του Ernst Wolff
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης ξεκίνησαν την δεύτερη βδομάδα του Μαρτίου με την αγορά κρατικών ομολόγων. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016 θα πρέπει μ΄ αυτό τον τρόπο να εισρέουν κάθε μήνα 60 δισεκατομμύρια ευρώ στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δηλαδή συνολικά 1,1 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Η ΕΚΤ ακολουθεί έτσι το παράδειγμα της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ Federal Reserve [FED], η οποία σε τρεις διαδοχικούς γύρους «ποσοτικής χαλάρωσης»[1] έριξε συνολικά στο αμερικανικό νομισματικό σύστημα 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, και το παράδειγμα της Ιαπωνίας, η κεντρική τράπεζα της οποίας αύξησε την ποσότητα χρημάτων της χώρας από το 2008 περίπου κατά 600%.
Επισήμως λέγεται ότι η στασιμότητα της οικονομίας στην ευρωζώνη θα πρέπει να αναζωπυρωθεί με τη δημιουργία ρευστότητας, οι αποπληθωριστικές τάσεις θα πρέπει να καταπολεμηθούν και ότι θα πρέπει να επέλθει ένας μικρός πληθωρισμός της τάξης του 2%. Ο στόχος αυτός μολαταύτα δεν μπορεί να αντιστοιχεί στη πραγματικότητα, επειδή ούτε στις ΗΠΑ, αλλά ούτε και στην Ιαπωνία, η τύπωση τεράστιων χρηματικών ποσών (διότι περί αυτού πρόκειται) δεν οδήγησε σε επιτυχία. Και στις δυό χώρες η οικονομία παραμένει στάσιμη όπως πριν, ο αποπληθωρισμός [2] και ο πληθωρισμός [3] διατηρούν την ισορροπία.
Για ποιο λόγο η ΕΚΤ λαμβάνει παρ΄ όλα αυτά ένα τέτοιο μέτρο; Η απάντηση είναι απλή: Γιατί δεν έχει άλλη επιλογή, επειδή αλλιώς το σύστημα απειλείται με κατάρρευση. Τόσο οι πολιτικοί όσο και ο χρηματοπιστωτικός κάδος κάθονται πάνω σ΄ ένα ιστορικά πρωτοφανή βουνό από χρέη. Οι χώρες της ευρωζώνης αυτό το διάστημα είναι καταχρεωμένες με 9,6 τρισεκατομμύρια ευρώ, που αντιστοιχούν στο 94% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, οι τράπεζες της ευρωζώνης με 20 δισεκατομμύρια ευρώ, όπου εδώ ο τομέας της σκιώδους οικονομίας [4], ο οποίος είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από αυτόν του επίσημου τραπεζικού τομέα, δεν έχει ληφθεί καν υπόψη. Αυτά τα οφειλόμενα ποσά των τρισεκατομμυρίων απαιτούν μέρα με τη μέρα την πληρωμή τόκων και ανατοκισμών. Για να μπορούν να πληρωθούν, τόσο τα κράτη όσο και οι τράπεζες χρειάζονται συνεχώς φρέσκο χρήμα, το οποίο τώρα παρέχεται από την ΕΚΤ.