του Οδυσσέα Αϊβαλή
Η εργασία του Κλάους Ντέρε για το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ «Το γερμανικό εργασιακό θαύμα – Μοντέλο για την Ευρώπη;» είναι επίκαιρη και χρήσιμη – μεταξύ άλλων γιατί δείχνει τα όρια της αντιγερμανικής ρητορικής και της αντίληψης της πολιτικής ως αντιπαράθεσης μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Σε λίγες σελίδες αναλύει το «θαύμα» του γερμανικού καπιταλισμού, το οποίο υλοποιήθηκε και συντηρείται με την ένταση της εκμετάλλευσης των γερμανών εργαζομένων, και μέσα από ένα πλέγμα απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων. Η επίθεση του γερμανικού κεφαλαίου στην εργασία είναι παρόμοια με αυτή που εξαπολύθηκε και στην Ελλάδα, γεγονός που δείχνει και το αδιέξοδο της εθνοκεντρικής αφήγησης – ή, με άλλη διατύπωση, την ανάγκη λύσεων που συμπεριλαμβάνουν όλους τους εργαζόμενους της Ευρώπης.
Οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην εργασία που υλοποίησε η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση Σρέντερ, το 2003, είχαν ως συνέπεια η Γερμανία να αποκτήσει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά σε εργαζόμενους-φτωχούς στην Ευρώπη, οι εργαζόμενοί της δηλαδή να αμείβονται κάτω από τα όρια της φτώχειας. Σε σύνολο ενεργού πληθυσμού 42 εκατομμυρίων, τα 8 εκατομμύρια υποαπασχολούνται με 400 έως 800 ευρώ τον μήνα. Ενώ λοιπόν το κατά κεφαλήν παραγόμενο προϊόν της χώρας αυξήθηκε στη διάρκεια της περιόδου του ευρώ, από το 2001 κι έπειτα, κατά 30%, ο πραγματικός μισθός βρίσκεται σήμερα κάτω από τα επίπεδα του 1990. Η ανταγωνιστική θέση της γερμανικής οικονομίας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη διατήρηση των μισθών σε χαμηλά επίπεδα [1].