχει ούτε φίλους ούτε εχθρούς. Η Αμελί είναι ουδέτερη και καλοπροαίρετη ντεμέκ.

Η Αμελί είναι η Σώτη Τριανταφύλλου του γαλλικού σινεμά. Η Αμελί θα ήτανε ενάντια στις εξεγέρσεις των μεταναστών στα παρισινά προάστια γιατί πολύ απλά «αυτοί οι άνθρωποι καταστρέφουν περιουσίες ανθρώπων και αυτό δεν είναι γουτσουνιάρικο». Η Αμελί θα στήριζε την απαγόρευση της μπούργκας ή της μαντίλας που φορούν οι μουσουλμάνες στους δημόσιους χώρους γιατί «έτσι κρύβεται η ομορφιά τους και πρέπει να την δείξουν πάση θυσία για να γίνει ο κόσμος μας πιο γουτσουνιάρικος».

Δεν γίνεται  να ζούμε σε ουδέτερα και χρωματιστά συννεφάκια γιατί ζούμε σε κοινωνίες με άπειρα προβλήματα τα οποία πρέπει να λύσουμε και τα προβλήματα αυτά δεν λύνονται με αγαπούλες και καρδούλες. Ακόμα και στο προσωπικό επίπεδο, στο επίπεδο δηλαδή των ανθρωπίνων σχέσεων, τα προβλήματα δεν λύνονται με αγαπούλες και καρδούλες. Εκτός και εάν είμαι πειθήνια τσουτσεκάκια που κάνουμε ότι μας λένε οι άλλοι ή δεν αντιδρούμε σε κάθε μαλακία που βλέπουμε. Φαντάζομαι όμως ότι κάνεις μας δεν θέλει να ζει έτσι, τουλάχιστον όχι οι άνθρωποι που έχουν μια στάλα μπέσα και ενοχλούνται από την μικροαστική σκατίλα.

Συνέχεια

«ποιος ονειρεύεται πως κάποιοι άλλοι βγαίνουν και κάνουν πρώτοι την αρχή;»…


Sidiropoulos4

Επιμέλεια Ηρακλής Κακαβάνης //


 Στις 27 Ιουλίου γεννήθηκε ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο «πρίγκιπας» του ελληνικού ροκ όπως τον αποκάλεσαν. Δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της Έλλης Αλεξίου. Ο ίδιος σ” αυτές τις δύο διαφορετικές του ρίζες έβλεπε την αιτία της συνύπαρξης του ρόκερ και του σκεπτικιστή. Πέθανε σε ηλικία μόλις 42 χρόνων, στις 6 Δεκέμβρη 1990 από υπερβολική χρήση ηρωίνης.
 Ο τελευταίος των Ζορμπάδων, ήταν ο Zorba «The Freak». Και πριν από μισή δεκαετία, ανέβηκε στο αλογάκι του, φόρεσε το καπελάκι του, είπε στην κοινωνία: «Καμπόυ, ξεκαμπόυ και σου γαμώ το σόι», και μετά γύρισε προς τα μας και είπε: «See you later alligators!!!, άντε και καλή τύχη μάγκες… εγώ πάω να βρω τη μανούλα μου». Γι” αυτόν ήμουν ο θείος. Ετσι όπως διάλεξε τους φίλους του, διάλεξε και τους «συγγενείς» του, διάλεξε την «οικογένειά » του, τα κατάφερε. Και σίγουρα, ο ίδιος διάλεξε και το τελευταίο του ταξίδι. Ο ανιψιός, ήταν ένας ελεύθερος πρίγκιπας, ο τελευταίος και είμαι περήφανος γι” αυτόν.
Παυλάκι μου, οι καιροί εξακολουθούν να είναι δύσκολοι για τους πρίγκιπες.
Σε φιλώ, ο θείος σου ο Μήτσος.
Και για την αντιγραφή
Δημήτρης Πουλικάκος
 Ασυμβίβαστος με τον τρόπο του, σίγουρα μπροστά από την εποχή του, με το στίχο και τα τραγούδια που ερμήνευσε. Σε πολλά μπορεί να διαφωνήσει κανείς με τις επιλογές του, όμως κάποια τραγούδια τα σφράγισε με τη φωνή του.

Συνέχεια

«Τον Ιούλιο κάποτε…….» …


[σημειώσεις περί πραξικοπημάτων και θερινών αναφλέξεων…α΄μέρος]

diadilotes-sto-horoy-toy-gipedoy_ioylios-1965

Γράφει o Νίκος Σταθόπουλος


Πενήντα χρόνια μετά…Η καθοριστική σπουδαιότητα εκείνων των γεγονότων, έχοντας διαμορφώσει ένα μοναδικό συλλογικό ασυνείδητο, πέφτει στα χέρια των μετά Χριστόν προφητών της διανόησης που θέλει ντε και καλά να επιβάλει την ερμηνευτική της αυθεντία. Άλλοι καταλήγουν στη «διαπίστωση» μιας αξεπέραστης, τάχα, παρακμής, κι άλλοι σκαρφίζονται απίθανες διανοητικές ακροβασίες για να κουκουλώσουν το δεδομένο της αριστερής αποτυχίας.

Το ΕΑΜ, ο Άρης και τα Ιουλιανά υποβάλλονται σε μια «επανανάγνωση» που τα στραγγίζει από τις πρωταρχικές σημασίες τους και τα καθιστά ηρωικώς ανεπίκαιρα. Οι «αυθεντίες» των ρετιρέ, δεν υποφέρουν την «πεζοδρομιακή πλέμπα», και αρκούνται σε στεφάνους «τιμής» στην Καισαριανή με τα δάχτυλα σταυρωμένα στην πλάτη για να ξορκίσουν το κακό των λαϊκών αντιστάσεων…

Ζώντας το αισχρό «αριστερό» φιάσκο του τρέχοντος Ιούλη, την απόλυτη αυτοταπείνωση του τρίτου αριστερού Μνημόνιου, ταξιδεύουμε ανάστροφα προς το ‘65, μπας και καταλάβουμε, και ωριμάσουμε, και ξαναβρούμε το χαμένο «θαύμα». Η τραγική φωτογραφία του ετοιμοθάνατου Σωτήρη Πέτρουλα, επιβεβαιώνει τον ποιητή-«..στα μισά του πέλαγου με καρτέρεψαν/με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε…».Δεδομένου ότι καμιά κίνηση της ιστορίας δεν έχει μεταφυσικό αυτοματισμό, είναι πρώτιστη πολιτική ανάγκη να δούμε ποιοι χειρίστηκαν τις «μπομπάρδες». Ο ίδιος ποιητής προειδοποιεί την ανυπεράσπιστη λαϊκή αθωότητα ότι «ήρθαν ντυμένοι φίλοι αμέτρητες φορές οι εχθροί μου». Το φτωχικό σπίτι του Πέτρουλα στον Κολωνό, ήρθε ο καιρός να το πάρει η Τράπεζα με αριστερή νομοθέτηση…

«Λογαριάζουν, όμως, χωρίς τη λαϊκή αντίσταση»

Τα Ιουλιανά του ‘65, η κορυφαία πολιτική και κοινωνική σύγκρουση μετά την Αντίσταση και τον Εμφύλιο, ο «αστάθμητος παράγων» που έγινε ο καταλύτης και ο βαθύς διαμορφωτής των εξελίξεων που ακολούθησαν. Τα προσδιοριστικά του χαρακτηριστικά, δύο: η «εισβολή των μαζών» στο ιστορικό-πολιτικό προσκήνιο, και ηεξ αυτών των αυτονομημένων μαζών ασυμβίβαστη προώθηση του «δημοκρατικού-εκσυγχρονιστικού αιτήματος». Ο Δημήτρης Λιβιεράτος(«Ιούλης 65-η έκρηξη») παρατηρεί: «Λογαριάζουν, όμως, χωρίς τη λαϊκή αντίσταση. Η ιστορία ήταν πολύ καλά μονταρισμένη, αλλά στην επεξεργασία των σχεδίων τους, οι βελάδες των Ανακτόρων, ξέχασαν ότι κατά σύμπτωση υπάρχει και ο ελληνικός λαός […] ξέχασαν ότι υπάρχει και η Πρωτεύουσα και το Περιστέρι και ο Πειραιάς και η Λάρισα και ο Βόλος, ξέχασαν ότι υπάρχει η εργατιά, ο καταπιεζόμενος λαός, η αγωνιστική σπουδάζουσα εργαζόμενη νεολαία, οι αγρότες[…]Είναι η πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία των τελευταίων χρόνων που έχουμε τέτοιες α υ θ ό ρ μ η τ ε ς   ε κ δ η λ ώ σ ε ι ς  σ ε τ έ τ ο ι α   έ κ τ α σ η. Παλαιότερα ξέραμε ότι όλες οι συγκεντρώσεις ήταν α υ σ τ η ρ ά   π λ α ι σ ι ω μ έ ν ε ς, πειθαρχημένες και στελεχωμένες, ώστε να μην ξεφύγουν από την καθιερωμένη και χαραγμένη γραμμή. Ο αυθορμητισμός και η θέληση για αγώνα, τον πρώτο καιρό, δεν μπόρεσαν να ελεγχθούν από τα κατά παράδοση στελέχη».

3- Διαδηλώσεις στα ιουλιαανά

Στη Μεταπολίτευση, από το «ηθικόν ακμαιότατον» του Χημείου μέχρι την αριστερά-ασπίδα του εξευτελισμένου κοινοβουλίου τον Φλεβάρη του 12 θα ξαναζήσουμε το έργο…Το 65 η συστημοποιημένη Αριστερά του τρομοκρατημένου συμβιβασμού θα βάλει πλάτη στη «νομιμότητα» του αστικού κοινοβουλευτικού τζόγου και θα αφοπλίσει ένα εξεγερμένο λαό που «ψαχνότανε» πρωτοπόρα και ηρωικά. Δεκαετίες μετά, η ίδια Αριστερά, είτε σαν «ευρωλιγούρικη» είτε σαν «ορθόδοξη», θα εμμείνει στην προδοσία της «ανάθεσης» και θα ρυμουλκήσει ανάστροφα τον λαό προς την κάλπη, παίζοντας αντικειμενικά το παιχνίδι των διεθνών πραξικοπηματιών τοκογλύφων της ΕΕ. Δεν υπάρχουν «νικηφόρες επαναστάσεις που χάθηκαν», αλλά ευκολόπιστος λαός που αφέθηκε στη «μέριμνα» πατερναλιστών της διαχείρισης.

Συνέχεια

Επιτέλους ενωμένοι: φταίει ο Βαρουφάκης…


Ο φαρμακός στην αρχαιότητα ήταν αυτό που λέμε σήμερα εξιλαστήριο θύμα. Ο στόχος της τελετής ήταν να τιθασευτεί η ανεξέλεγκτη βία, καθώς στρεφόταν από σύσσωμη την κοινότητα προς την πλευρά του θυσιαζόμενου. Η ειρήνη και η ενότητα αποκαθίσταντο στην πόλη, που έβρισκε τη χαμένη της συνοχή στο πρόσωπο του ανθρώπου που επιφορτιζόταν να σηκώσει το βάρος για όλους, ενώνοντάς τους ως τιμωρούς. Μεταξύ άλλων, η τελετή απαιτούσε το θύμα να είναι αθώο. Ως προς αυτό χρειάζονται διευκρινίσεις.

του Κωνσταντίνου Πουλή


Ο Βαρουφάκης φέρει πολιτική ευθύνη για τη διαπραγματευτική στρατηγική που απέτυχε στις 13 Ιουλίου. Ταυτοχρόνως, αυτή η πανωλεθρία ανήκει κατά βάση στον ΣΥΡΙΖΑ. Η ιδέα ότι μπορούσαμε να έχουμε και ευρώ και χαλάρωση της λιτότητας ήταν στην καρδιά του πολιτικού του σχεδιασμού. Ευθύνη φέρουν, εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, και οι ψηφοφόροι του. Είναι εντυπωσιακό ότι με τόση κουβέντα που γίνεται για τη δημοκρατία, κανείς δεν έχει σκεφτεί να αναφέρει πως αυτή η αδιέξοδη στρατηγική ήταν επιλογή των ψηφοφόρων. Σε αυτή τη ζαριά πόνταραν, ας μην κατηγορούν το χέρι που έριξε το ζάρι. Αυτό δεν καθαγιάζει την επιλογή, απλώς σκέφτομαι ότι αντί για τον ανόητο αφορισμό που ακούγεται καθημερινά, ότι «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα», μπορούμε να προτείνουμε το «δημοκρατία είναι να λούζεσαι τα λάθη και τις αυταπάτες των πολλών». Δεν ακούγεται τόσο ωραίο, αλλά αποτυπώνει πολύ πιο εύστοχα τη μεταπολιτευτική ιστορία μας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί κατά την τωρινή φάση της «ενηλικίωσής» του, και ενώ απολαμβάνει τα γλοιώδη συγχαρητήρια των λύκων που πολεμούσε τόσον καιρό, να επινοήσει τους υπαίτιους για τη μέχρι τώρα ανωριμότητά του, λες και ήταν υπόθεση κάποιων προσώπων αυτή η τακτική. Σαν έφηβος, δικαιολογείται πως κάπνιζε επειδή έκανε κακές παρέες, αλλά τώρα τον ενδιαφέρουν μόνο τα μαθήματά του, που είναι το απαύγασμα της ανθρώπινης σοφίας.

Ας εξηγήσει κάποιος στον ΣΥΡΙΖΑ ότι οι καινούργιοι του φίλοι στα κανάλια είναι επικίνδυνοι, αλλά όχι τόσο όσο νομίζει. Μία εβδομάδα απειλών που δεν έχουμε ξανασυναντήσει, άφησε ασυγκίνητο το 61% των ψηφοφόρων του δημοψηφίσματος. Είναι ανόητο ο ΣΥΡΙΖΑ να διαλέξει το στρατόπεδο αυτών των τόσο φθαρμένων και αναξιόπιστων ανθρώπων για να αντιμετωπίσει την κρίση.
Η αλήθεια είναι ότι δεν κατάλαβα ποτέ πώς θα μπορούσε να πετύχει η διαπραγματευτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, δηλ. γιατί θα υποχωρούσαν οι δανειστές ενώ ήταν σε θέση ισχύος. Δυστυχώς η δυσπιστία αυτή επιβεβαιώθηκε, γιατί οδηγηθήκαμε σε πανωλεθρία, σε συνθηκολόγηση χωρίς όρους. Η προσπάθεια να προσωποποιηθεί το πρόβλημα στην περίπτωση Βαρουφάκη όμως συνιστά μία ακόμη προσβολή στη νοημοσύνη μας. Υπάρχει στον δημόσιο διάλογο ένα πεδίο εύλογης διαφωνίας. Τέτοιο είναι για παράδειγμα αν κανείς πιστεύει ότι θα ήταν σωστό η Ελλάδα να επιστρέψει στη δραχμή. Η θέση είναι συζητήσιμη, υπάρχουν εκατέρωθεν ισχυρά επιχειρήματα. Υπάρχει όμως ένα πεδίο που δεν ανήκει στον διάλογο, όπου οι διατυπώσεις συνιστούν προπαγανδιστικές κραυγές. Εκεί εντάσσεται η επίθεση εναντίον του Γιάνη Βαρουφάκη.

Συνέχεια

Η αριστερά, το παρελθόν και η ήττα…


Κι ἤθελε ἀκόμη πολὺ φῶς νὰ ξημερώσει. Ὅμως ἐγὼ
Δὲν παραδέχτηκα τὴν ἧττα. Ἔβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφῆ ἔπρεπε νὰ σώσω
Πόσες φωλιὲς νεροῦ νὰ συντηρήσω μέσα στὶς φλόγες.
Μιλᾶτε, δείχνετε πληγὲς ἀλλόφρονες στοὺς δρόμους
Τὸν πανικὸ ποὺ στραγγαλίζει τὴν καρδιά σας σὰ σημαία
Καρφώσατε σ᾿ ἐξῶστες, μὲ σπουδὴ φορτώσατε τὸ ἐμπόρευμα
Ἡ πρόγνωσίς σας ἀσφαλής: Θὰ πέσει ἡ πόλις.
Ἐκεῖ, προσεχτικά, σὲ μιὰ γωνιά, μαζεύω μὲ τάξη,
Φράζω μὲ σύνεση τὸ τελευταῖο μου φυλάκιο
Κρεμῶ κομμένα χέρια στοὺς τοίχους, στολίζω
Μὲ τὰ κομμένα κρανία τὰ παράθυρα, πλέκω
Μὲ κομμένα μαλλιὰ τὸ δίχτυ μου καὶ περιμένω.
Ὄρθιος καὶ μόνος σὰν καὶ πρῶτα περιμένω.

Μανώλης Αναγνωστάκης

Τόσο συχνά τα τελευταία χρόνια το παρελθόν χρησιμοποιήθηκε ως ένα πρόχειρο ερμηνευτικό εργαλείο. Πυκνή σε γεγονότα κάθε είδους, η πρόσφατη ελληνική ιστορία προσέφερε παραλληλισμούς σε κάθε κατάσταση του παρόντος μας. Ο Τσολάκογλου, η Μικρασιατική καταστροφή, η πτώχευση, τα Ιουλιανά έπαψαν να είναι απλά γεγονότα και ονόματα, έγιναν κώδικες ερμηνείας, παραλληλίες απόλυτες, εγχειρίδια βοηθείας στο να κατανοήσουμε το ξαφνικό παρόν μας. Κωδικοποιημένα ιστορικά γεγονότα χωρίς αποχρώσεις ή αντίλογο, κομμάτια της ιστορίας με το ιστορικό τους βάθος να απέχει, περιοριζόμενα στη μία και μόνη τρέχουσα άποψη με όρους δημοσίου λόγου και όχι επιστημονικής τεκμηρίωσης.

Συνέχεια

Ο ελληνικός εμφύλιος στον κινηματογράφο (μέρος Γ’)…


Η αφήγηση των ηττημένων φτάνει στα όρια της

Άλλος δρόμος δεν υπήρχε, Σταύρος Ψυλλάκης

Γράφει ο Δημήτρης Κεχρής


Επειδή πολύς λόγος γίνεται στις μέρες μας περί εθνικής ομοψυχίας, εθνικής ενότητας, άρση των διχασμών για το εθνικό συμφέρον και άλλα τέτοια, σκεφτήκαμε ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να παρουσιάσουμε μια …κινηματογραφική απάντηση στα παραπάνω ιδεολογήματα, σύγχρονα αφηγήματα, πλέον και της Αριστεράς, στη χώρα μας. Εμφύλιος πόλεμος υπήρξε, και δεν έγινε λόγω «ιστορικών λαθών» της μίας ή της άλλης πλευράς. Ο εμφύλιος έγινε όταν η πολιτική ηγεσία μαζί με τον Εθνικό Στρατό συντάχθηκε με τις ευρωπαϊκές «συμμαχικές» δυνάμεις για να καταστείλουν ένα κομμάτι του λαού που δεν ήθελε την υποταγή και την ταπείνωση. Για να μην αρχίσουμε τις (αντι-ιστορικές πολλές φορές) ιστορικές αναλογίες, ας δούμε πώς καταγράφηκε κινηματογραφικά η ιστορική αυτή περίοδος…

[Στο Α΄μέρος «Από το 1948 μέχρι και τη δικτατορία» ασχοληθήκαμε με τις πρώτες απόπειρες αναφοράς στον εμφύλιο στα ασφυκτικά πλαίσια ενός αυταρχικού κράτους και στο φόντο της προσχώρησης του κινηματογράφου σε πρότυπα εμπορικότητας.]

[Στο Β΄μέρος «Η επιστροφή της Αριστεράς» είδαμε την περίοδο από το 1974 μέχρι την πτώση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», οπότε και αναδύθηκε μια τάση απελευθέρωσης της καταπιεσμένης μνήμης, πολιτικοποίησης και συνακόλουθης διερεύνησης νέων μορφών.]

Σήμερα παρουσιάζουμε το Γ΄μέρος…

Η αφήγηση των ηττημένων φτάνει στα όρια της

Με ιστορικό κόμβο την κυβερνητική συνεργασία Αριστεράς-Δεξιάς του 1989 και στο φόντο της πτώσης των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ξεκινά πλέον μια νέα φάση στην οποία η πολιτικοποίηση του κόσμου υποχωρεί ραγδαία, καθώς μπαίνουμε στην εποχή του «εκσυγχρονισμού». Ταυτόχρονα, η χρόνια προσκόλληση αριστερών κινηματογραφιστών σε εξεζητημένες φόρμες, η υπερβολικά αφαιρετική προσέγγιση του κινηματογραφικού χωροχρόνου και η έντονη πολιτικοποίηση της θεματολογίας οδήγησε στην κόπωση, ακόμα και του πιο πρωτοπόρου και εξοικειωμένου κοινού. Ο συνδυασμός των παραπάνω λοιπόν, συμβάλλει στη αριθμητική μείωση των ταινιών πολιτικού περιεχομένου και οι ελάχιστες ταινίες μυθοπλασίας που αναφέρονται στον εμφύλιο, πλέον, έχουν μετατοπιστεί προς πιο κριτικές προσεγγίσεις με επίκεντρο τον άνθρωπο, ενώ παράλληλα παράγονται αρκετά ντοκιμαντέρ που φωτίζουν άγνωστες πτυχές της περιόδου αυτής.

Έτσι, το 1995 έχουμε την ταινία Ηνίοχος  του Αλέξη Δαμιανού, που αποτελεί μια εντελώς προσωπική κατάθεση ψυχής και αντανακλά τη στάση του ίδιου του σκηνοθέτη, ο οποίος μένοντας πιστός στο δικό του αξιακό κώδικα υπερβαίνει την πολιτική αντιπαράθεση Αριστεράς-Δεξιάς και εντοπίζει στοιχεία διχασμού των Ελλήνων που έχουν βαθύτερη, πολιτισμικού χαρακτήρα, προέλευση. Τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1996, αλλά το βαρύ του ύφος δεν του επέτρεψε να συναντήσει ευρεία ανταπόκριση από το κοινό

Ηνίοχος, Αλ. Δαμιανός

Ηνίοχος, Αλ. Δαμιανός


Συνέχεια