Του Παναγιώτη Κονδύλη*
Κλούτσις Γκούσταβ, «Φωτομοντάζ με θέμα τον Λένιν» (φωτογραφία, 12,2 x 18,2 εκατοστά)*.Η ιστορική πορεία της κοινωνίας συνοδεύεται και εκφράζεται από ιδέες κι από ιδεολογίες· δεν μπορούν επομένως οι μεγαλύτερες καμπές της πορείας αυτής, οι επαναστατικές, να νοηθούν με πληρότητα χωρίς την γνώση των ιδεών που τις συνόδεψαν καθώς και την παρακολούθηση του φαινομένου της μετατροπής τους από δυνάμεις προώθησης σε δυνάμεις ανάσχεσης. Όμως δεν αλλάζει μόνο η λειτουργία των ιδεών, καθώς εναλλάσσονται οι φάσεις της ιστορίας, αλλά τροποποιούνται και αυτές οι ίδιες οι ιδέες στην πορεία της αλλαγής της λειτουργίας τους. Αλλιώτικη φυσιογνωμία απαιτεί η κάθε φάση, αλλιώτικο βαθμό συστηματοποίησης η και δογματοποίησης, προβολή άλλων άλλοτε συστατικών στοιχείων τους. Σ’ όλες πάντως τις κατά εποχές αληθινά επαναστατικές ιδέες υπάρχει ένα στοιχείο κοινό που τις συνδέει και τις παριστάνει πάνω στον ιστορικό χάρτη σαν μια χοντρή κόκκινη γραμμή που τον διατρέχει απ’ άκρη σ’ άκρη. Αλλά γι’ αυτό παρακάτω.Οι ιστορικές συνθήκες που μέσα τους δρουν, επιφαινόμενα και συνάμα δυνάμεις ιστορικές, οι ιδέες, καθορίζουν την λειτουργία τους· καθορίζουν επίσης πως και σε ποιο βαθμό θα τροποποιηθούν οι ιδέες έτσι που να ανταποκρίνονται καλύτερα στην λειτουργία τους. Ορόσημο στην διαδικασία της τροποποίησης αποτελεί η στιγμή εκείνη, όπου το κίνημα, το συνοδευόμενο από τις α η β επαναστατικές ιδέες, εκπληρώνει τον προορισμό του μέσα στα πλαίσια των ιστορικών δυνατοτήτων και καθιερώνει μια νέα κοινωνική τάξη, οπότε και οι ιδέες συστηματοποιούνται στο σχήμα μιας επίσημης ιδεολογίας, ενώ στην κοινωνική πράξη εισχωρούν μονάχα τα στοιχεία προόδου εκείνα που επιδέχεται το δοσμένο στάδιο ανάπτυξης της κοινωνίας.Γιατί όμως να είναι αναπόφευκτη αυτή η αδιάκοπη προσαρμογή, γιατί να γίνεται αύτη η επιλογή, η απόρριψη παλιών στοιχείων και η εισδοχή νέων, αντίθετων ή και αναιρετικών των παλιών;
Χωρίς να παραβλέπεται η σημασία της εργασίας των επαναστατών διανοουμένων, που προπορεύονται από τα μεγάλα κινήματα κριτικάροντας το παλιό καθεστώς και προβάλλοντας στο επίπεδο των νοητικών κατασκευών το κατά την γνώμη τους τέλειο πρότυπο καθεστώτος, η επαναστατική ιδεολογία που συνοδεύει τις πρώτες φάσεις του κινήματος των μαζών, τις ορμητικώτερες και γνησιώτερα λαϊκές, είναι κατά βάθος ένα λίγο η πολύ χάλαρο άθροισμα (όχι σύστημα) ιδεών, αποτελούμενο από δύο κύρια συστατικά μέρη.
Το πρώτο είναι η διακήρυξη της χρεωκοπίας του παλιού συστήματος που δικαιώνει και ηθικά την εξέγερση. Για ν’ αποδειχτεί η χρεωκοπία αύτη είναι αναγκαία (και αρκετή – πουθενά δεν έγινε κι ούτε μπορεί να γίνει εξέγερση γιατί δημοσιεύτηκε μια επιστημονική μελέτη που αποδεδείχνει ότι οι λαϊκές μάζες είναι το αντικείμενο της εκμετάλλευσης της τάδε ή της δείνα τάξης) η επώδυνη σχετική πείρα των μαζών, γι’ αυτό και η κριτική του συστήματος έχει χαρακτήρα εμπειρικό και περιπτωσιολογικό, και μάλιστα σε όσο πιο παρωχημένη εποχή ανήκει, είναι δηλ. τόσο βαθειά και πλήρης όσο είναι αναγκαίο για την δικαίωση του κινήματος.
Το δεύτερο μέρος της πρωτόλειας επαναστατικής Ιδεολογίας είναι το είναι η μη εκμεταλλευτική, η αταξική κοινωνία, η κοινωνία των ελεύθερων ανθρώπων. Οι μάζες πιστεύουν κάθε φορά ότι ο παραπάνω τελικός σκοπός του κινήματος βρίσκεται μπροστά, ότι ο καρπός έχει ωριμάσει και μόνο που χρειάζεται ν’ απλώσουν το χέρι και να τον κόψουν, δεν έχουν συνείδηση των ιστορικών συνθηκών που μέσα τους δρουν, μάλιστα μπορούμε να πούμε ότι αύτη η συνείδηση θα ‘ταν όχι μόνο περιττή αλλά και βλαβερή, γιατί ο επαναστατικός ζήλος ενός δούλου π.χ. θα μετριαζόταν εξαιρετικά, αν ήξερε από πριν ότι η ιστορία του επιφυλάσσει την θέση απλώς του δουλοπάροικου. Γίνεται έτσι στοιχείο ουσιαστικό κι όχι δυνητικό των επαναστατικών ιδεολογιών όλων των εποχών ως τα σήμερα η ουτοπία, η ψέυτικη συνείδηση.
Το φαινόμενο της προβολής του αιτήματος της καθολικής απελευθέρωσης δεν ερμηνεύεται, νομίζω, μονάχα ψυχολογικά. Το αίτημα αυτό μπαίνει αναγκαία σε όλα τα μεγάλα επαναστατικά κινήματα, επειδή σε όλα, κι ανεξάρτητα από το ποιά κοινωνική τάξη είναι προορισμένη από την ιστορία να καρπωθεί το καθένα τους, οι μάζες εισβάλλουν στο προσκήνιο και δίνουν στα κινήματα χαρακτήρα γνήσια λαϊκό, πληβειακό. Ο ρόλος πρωταγωνιστή, που κατά καιρούς ανατίθεται στις μάζες, αποτελεί γι’ αυτές την απόδειξη του ότι και το μέλλον πια τους ανήκει. Κάποτε μάλιστα είναι τόση η λαϊκή επαναστατική ορμή και τόση η μαζική επαναστατική δημιουργία, ώστε μέσα σε κινήματα άλλου ταξικού προορισμού, η ιστορική αναγκαιότητα να φαίνεται ότι για μια στιγμή ξεπερνιέται και να δημιουργούνται προδρομικές εμβρυώδεις μορφές μελλοντικών κοινωνικών καταστάσεων, που όμως όντας ακριβώς υπερβολικά προδρομικές συντρίβονται, κι αν δεν συντριβούν αμέσως, αργά η γρήγορα υποχωρούν και συνθηκολογούν. Αυτό π.χ. έγινε στην παρισινή Κομμούνα, σχετικά με το θέμα της άσκησης της προλεταριακής εξουσίας ή στα πρώτα χρόνια της ρώσικης επανάστασης στα ζητήματα του γάμου και της οικογένειας ή της διαχείρισης των «μίρ».
Η διαδικασία της ιδεολογοποίησης της επαναστατικής ιδέας δεν γίνεται μόνο κατά και μετά το επαναστατικό κίνημα. Παρόμοια ιδεολογοποίηση και παρόμοιος, αλλά προκαταβολικός συμβιβασμός γίνεται πριν ακόμα από την έναρξη ενός επαναστατικού κινήματος μέσω λ.χ. του μηχανισμού των κομμάτων, των συνδικαλιστικών και άλλων οργανώσεων κτλ. Η διαφοροποίηση που υφίσταται το προλεταριάτο καθώς από την στοιχειακή, καθαρή του κατάσταση παίρνει στην οργανωμένη, που θέτει όρια και σκοπιμότητες στην δράση του, αντικαθρεφτίζεται με την υποχώρηση των τελικών, καθολικών αιτημάτων του και την παραδοχή της ιδεολογίας που προσφέρει η οργάνωση.Η επιρροή του ρεφορμισμού πάνω στο εργατικό κίνημα δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της ύπαρξης της λεγόμενης εργατικής αριστοκρατίας, αλλά παρακολουθεί την βαθμιαία συντελούμενη ένταξη, τον περιορισμό του προλεταριάτου σε όλο και περισσότερο γραφειοκρατοποιούμενα οργανωτικά σχήματα. Και όταν όμως έρθει η ώρα να σηκωθεί η αυλαία της επανάστασης, οι οργανώσεις που υποκαθιστούν το προλεταριάτο δεν δρουν πια με την στοιχειακή ορμή εκείνου (όταν, στα προηγούμενα κινήματα της Ιστορίας, δρούσε αυτούσιο, προσπαθώντας να επιτύχει πάντα ασυμβίβαστα τον τελικό σκοπό, έστω κι αν συντρίβονταν), αλλά αντιμετωπίζουν την επανάσταση με κριτήρια βραχυπρόθεσμης σκοπιμότητας κι αντιλαμβάνονται την στερέωση της σαν πρόβλημα πολιτικό και διοικητικό. Συνέχεια