ΤΟ ΚΑΤΑΝΤΗΜΑ ΤΗΣ «ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ» ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ


ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣτου ΤΑΚΗ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ*

Η βασική αιτία της καταβαράθρωσης τόσο της άλλοτε κραταιάς Ευρωπαϊκής Αριστεράς όσο και της υποτυπώδους βορειοαμερικάνικης, είναι ότι αντί να αναπτύξει νέα θεωρητικά εργαλεία για να αναλύσει ένα νέο συστημικό φαινόμενο όπως η παγκοσμιοποίηση —που σήμερα σαρώνει εργασιακές σχέσεις, συντρίβει υπεραιωνόβιες κοινωνικές κατακτήσεις, ξεπουλά τον κοινωνικό πλούτο και συνθλίβει τα λαϊκά εισοδήματα— είτε καταφεύγει σε θεωρητικά εργαλεία του 19ου αιώνα, είτε κάνει κάτι χειρότερο. Καταφεύγει σε υποπροϊόντα της μεταμοντέρνας ιδεολογίας της παγκοσμιοποίησης (ανθρώπινα δικαιώματα πάνω από την κοινωνική και εθνική απελευθέρωση κ.λπ.) και σε αποπροσανατολιστικές συνωμοσιολογίες του τύπου «δόγμα σοκ» που πιπιλάνε «κόκα-κόλα διανοούμενοι», αλλά και «αντιεξουσιαστές της συμφοράς»!

Έτσι, ένα κοσμοϊστορικό κοινωνικό-οικονομικό συστημικό φαινόμενο όπως η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που μπορεί να εξηγηθεί μόνο με όρους των συστημικών τάσεων της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και της αδυναμίας της Κοινωνικής Πάλης να δημιουργήσει ισχυρές αντί-τάσεις να τις αντιστρέψει, ερμηνεύεται σαν «δόγμα» ή «κακή» πολιτική που επιβάλλουν στη κοινωνία κάποιες αντίστοιχα κακές ελίτ. Το συμπέρασμα προφανές. Αρκεί να απαλλαχτούμε από τις κακές αυτές ελίτ για να ξεπεράσουμε την σημερινή καταστροφή. Και αυτό μπορεί να γίνει απλά με το να ψηφίσουμε μια καλή «Αριστερά» που θα μας απαλλάξει από τα Μνημόνια και θα βάλει τάξη στις κακές αυτές ελίτ, πιθανώς και με τη βοήθεια παρόμοιων αριστερών «κινημάτων» στον Νότο. Συνέχεια

Αυστρία: Αυξάνονται οι εκατομμυριούχοι στη χώρα



Σημ.απερ.γαλ.: Kάποτε, όταν εργαζόμουν σε ένα από τα καλύτερα ξενοδοχεία του κόσμου (όχι μόνο της Ελλάδας…) άκουγα το βόμβο από ένα ελικόπτερο, πάνω από το ξενοδοχείο, κάθε μέρα, γύρω στις 12.00 το μεσημέρι…Ρωτώντας περίεργος να μάθω για το ελικόπτερο, έμαθα ότι φιλοξενούσαμε τον περιβόητο Flick.

http://en.wikipedia.org/wiki/Flick_family , http://en.wikipedia.org/wiki/Friedrich_Flick

Οι Flick family, ιδιοκτήτες της γνωστής Mercedes…πλούτισαν χρησιμοποιώντας τους κρατούμενους από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας.

«Φιλοξενούσαμε» λοιπόν (εάν ενθυμούμαι καλώς) τον κύριο Friedrich Karl Flick

Τότε λοιπόν, σε αυτό το ξενοδοχείο της Κρήτης…του έφερναν κάθε μέρα ολόφρεσκα σπαράγγια με πτήση τσάρτερ από τη Γερμανία.Προσγειώνονταν στο Ηράκλειο και μετά με ελικόπτερο στο ξενοδοχείο και τον προσωπικό του σεφ…!

Τότε λοιπόν,νέο παιδί και χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις…ήξερα ποιός ήταν, αλλά δεν ήξερα ποιός τον «βοήθησε» να γίνει αυτό που είναι (και μιλάω για την οικογένεια τους γενικά)

Αν το ήξερα, θα είχαμε πρόβλημα…

Τους θυμήθηκα λοιπόν, ξανά σήμερα…ζωή να έχουν τα παλιόπαιδα…!

——————————————————————————

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Επενδυτικού Οίκου Valluga του Λίχτενσταιν, οι δέκα πλουσιότεροι Αυστριακοί αύξησαν την περιουσία τους από τα 63,5 δισεκατομμύρια ευρώ το 2011 σε 74,9 δισεκατομμύρια ευρώ μέσα στο 2012.

Από αυτά τα 74,9 δισεκατομμύρια, τα 40,9 δισεκατομμύρια ευρώ ανήκουν ως περιουσία στην οικογένεια Πόρσε-Πίεχ και ακολουθεί ως δεύτερος πλουσιότερος πολίτης στην Αυστρία ο ιδιοκτήτης της εταιρείας «Ρεντ Μπουλ», Ντίτριχ Μάτεσιτς με 7,5 δισεκατομμύρια, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η οικογένεια Φλικ με 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ.

Και μπορεί τις τελευταίες εβδομάδες να δημοσιεύτηκαν διάφορες έρευνες ως προς τους εκατομμυριούχους ανά τον κόσμο, όπως του αμερικανικού περιοδικού Forbes η της Boston Cosulting Group, αυτή όμως του οίκου Valluga θεωρείται ιδιαίτερα αξιόπιστη.

Ο λόγος έγκειται στο ό,τι διαθέτει τις λεπτομερέστερες πληροφορίες ως προς την κατάσταση περιουσιών σε Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία, οι οποίες στηρίζονται σε στοιχεία των κεντρικών τους τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Στατιστικής Υπηρεσίας της Αυστρίας και της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας.

Στην περιουσία που αναφέρεται στην έρευνα δεν υπολογίζονται τα ακίνητα, ενώ την μεγαλύτερη πυκνότητα εκατομμυριούχων στην Αυστρία παρουσιάζει η Βιέννη, διαθέτοντας 19.500 από το σύνολο των 77.600 εκατομμυριούχων, με τους λιγότερους Αυστριακούς εκατομμυριούχους να βρίσκονται στο ομόσπονδο κρατίδιο Μπούργκενλαντ, «μόνον» 1.700.

Σε ολόκληρο το γερμανόφωνο χώρο —Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία— ο συνολικός αριθμός των εκατομμυριούχων ανέρχεται σε 1,13 εκατομμύρια, είναι δηλαδή κατά 80.000 μεγαλύτερος από πέρυσι, κατέχοντας συνολικά 3,094 τρισεκατομμύρια ευρώ, γεγονός που σημαίνει ότι το 1%του πληθυσμού των τριών αυτών χωρών έχει στην κατοχή του το ένα τρίτο του συνόλου της ιδιωτικής περιουσίας.

Η Δουλειά Κάνει Τους Άντρες


Charles-Bukowski-04 (1)

(Γράφει ο Γελωτοποιός)

Ο Τσάρλς Μπουκόφσκι βρήκε κάποια φορά δουλειά στην κρεαταγορά του Λος Άντζελες.

Βρέθηκε εκεί ξημερώματα, αγουροξυπνημένος, μετά από ένα επικό μεθύσι, έναν καβγά στο μπαρ και μια «ερωτική συνομιλία» -μπορεί και βωμολοχία- με μια κυρία περασμένης ηλικίας, σ’ ένα μοτέλ με ύποπτους λεκέδες στα σεντόνια και στους τοίχους.

Ήταν σαράντα πέντε χρονών, αλλά έμοιαζε ήδη εβδομήντα πέντε, καθώς το συκώτι του είχε μεταβολίσει τόνους αλκοόλ και τα πνευμόνια του είχαν γίνει σαν απολιθωμένο δάσος.

Ο υπεύθυνος της βάρδιας σαν τον είδε έβαλε τα γέλια.

«Θα τα βγάλεις πέρα, γέρο;» τον ρώτησε.

«Η μάνα σου δε με έλεγε έτσι χθες το βράδυ», του είπε ο Μπουκόφσκι.

Ο τύπος συνοφρυώθηκε και έστειλε το «γέρο» στη πιο δύσκολη δουλειά, στην παραλαβή.

Εκεί ο Τσαρλς βρέθηκε ανάμεσα σε καμιά δεκαριά νταγλαράδες αράπηδες (ιστορία του Μπουκόφσκι είναι, τι θέλατε να γράψω; Εύσωμους αφροαμερικάνους;)

Του έδωσαν μια ποδιά που πριν πολλούς αιώνες ήταν άσπρη, μετά ίσως να ήταν κόκκινη, στο τέλος είχε γίνει καφέ.

Στηθήκαν και περίμεναν το φορτηγό. Σαν ήρθε μπήκαν στην ουρά, με τον Τσαρλς τελευταίο.

Όταν άνοιξε του έφυγε το τσιγάρο από το στόμα. Μέσα κρεμόντουσαν από τσιγκέλια μισές αγελάδες. Οι νταγλαράδες τις έπαιρναν στον ώμο λες και κουβαλούσαν κοτόπουλα. Ένας-ένας πήρε το μερτικό του από τη χαρά και το απίθωσε στην ταινία μεταφοράς, είκοσι μέτρα παρακάτω. Μετά γύρισαν όλοι και έκαναν έναν κύκλο γύρω από τον Μπουκόφσκι που ετοιμαζόταν να φορτωθεί κι εκείνος.

Μόλις πήρε τη μισή αγελάδα του κόντεψε να σωριαστεί. Ένιωθε σαν τον Άτλαντα που κουβαλούσε στους ώμους του όλον τον ουρανό. Γύρισε και βήμα-βήμα προχώρησε προς την ταινία. Οι νταγλαράδες γελούσαν και τον ενθάρρυναν να συνεχίσει. Κάποιοι έβαζαν στοιχήματα, αν ο ασπρουλιάρης θα καταφέρει να φτάσει ή θα πέσει.

Εκείνος συνέχισε, σφίγγοντας τα δόντια και βλαστημώντας τις αγελάδες και τα θεία. Του πήρε αρκετή ώρα να κάνει εκείνα τα είκοσι μέτρα, τα πιο δύσκολα είκοσι μέτρα της ζωής του. Αλλά τα κατάφερε.

Πέταξε τη μισή αγελάδα στην ταινία, ενώ οι νταγλαράδες χειροκροτούσαν και ζητωκραύγαζαν. Charles-Bukowski-05Λεφτά άλλαζαν χέρια.

Ο Μπουκόφσκι έβγαλε την ποδιά, άναψε τσιγάρο και είπε: «Εντάξει, παιδιά. Η κωμωδία τέλειωσε.»

Και έφυγε παραπατώντας, για να βρει ένα μπαρ, να πιει όσες μπύρες μπορούσε να αγοράσει με τα ψιλά που είχε στην τσέπη του και να γράψει μια ακόμα από τις μικρές ιστορίες του.

Την ιστορία αυτή του Μπουκόφσκι τη θυμόμουν προχτές, καθώς κουβαλούσα τσιμεντένιες πλάκες για να τις πετάξω στα μπάζα. Μέσω κάποιου φίλου (ακόμα και για τα χαμαλίκια μέσο χρειάζεσαι σ’ αυτή τη ζωή) βρήκα να κάνω δυο-τρία μεροκάματα. Η αδελφή του χρειαζόταν κάποιον να κάνει μερικές αντρικές δουλειές στον κήπο της και –ο θεός να την έχει καλά- αποφάσισε να πάρει τον υποφαινόμενο, προκειμένου να βοηθήσει και έναν άνεργο συγγραφέα.

Καθώς πήγαινα τις πλάκες πέρα-δώθε κοιτούσα το βουνό απέναντι και σκεφτόμουν τον Καμπανέλλη στο Μαουτχάουζεν. Εκείνοι δεν είχαν επιλογή, εγώ όποτε ήθελα μπορούσα να φύγω. Και σίγουρα εκείνους δεν τους ρωτούσε ο αξιωματικός αν θέλουν να πιουν κάνα καφεδάκι ούτε τους έλεγε: «Χαλαρώστε, παιδιά, δεν θέλουμε να πάθετε και καμιά ζημιά».

Όσοι περνούσαν με τα αυτοκίνητα τους ή με τα πόδια με κοιτούσαν καλά-καλά. Ήμουν σίγουρος ότι κάποιος θα σταματήσει και θα με ρωτήσει: «Φιλαράκο, μιλάς ελληνικά; Σου έχω μια δουλειά». Ή κανάς άλλος, με ξυρισμένο κεφάλι και μυς του γυμναστηρίου, να μου πει: «Γίρνα πίσο στη χόρα σου, μας περνετε τις δουλιές», λες και θα καταδεχόταν ποτέ να κουβαλήσει μπάζα.

Παραδόξως κανείς δε μου μίλησε. Μάλλον έχω πολύ αρχαιοελληνική φυσιογνωμία, καθαρόαιμος Έλληνας, με το δεύτερο δάκτυλο του ποδιού να προεξέχει.

Την πρώτη μέρα γύρισα σπίτι σχετικά καλά. Τη δεύτερη με το ζόρι περπατούσα. Οι γάμπες ήταν σε μόνιμη κράμπα και τα δάκτυλα των χεριών δεν έκλειναν. Η μέση, ευτυχώς, άντεξε -παρά τα τριάντα εφτά χρόνια λειτουργίας.

Το δεύτερο βράδυ θα ερχόταν κάποιος για να πάρει τη «Λεγεώνα των Ψυχών». Πήρα ένα αντίτυπο και ένα μπουκάλι κρασί για να πιούμε και πήγα να τα βάλω στην τσάντα. Ανοίγοντας ‘την βρήκα μέσα τη ζώνη για τη μέση που φορούσα την ημέρα. Έβγαλα τη ζώνη και έβαλα το βιβλίο γελώντας και μονολογώντας: «Το πρωί εργάτης και το βράδυ συγγραφέας.»

Τα είπαμε καλά με τον Κ που πήρε το βιβλίο. Μου μίλησε για το Μάντσεστερ, όπου δούλευε σε ένα κυριλέ εστιατόριο και σέρβιρε όλη τη μαφία της Αγγλίας. Μου είπε και για τον πατέρα του, ο οποίος τον είχε ξορκίσει όταν έδινε πανελλήνιες: «Γίνε ό,τι θες, μόνο μπάτσος μην γίνεις».

Το βράδυ έπεσα στο κρεβάτι και ονειρεύτηκα μια ιστορία, που πηγαίνει περίπου έτσι:

imagesΈνας νέος πήγε να βρει έναν γέρο, καταξιωμένο συγγραφέα.

«Θέλω να γίνω συγγραφέας», του είπε.

«Γίνε», του απάντησε ο γέρος.

«Θέλω να γίνεις ο δάσκαλος μου. Παράτησα τη σχολή μου, τα παράτησα όλα.»

«Κακώς», του είπε ο γέρος.

«Το όνειρο μου είναι να γίνω συγγραφέας», επέμεινε ο νέος. «Θα με βοηθήσεις;»

Ο γέρος τον κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και μετά του είπε: «Έλα αύριο το πρωί.»

Το επόμενο πρωινό ο νέος έφτασε με τα χαρτιά του και τα βιβλία του, έτοιμος για την εκπαίδευση.

«Πρώτα θα κάνουμε μερικές δουλίτσες», του είπε ο γέρος.

Τον έβαλε να του φτιάξει τον κήπο. Μόλις τέλειωσε του έδωσε να βάψει ολόκληρο το σπίτι. Του έπλυνε το αυτοκίνητο και έκανε τον οδηγό, για να πηγαίνει το συγγραφέα στις παρουσιάσεις και τις βραβεύσεις. Δακτυλογράφησε κάτι ακατανόητα χειρόγραφα του γέρου, έκανε το σερβιτόρο σε μια δεξίωση, καθάριζε το σπίτι, έκανε όλες τις εξωτερικές δουλειές, βοήθησε και έναν φίλο του συγγραφέα σε μετακόμιση.

Ο νέος τα έκανε όλα αδιαμαρτύρητα, γιατί είχε δει μικρός το «Καράτε Κιντ» και άλλες παρόμοιες χολιγουντιανές ανοησίες και νόμιζε ότι ο γέρος προσπαθούσε να δοκιμάσει την υπομονή του, καθώς και να του διδάξει κάτι, κάτι που εκείνος δεν μπορούσε να αντιληφθεί, αλλά τη στιγμή της συγγραφής θα του φαινόταν χρήσιμο.

Μετά από ένα μήνα, είκοσι εννιά μέρες για την ακρίβεια, ο γέρος είπε στο νεαρό ότι η μαθητεία είχε τελειώσει.

«Αυτό ήταν;» ρώτησε ο νεαρός. «Δε θα μου πεις κάποιο μυστικό της γραφής, κάποιο κόλπο;»

«Δεν υπάρχουν μυστικά και κόλπα στο γράψιμο», του είπε ο γέρος.

«Τότε γιατί τα έκανα όλα αυτά;» ρώτησε ο νέος.

«Για να δεις πως θα είναι όλη σου η ζωή αν συνεχίσεις να θέλεις να είσαι συγγραφέας.»

«Εσύ δεν ζεις έτσι», του είπε ο νεαρός και έδειξε το σπίτι που ο γέρος είχε αποκτήσει με κάποιο από τα βιβλία του που είχαν μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες.

«Ξέρεις πόσοι ονειρεύτηκαν να γίνουν συγγραφείς;» τον ρώτησε ο γέρος. «Και πόσοι κατάφεραν να βιοποριστούν από τη συγγραφή και μόνο; Αν σου πω ο ένας στους χίλιους πάλι πολλούς θα λέω.»

Ο νεαρός πεισμάτωσε.

«Εγώ θα γίνω αυτός ο ένας στους χίλιους», είπε και ξεκίνησε να μαζεύει τα πράγματα του.

«Μπορεί», είπε ο γέρος γελώντας. «Μπορεί και να γίνεις. Αλλά να θυμάσαι κάτι: Όταν ερωτεύεσαι και όταν ονειρεύεσαι αφήνεις ενέχυρο τη ζωή σου ολόκληρη… Και κανείς δεν μπορεί να σου εγγυηθεί ότι θα την πάρεις πίσω. Αυτό είσαι πρόθυμος να το κάνεις;»

Ο νέος έφυγε σκεφτικός. Δεν γνωρίζω τι απόφαση πήρε.

Πηγή,http://sanejoker.info/

Mία αγελάδα κοίταξε ψηλά, στις 11:35:07 GMT.


happy_cow

Ένα μίνι διήγημα λαογραφικής φαντασίας του Mind the Gap

Τι μέρα είναι σήμερα ;

Αναρωτήθηκε η Ολυμπία Ελληνοπούλου καθώς περίμενε να γίνει πράσινο το φανάρι στη διασταύρωση Μιζοκράτους και Σουφρά. Έψαξε βιαστικά μέσα στην, λεοπαρδαλέ Louis Cretin, τσάντα της και έβγαλε το ένα από τα τέσσερα κινητά τηλέφωνα, που χτυπιόντουσαν υπομονετικά μεταξύ τους σε κάθε βηματισμό, ή σε κάθε κλήση με δόνηση. Διάλεξε αυτό με την μεγάλη οθόνη αφής, το GPS και την φωτογραφική των 10 mega pixel, και όλα αυτά τα περίεργα “κολοκύθια” που ποτέ δεν τα είχε χρησιμοποιήσει, αλλά που το αγόρασε γιατί «δεν μπορούσε να κυκλοφορεί με την περσινή συσκευή», την «μπαγκατέλα», που ήταν δύο χιλιοστά μεγαλύτερη, έξη γραμμάρια βαρύτερη και η μπαταρία της τα “έφτυνε” μετά από έξι μόλις συνεχόμενες ώρες ομιλίας. Η λογικότατη σκέψη να κοιτάξει απλά το πανάκριβο Trollex των 24ρων καρατίων και 114ρων ρουμπινιών, που φόραγε στο δεξί, δεν βρήκε ποτέ αρκετή απήχηση από το νευρικό της σύστημα, ώστε να μετουσιωθεί σε πράξη.

“Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009 – Αθήνα 13:35:07 – GMT 11:35:07”, πάντα απορούσε τι είναι αυτό το GMT, τις θύμιζε το “γαμάτα” σε μερικά από τα 150 τουλάχιστον μηνύματα που αντάλλασσε κάθε μέρα, σε άψογα “γκρίγκλις”, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο. Αφού ήταν πληρωμένα στο απεριόριστο πακέτο σύνδεσης, τα εξαντλούσε ακόμη και αν οι διάλογοι ήταν του τύπου “ti mageirepses shmera ? Ego leo na ftiaxo mpamies me glasarismeno gavro kai sos mpananas me pikramygdalo, to eida xtes sthn ekpompi tis Katianas, olo kreas me krema galaktos kai safran to varethika, mipos exeis kamia alli idea ?” ή “kalhnmera, na prosexeis shmera xryso moy, ta karkinakia exoyn anadromo ermh ston 4to oiko, tha plhgothoun !”…

“Δύο παρά εικοσιπέντε, ίσα που προλαβαίνω να χαζέψω βιτρίνες στο Κολωνάκι και να πάρω και το τζιπάκι (τώρα τζιπάκι δε θα το έλεγες ακριβώς, 2500 κυβικά και 5,5 μέτρα, αλλά ήταν το δεύτερο αυτοκίνητο, ένα από τα τρία, της οικογένειας Ελληνόπουλου και μπροστά στο πραγματικά θηριώδες “πρώτο” αμερικάνικο 4χ4 του συζύγου, το υποκοριστικό ταίριαζε μια χαρά) απ’ το πλυντήριο.

Βιαστικά έβαλε το κινητό στην τσάντα και χαζεύοντας τις πράσινες αφίσες που ήταν κολλημένες απέναντι θυμήθηκε πως για κάποιο λόγο η αυριανή μέρα ήταν πολύ σημαντική, σημαντικότατη. “Μα βέβαια Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009, αύριο είναι Κυριακή, αύριο είναι “ή” Κυριακή ! “GaMaTa”, πως το είχα ξεχάσει; εδώ γίνεται χαμός ένα μήνα τώρα στα κανάλια για αυτή την Κυριακή !” “Αύριο είναι ! Αύριο ο Potis Χρύσαρχος στη Μύκονο με την Ασπασία Σκορδοστούμπη (την αδικημένη στον τελικό του «Ελλάδα έχεις Χάρισμα»). Αύριο είναι !” Είχαν κλείσει πρώτο τραπέζι με την παρέα ! “δεν χάνονται αυτά με τίποτα …”.

Κάτι το πράσινο της αφίσας, κάτι η αφηρημένη σκέψη του τσιφτετελιού πάνω στο τραπέζι, με το ουίσκι των 105 ετών με το απρόφερτο όνομα, κάτι η δυσκολία να κλείσει την τσάντα ενώ ταυτόχρονα σκεφτόταν σε ποια βιτρίνα είχε δει εκείνα τα ξώφτερνα Harmani και το ψυχοφθόρο δίλημμα αν θα ταίριαζαν με το κραγιόν ή αν θα έπρεπε να περάσει και από το Pontos Store να πάρει ένα πιο σκούρο κερατί … Κάτι μια εντελώς άσχετη εμβόλιμη σκέψη – απορία αν ο φρέντο καπουτσίνο πίνεται κανονικά στην Ιταλία με κανέλα ή με τρούφα σοκολάτας και κινήθηκε προς την απέναντι μεριά του δρόμου.

Το φανάρι ήταν κόκκινο, βαθύ κόκκινο, αλλά ο συνειρμός του πράσινου και των λέξεων που παραινούσαν για κάτι στην αφίσα, κάτι σαν “χαλάρωσε, υπάρχουν …” έκαναν τα πόδια της, αυτόματα, να κάνουν βήματα εμπρός. Ανακλαστικά λικνίστηκαν και τα οπίσθια της, αυτόματα, γιατί το αστρικό της σώμα είχε ήδη μεταφερθεί στην πίστα του Mykonos Papareros Club, καθώς στα ακουστικά του hands free ηχούσε ο ποπ καρσιλαμάς ύμνος του Τέλη Χρυσοχρέπη, “Η Σαραντάρα” (γεννημένη το 74, πλησίαζε τα 40 και το λάτρευε αυτό το χιτάκι):

“Εσύ θα μου τα φας τα κόλλυβα,

Εσύ Εσύ Εσύ ! Εσύ η σαραντάρα με την τρελή κορμάρα,

Εσύ που ‘σαι πιστόλι, καλύτερη απ την κόρη,

Εσύ θα μου τα φας τα μαύρα, τα κλεμμένα,

τα σκάφη, τα αυτοκίνητα και όλα τα ακίνητα.

Για σένα παίρνω δάνεια και έχω πάθει άνοια,

για σένα την μυστήρια παίζω χρηματιστήρια,

για σένα πίνω Τζόνια, αγάπη μου αιώνια,

για σένα παίρνω βιάγκρα και φτάνω ως τα άκρα …”.

Δύσκολο να ξεχωρίσεις τον ήχο ενός φρεναρίσματος από το γυφτοπανηγυριώτικο σόλο του βιολιού, με 119 ντεσιμπέλ στα ακουστικά. Ακόμα δυσκολότερο να καταλάβεις τι αδράνεια έχουν 983 κιλά όταν κινούνται με 60 χιλιόμετρα την ώρα. Πολύ δυσκολότερο δε, το να συνδυάσεις την απροσδιόριστη κραυγή, μιας άγνωστης φωνής “Πρόσεχε!” από κάπου πίσω σου, μαζί με την φευγαλέα εικόνα ενός γκράφιτι στην άσφαλτο που γράφει “Αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη” και πολύ, πολύ, μα πάρα πολύ πιο δύσκολο να κατανοήσεις γιατί όλα σβήνουν και το μόνο που σου μένει σαν παγωμένη στο χρόνο αίσθηση σε κατάμαυρο φόντο είναι .. “GMT 113507” …

983 κιλά απόλυτης γερμανικής ποιότητας, με 12χρονη εγγύηση αντισκωριακής προστασίας, φιμέ τζάμια, θερμαινόμενο κάθισμα οδηγού, φώτα xenon και καταλυτική τεχνολογία Euro 5. Τι αδράνεια να είχε άραγε με ταχύτητα 60 χιλιόμετρα την ώρα;

Η επιστημονική απάντηση είναι αδιάφορη.

Η μεταφυσική είναι: “είχες άγγελο Ολυμπία μου”.

Αριθμός Κυκλοφορίας GMT 113507. Ο ξανθός οδηγός εκνευρισμένος βρίζει στα γερμανικά “Scheiße Ηλίθιοι ανάγωγοι, κανένας σεβασμός στον ΚΟΚ, όλα χαοτικά σε αυτή τη κωλοχώρα, καμία τάξη, κανένας νόμος, τριτοκοσμικοί τεμπέληδες, σκατοφάρα, λουφαδόροι, βλάκες, πίθηκοι … ευτυχώς είμαι ασφαλισμένος … κύριε αστυνομικέ καλημέρα σας, ορίστε τα χαρτιά μου, έχει σπάσει το αριστερό φανάρι και βούλιαξε και ο προφυλακτήρας, η κυρία προκάλεσε τις ζημιές στο αυτοκίνητό μου … παρακαλώ καλέστε ένα ασθενοφόρο, βιάζομαι δεν μπορώ να την μεταφέρω, εξ άλλου το αίμα βγαίνει δύσκολα από τα δερμάτινα καθίσματα … αφηρημένο τετράποδο, ηλίθια αγελάδα … πολύ καλημέρα σας, σας εύχομαι καλή συνέχεια στην εργασία σας κύριε αξιωματικέ … Scheiß Griechen …”.

Στο άδειο κάθισμα του συνοδηγού, η “Ευημερία” έχει τίτλο πρωτοσέλιδο με μεγάλα γαλάζια γράμματα: “Η Αγορά του Αιώνα, συμφωνία μαμούθ με Γερμανικές εταιρίες”.

Προφανώς και ήξερε άπταιστα ελληνικά ο Γερμανός οδηγός, διευθύνων σύμβουλος της “Agora Poula & Gamatous SA” (μια από τις δεκάδες εταιρίες που προμήθευαν το Ελληνικό κράτος με προϊόντα και υπηρεσίες σε τιμές πολύ λογικές, αν ήσουν ο ημέτερος που τσέπωνε, αυτή την πολύ λογική διαφορά, “της πολύ λογικής τιμής”, με την λογική) και εμπορικός ακόλουθος στην γερμανική πρεσβεία, αλλά ήξερε πως μιλώντας γερμανικά και κάνοντας πως δε ξέρει Ελληνικά ξέμπλεκε πάντα πιο γρήγορα σε αυτή τη Scheiß τριτοκοσμική χώρα.

Τυπικός Γερμανός στην εμφάνιση, θα μπορούσες να τον φανταστείς να σουλατσάρει στο μοναστηράκι με σανδάλια και μπεζ κάλτσα με κεραμιδί ρόμβους, αν δεν φορούσε γαλλικό κουστούμι, ιταλική γραβάτα, ισπανικά παπούτσια και πορτογαλέζικο πουκάμισο και αν δεν είχε και μια απόκοσμη χλομάδα, το εκρού του νεκρού που λέμε, ασυνήθιστο για άνθρωπο του ύψους και του βάρους του, πόσο μάλλον για Γερμανό που συνήθως τον απεικονίζουν με ροδαλά μάγουλα και μπυροκοιλιά στα τουριστικά προσπέκτους.

«Καταγράφω το συμβάν και είστε ελεύθερος κύριέ μου, η κυρία πέρασε προφανώς με κόκκινο … καλό δρόμο.» απάντησε, σε άπταιστα ΕλληνοΑγγλικοΙταλλοΑλλαμπουρνέζικα με ολίγη από γλώσσα του σώματος, ο βαριεστημένος τροχονόμος, που είχε πατέρα μετανάστη στα ανθρακωρυχεία της Δυτικής Γερμανίας και ψιλοκαταλάβαινε μερικές λέξεις και κυρίως όλες τις βρισιές. “Πειθαρχημένος λαός αυτοί οι Γερμανοί”, σκέφτηκε, “όλα κι όλα! σέβονται τον ΚΟΚ, σταματούν πάντα στο κόκκινο, τηρούν τους νόμους, αγαπούν την τάξη, όχι σαν τα δικά μας τα ζώα … α ρε γερμανοί που μας χρειάζονται να βάλουμε μια τάξη …” .

“Α! μία στιγμή να υπογράψει μια φιλική δήλωση για τη ζημιά η κυρία, εμείς οι Γερμανοί είμαστε πολύ τυπικοί σε αυτά” είπε ο οδηγός κραδαίνοντας ένα πυκνογραμμένο οκτασέλιδο και δείχνοντας την θέση όπου στα γερμανικά έγραφε “ο υπογράφων”.

Η κυρία Ολυμπία σαστισμένη, ζαλισμένη και ξαπλωμένη στην άσφαλτο προσπάθησε να σηκωθεί με τη βοήθεια ενός ψηλού μυστακοφόρου ποδηλάτη που είχε σταματήσει για να βοηθήσει, αλλά ο τροχονόμος της φώναξε να μείνει ξαπλωμένη μέχρι να έρθει το ασθενοφόρο. “Παιδί μου σε παρακαλώ βάλε μια τζίφρα στη δήλωση του κυρίου και τα στοιχεία μου, στην τσάντα μου είναι η ταυτότητα μου, να φύγει να πάει στη δουλειά του, έτσι κι αλλιώς φιλική δήλωση είναι, γιατί εμένα τρέμουν τα χέρια μου παιδί μου και δεν έχω μαζί μου και τα κοντινά γυαλιά, κάνε μια μουντζούρα εκεί για υπογραφή …”, είπε στον συμπαθητικό, αγαθό στην όψη – και καλογυμνασμένο, απ’ ότι πρόλαβε να δει, αλλά με λίγο βλακώδες ύφος – ποδηλάτη και έχασε τις αισθήσεις της ξανά.

“Μονάχα μερικές εκδορές. Είστε πολύ τυχερή. Προληπτικά θα μείνετε μερικές ώρες υπό παρακολούθηση γιατί έχετε υποστεί μια μικρή διάσειση, παρακαλώ μην κάνετε απότομες κινήσεις για μερικές μέρες και μην διαβάζετε ή δείτε τηλεόραση για τις επόμενες δύο τρείς ώρες”, είπε ο γιατρός και συμπλήρωσε αυστηρά “και φυσικά όχι μετακινήσεις και ταξίδια για τις επόμενες μέρες …

Επτά και τριάντα έξι. Τόσο, ακριβώς.

Επτά λεπτά και τριάντα έξι δευτερόλεπτα χρειάστηκαν ακριβώς μέχρι το χέρι της να πάει ασυναίσθητα, στο τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης που ήταν στο κομοδίνο του μονόκλινου, που είχε παραχωρηθεί στην κυρία Ελληνοπούλου μετά από ένα “τηλεφωνάκι” του συζύγου της στον Διοικητή του νοσοκομείου. Επτά πολύ σοβαρά επείγοντα περιστατικά και τριάντα έξι χειρουργημένοι ασθενείς ήταν στοιβαγμένοι σε ράντζα στους διαδρόμους, γιατί προφανώς δεν είχαν το “τηλεφωνάκι”, ή αρκετά παχύρρευστο σάλιο για να κλείσει το φακελάκι με το “εισιτήριο”.

Η κυρία Ελληνοπούλου πάτησε ασυναίσθητα το κόκκινο κουμπί. Ένας εγκέφαλος όσο άδειος και υποτυπώδης και να είναι, δεν είναι δύσκολο να υπερφορτωθεί από υπερβολικά πολύ πληροφορία, όταν ταυτόχρονα απαντά σε διαδοχικά μηνύματα συμπόνιας σε τέσσερα κινητά, επεξεργάζεται την πιθανότητα αποκατάστασης του «γαλλικού» στο σπασμένο νύχι του παράμεσου, παρακολουθεί μια τούρκικη σαπουνόπερα, διαβάζει το αφιέρωμα στα Αθηναϊκά σούσι μπαρ, στη σαββατιάτικη έκδοση της “Κοσμάρα μου” και διαπιστώνει εντελώς ξαφνικά πως δεν έχει καταφέρει να προσδιορίσει μετά από σχεδόν 25 χρόνια γάμου τι ακριβώς δουλειά κάνει ο σύζυγος, πέραν του να είναι κουμπάρος 108 βουλευτών και του ότι διατηρεί ένα γραφείο στο σύνταγμα. Το γραφείο στο σύνταγμα, που μπαινόβγαιναν διάφοροι υπουργοί, η “επιχείρηση” με το απροσδιόριστο αντικείμενο και με έναρξη επαγγέλματος δηλωμένο στην εφορία Κρανιδίου ως: «Εκδοροσφαγαί, Εργολαβίες, Σύμβουλοι Επιχειρήσεων, Κτηματομεσιτικά, Εκδόσεις, Φοροτεχνικά, Εμπόριο Αμυντικού Υλικού, Εισαγωγές Ειδών Προικός, Βιομηχανία Γραβατών” και με τον τίτλο “Ο Υπεράκτιος».

Περίεργο πράγμα επίσης τι μπορεί να κάνει μια μικρή διάσειση σε έναν (έστω ατροφικό) εγκέφαλο, μαζί με μια μικρή αθέτηση των οδηγιών του γιατρού.

Σιγά μην έχανε “Την” Κυριακή, για τις μαλακίες που είπε ο γιατρός… Φυσικά και πήγε!
Από το ξεφάντωμα και τον «πατάω σταφύλια»-χορό, τα παλαμάκια του καβλοραπανικού καρσιλαμά, τις αστακομακαρονάδες και το λίγο πριν το μελάνωμα τσουρούφλισμα στις ξαπλώστρες (που οι τιμές ενοικίασής τους για 2 ώρες πλησίαζαν το ενοίκιο ενός δυαριού στο Παγκράτι)… στους κραδασμούς της όχι-και-τόσο ομαλής προσγείωσης της επιστροφής από τη Μύκονο, τη Δευτέρα.

Οι κραδασμοί της προσγείωσης όμως, είναι το ίδιο αισθητοί στην vip θέση, όσο και στην οικονομική. Μια ζαλάδα, ένα μούδιασμα, μια αίσθηση αποπροσανατολισμού, ξαφνικά λιποθυμία και… το κακό έγινε! Μερικοί μήνες σε κώμα. Ναι! Έτσι ξαφνικά.

Περίεργη επίσης είναι και η συμπίεση της αίσθησης του χωροχρόνου, όταν οι αλλαγές είναι καταιγιστικές, αλλά εσύ απουσιάζεις για ταξίδι στη χώρα του “τα πάντα όλα” και ξαφνικά ξυπνάς με τη βεβαιότητα πως έχουν περάσει μόνο μερικές ώρες, ενώ έχουν περάσει μήνες.

Μερικοί μήνες σε κώμα που περιλάμβαναν μεταξύ άλλων και την ξαφνική φυγή του συζύγου Ελληνόπουλου με μια μικρούλα με όλες τις καταθέσεις στην Ελβετία, την έκρηξη των χρεών και τις κατασχέσεις της περιουσίας που ήταν όλα γραμμένα στο όνομά της κυρίας Ελληνοπούλου, την απόλυση της κόρης Ελληνοπούλου από τη θέση της “ειδικής συμβούλου” στη ΜΚΟ “Κέντρο Μελέτης και Πρόληψης Αιμορροΐδων των Χρόνιων Χρηστών Εδράνων” (όπου είχε διοριστεί “εντελώς αξιοκρατικά”) αλλά και το σταμάτημα των σπουδών του υιού Ελληνόπουλου λόγω αδυναμίας της καταβολής των διδάκτρων, καθώς και την παντελή αδυναμία για κομμωτήριο, μασάζ και πεντικιούρ (αυτό το τελευταίο την πόνεσε πάρα πολύ!).

Ένα χρονικό και ολισθηρό λογικό άλμα από τα πανάκριβα σπα στα “εξωτερικά”, στο λάκκο με τα λασπόνερα της κάτω Βλαχοτυρίτσας, όπου πάτησε στα γομαρόσκατα και έπεσε όταν πήγε να πουλήσει το πατρικό της για να ξεχρεώσει τον γκουρμέ μπακάλη… πριν αρχίσει το τεφτέρι να γίνεται 12τομη εγκυκλοπαίδεια.

Από την Φιλιππινέζα οικιακή βοηθό, τον Αλβανό “με κοιλιακούς να τρίβεις παρμεζάνα” κηπουρό και τα 198 ζευγάρια παπούτσια (τόσα δεν είχε ούτε το τηλεοπτικό της είδωλο, η Κάργια, στο “Sex and the Pity”), που απολύθηκαν και πουλήθηκαν αντίστοιχα, στην αναζήτηση των φτηνότερων τιμών, στο τέλος των λαϊκών αγορών, με πλαστική σαγιονάρα δίχαλο (ωιμέ και να σε παίρνουν και οι κάμερες των πρωινάδικων), της φάνηκε σε διάρκεια σαν το φλας ενός παπαράτσι που προσπαθεί να αποθανατίσει την καλοπληρωμένη στιγμή που το οξυζενέ μπάζο του μεσημεριανάδικου θα ξύσει τον κώλο του σε κάποιο κοσμικό γάμο.

Από την συνηθισμένη στάση “δε μιλάω για πολιτικά, πολύ μπανάλ τα πολιτικά, τι καταλαβαίνουν και σκοτώνονται για πολιτικά ρε παιδί μου …” ως την οργισμένη κραυγή “κλέφτες, κλέφτες, κλέφτες” και τις καθόλου “σικ” μούντζες στις πλατείες… ο χρόνος έτρεξε με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

Σε ένα πετάρισμα της αποξεραμένης βλεφαρίδας της, πέρασε από το σύμπαν με το άρωμα του μαλακτικού που κάνει τα παιδιά, πιο μαλακά και από τα πιο μαλακά παιδιά… στο σύμπαν με τη μπόχα της ιδρωμένης μασχάλης του ΜΑΤατζή και τις κουτσουλιές από περιστέρια με βρογχικό άσθμα.

Χημικά, αποπνικτική ατμόσφαιρα, συνθήματα, ένταση, κρότου λάμψης, “κάποιος λίγο maalox στην κυρία ρε παιδιά”, δύσπνοια, εγκεφαλικό, εκλογές, κι άλλο maalox, τρεις απόπειρες αυτοκτονίας (η μία με το σεσουάρ στη μπανιέρα όταν η ΔΕΗ, έκοψε το ρεύμα πριν το σεσουάρ ακουμπήσει το νερό), κατάθλιψη, περισσότερο maalox, ξανά εγκεφαλικό, ξανά σε κώμα.

Πριν προλάβει καν να μάθει να κάνει τις υποτυπώδεις πράξεις για να υπολογίζει τους απλήρωτους λογαριασμούς… πριν έστω να προλάβει να εκπαιδευτεί να σκύβει όταν της έπεφταν τα 5λεπτα και τα 10λεπτα του ευρώ, που παλιότερα δεν ήξερε καν πως έχουν κάποια αξία – πέραν του να ξεφορτώνεται με αυτά τους επαίτες – κι επάνω που άρχισε να προσπαθεί να “καταλάβει τα πολιτικά”… έπεσε ξανά σε κώμα!

Αλλά αυτή τη φορά το κώμα συνοδευόταν από μια εφιαλτική συνεχόμενη υπνοπαιδεία, καθώς η τηλεόραση στον διάδρομο του υπόγειου του νοσοκομείου… δεν έκλεινε ποτέ!

Το καινούργιο διαφημιστικό τραγουδάκι έπαιζε ολημερίς κι ολονυχτίς:

“Λαθρομετανάστες, εγκλήματα, αρρώστιες, μας παίρνουν τις δουλειές, έθνος, θρησκεία, έθνος, ορθοδοξία, έθνος, έθνος, έθνος”.

“Λαθρομετανάστες, εγκλήματα, αρρώστιες, μας παίρνουν τις δουλειές, έθνος, θρησκεία, έθνος, ορθοδοξία, έθνος, έθνος, έθνος”.

“Λαθρομετανάστες, εγκλήματα, αρρώστιες, μας παίρνουν τις δουλειές, έθνος, θρησκεία, έθνος, ορθοδοξία, έθνος, έθνος, έθνος”.

“Λαθρομετανάστες, εγκλήματα, αρρώστιες, μας παίρνουν τις δουλειές, έθνος, θρησκεία, έθνος, ορθοδοξία, έθνος, έθνος, έθνος”.

Λούπα ή αλλιώς… «ατέρμονη επανάληψις» εις την ελληνικήν του EXPER CHANEL.

Λούπα συνεχόμενη σε όλες τις συχνότητες· ένα καταχρηστικό ρεφρέν σε έντεχνο τραγούδι, με όλους τους τόνους, ένας καταιγισμός της λέξης “έθνος” παντού. Σουξέ σε όλα τα μέσα, απ’ το πρωί ως το βράδυ, πληρωμένοι dj σε power play. Το σουξεδάκι που κολλάει παντού. Και στην ίδια αισθητική κι άλλα φτηνά σουξεδάκια, κουλτούρας ΤΑΞΙ : “Εθνική ενότητα”, “εθνική υπερηφάνεια”, “εθνικό καθήκον”, “εθνική ευθύνη”, “εθνικός κίνδυνος”, “εθνική ανοικοδόμηση”, “εθνική προσπάθεια”.

“Έθνος”, η μαγική λεξούλα με όλα τα παράγωγά της – πλυντήριο των ατομικών ευθυνών. “Έθνος”, η λέξη που, αριστοτεχνικά και ισομερώς, μοίραζε τα σκατά μερικών χορτάτων παχέων εντέρων στα μούτρα όλων των άλλων, των νηστικών, μέσω των ανεμιστήρων-μνηστήρων που έκαναν αέρα στα αρχίδια γελαστών υπουργών και βουλευτών.

“Έθνος – εθνικό”, η πιο ακριβής μετάφραση της φράσης “μαζί τα φάγαμε” που έγινε ποτέ, μαζί με την απαραίτητη σος, “πατρίδα” – “πατριωτικό”, για να γλιστράει…

Είχε πέσει σε κώμα αποφασισμένη να “καεί το μπουρδέλο η βουλή”, ψελλίζοντας αόριστα, καλών προθέσεων τσιτάτα περί “δημοκρατίας και λαϊκών συνελεύσεων”, πάνω που άρχιζε να προσωποποιεί την ευθύνη ακόμη-ακόμη και στον πρώην σύζυγο… τον φευγάτο-χορτάτο-και κεφάτα ελβετόψυχο κύριο Ελληνόπουλο. Πάνω που είχε σχεδόν ξεκαθαρισμένη εικόνα για την διαπλοκή, πάνω που πήγε να μάθει και την σημασία της λέξης “μεταπολίτευση” και πάνω στην ορμή και στην συγκρατημένη αισιοδοξία πως… “είμαστε περισσότεροι!”, έπεσε πάλι σε κώμα και την τάιζαν “Έθνος” χυλωμένο, λαπά πατρίδα και ξενοφοβία καπαμά…

Όχι δεν ήταν ατυχία, ήταν μια συνέπεια.

Οι μακροχρόνιες πρότερες καταχρήσεις σε “λάιφ στάιλ” και οι εθισμοί στην ευκολία την είχαν κάνει ευάλωτη. Εύκολο θύμα στα χέρια των έμπειρων βαποριών, των εθνεμπόρων, κατάπιε, ενώ ήταν σε καταστολή, κάθε βολική θεωρία που καταπράυνε τη φαγούρα της ανέχειας και έκανε ευχάριστες παραισθήσεις ομοιοκαταληξίας για ένα μέλλον ησυχίας τάξης και ασφάλειας.

Το κενό, στον καμένο εγκέφαλο της κυρίας Ελληνοπούλου, γέμισε με μισανθρωπισμό, εθνικισμό και αστική μυθολογία.

Ξύπνησε με σφηνωμένη την ιδέα στο καρβουνιασμένο μυαλό της πως… κάτι “εθνικό” είναι, λοιπόν, η λύση στο πρόβλημα.

“Έθνος”, “πατρίδα”, “να καούν όλοι οι μετανάστες”. Είχε υπνωτιστεί με την ιδέα πως οι “ξένοι”, είναι οι φορείς της δυστυχίας της και έπρεπε να γίνουν θυσία στον έναν μεγάλο επουράνιο ελληνορθόδοξο πατέρα του Ιησού (Έλληνας φυσικά και αυτός!) και τριτοξάδελφου του Δία, για να “ξεβρωμίσει ο τόπος”. Η ανάγκη της να κορεστεί η οργή της και η ανημποριά της με έναν βολικό εχθρό, που όμως να είναι πιο αδύναμος από εκείνη, λειτούργησε ανακλαστικά και έτσι η παπαγαλία “πατρίς θρησκεία οικογένεια” κλείδωσε και ατρόφησε σταδιακά τις νευρικές απολήξεις, που συνδέονται με την λειτουργία της αντίληψης των άκρων της.

Παράλυση…

Η έντονη επιθυμία να κινηθούν τα πόδια της και να κλωτσήσουν στα αρχίδια αυτό το κωλόπαιδο, τον γυαλάκια, τον ψηλό τον νοσοκόμο που ασελγούσε πάνω της στη βάρδιά του, δεν ευδοκιμούσε… Φρίκη! Η απόλυτη φρίκη είναι να μη μπορείς να διακρίνεις τα άκρα σου. Ούτε τα χέρια της δεν κινούνταν για να κλείσουν την μύτη της όταν πλησίαζε εκείνος ο χοντρός, ο καθαριστής που έζεχνε το στόμα του σαπίλα, που έκλανε ασύστολα, ενώ φόραγε ελεεινή χύμα κολόνια για να καλύπτει την ξινίλα.

Και πόσο ήθελε να φτύσει στα μούτρα εκείνον τον καργιόλη το γιατρό με το παχύ μουστάκι, τον σοβαροφανή κομπογιαννίτη κωλόγερο, που της έλεγε διαρκώς με ήρεμη και ατάραχη φωνή πως “δεν υπάρχει άλλη θεραπεία εκτός από το κλύσμα”… Αλλά πέρα από την παράλυση των άκρων, είχε και την καταραμένη την ξηροστομία που της είχε μείνει από την ανάρρωση από το πρώτο κώμα, όταν – στα πλαίσια της φυσιοθεραπείας – προσπαθούσε να λέει σωστά τον γνωστό παιδικό γλωσσοδέτη: “καταδικάζω την βία, απ’ όπου κι αν προέρχεται, χωρίς αστερίσκους και εξαιρέσεις”.

Πολύ κλύσμα… Κλύσμα «με τη διαδικασία του κατεπείγοντος». Κλύσμα «με απόφαση του ιατρικού συμβουλίου». Κλύσμα «με σύνεση». Κλύσμα «για το καλό της». Κλύσμα «για το μη κακό της». Κλύσμα «για καλό και για κακό»… Κλύσμα «αντί/δίχως/ίσαμε/προ/χάριν…» … Κλύσμα να συνοδεύει σχεδόν κάθε… «πρόθεση». Αν είχε φωνή ο κώλος της κυρίας Ελληνοπούλου θα τραγούδαγε ταϊβανέζικο μπλακ μέταλ.

Απελπισία.

Η τελευταία της ελπίδα ήταν μια επέμβαση που μόνο στη Γερμανία μπορούσε να γίνει. Το είχε δει σε ένα φυλλάδιο “θεραπευτικού τουρισμού” που μοίραζαν οι πιτσαδόροι, είχε και κουπόνι έκπτωσης: “Θεραπευτικαί Εκδρομαί με πούλμαν, Γκοτζαμάνης Τουρς. Επεμβατική θεραπεία κατά της παράλυσης και εν γένη δια πάσαν νόσον, σε υπερσύγχρονες κλινικές της Γερμανίας. Με κάθε επέμβαση δώρο εξαγωγές χρυσών οδόντων προς αντιπαροχή, δυνατότητα επιδότησης από το ΕΣΠΑ, τιμαί λογικαί, υπό την αιγίδα της Γερμανικής Πρεσβείας.”

“Οι Γερμανοί είναι φίλοι μας” σκέφτηκε το τσιγαρισμένο στο βούτυρο της απελπισίας στραγάλι, που είχε απομείνει στο κρανίο της ως εγκέφαλος. “Αφού ο Χίτλερ ήταν φιλέλληνας, εμείς άριοι, οι ξένοι κοινός εχθρός, βαλτοί από τους σιωνιστές κομμουνιστές, αφού είναι η κορυφαία χώρα σε πολιτισμό, αφού …” ΖΑΠΠΠΠΠΠΠΠΠΠ Ξαφνικά, ένα βολταϊκό τόξο μεταξύ δυο νευρώνων βραχυκύκλωσε σε μια περιοχή μνήμης και ταυτόχρονα ξεμπλόκαρε την παράλυση στο στόμα της· μπορούσε και πάλι να μιλάει! “Γερμανία, Γερμανός, Γερμανική πρεσβεία …”

“Αριθμός Κυκλοφορίας GMT 113507… ναι! αυτό είναι! Ο Γερμανός που με χτύπησε το 2009, ο εμπορικός ακόλουθος”. Οι μύες του προσώπου της, που δούλευαν ακόμη, συσπάστηκαν τόσο που, από το πολύ τέντωμα το χαμόγελο κόντεψε να παρασύρει τις σιλικόνες από τα βυζιά της… τόσο που παραλίγο να γίνουν σακούλες κάτω από τα μάτια της!

“Αυτό είναι! Είμαστε άριοι αδελφοί θα του πω, θα τον παρακαλέσω και θα καταλάβει.”

Προσπάθησε να βρει λίγο πιο πειστικά επιχειρήματα.

“Έθνος, Εθν-ικό Θέατρο, Εθνικο-σοσιαλισμός… αυτό είναι! Ελληνικός πολιτισμός, Αρία φυλή. “Χάιλ”, θα του πω και θα με βοηθήσει σίγουρα! Γιατί είμαστε μαζί σύμμαχοι στον κοινό αγώνα κατά των σιωνιστών!”

Τελικά, η πολύμηνη παραμονή στο κώμα και η διαρκώς ανοιχτή τηλεόραση την είχαν διδάξει δεκάδες καινούργιες θαυμαστές λέξεις, που πριν ούτε που τις είχε ακουστά…

“Πσσσσ σιωνισμός, αρία φυλή, λαϊκός σύνδεσμος μεγάλο πράγμα η εκπαιδευτική τηλεόραση και το κρυφό σχολειό των τηλεπωλήσεων βιβλίων… Δε μπορεί, θα με βοηθήσει ο Γερμανός, εξ άλλου και μεις τους είχαμε δανείσει τότε στον πόλεμο και δε μας τα επέστρεψαν ποτέ” (κάπου το είχε ακούσει αυτό … δεν ήταν και σίγουρη).

Η συνεννόηση ήταν πολύ σύντομη. Δια μέσου τηλεφώνου, ο χερ Heinrich Deutschbank την θυμήθηκε αμέσως: “Είστε η κυρία που είχε κάνει φιλική δήλωση το 2009”.

Χρειάστηκε, μετά τα στερεοτυπικά, να του πει μόνο τη μαγική φράση, “ξέρετε είμαι θαυμάστρια του Αδόλφου και πιστεύω πως έπρεπε να είχατε κερδίσει τον πόλεμο”, για να της απαντήσει με στεντόρεια φωνή “Ζιγκ Χάιλ κυρία μου, μην ανησυχείτε πια για τίποτα, είστε στα χέρια του 4ου Ράιχ” και φρόντισε για αερομετακομιδή με το ειδικό διαμορφωμένο σε ιπτάμενο νοσοκομείο τζετ και την άμεση εισαγωγή της στην κλινική.

Οι επιτυχημένες ιστορίες έχουν ευτυχές τέλος και πρέπει να περνάμε και αισιόδοξα μηνύματα σε αυτή την κοινωνία, γιατί όλο μιζέρια, μιζέρια, μιζέρια, δεν αλλάζει κάτι. Είναι υποχρέωση κάθε πολίτη, που παριστάνει τον λογοτέχνη, να γράφει ιστορίες με αισιόδοξο τέλος! Οι βαριές ιστορίες με τα απαισιόδοξα μηνύματα είναι μπανάλ και βλαβερά, όσο η φωτογράφιση των αστέγων στα συσσίτια και η προβολή μίζερων μηνυμάτων εξαθλίωσης στις προβοκατόρικες διανομές τροφίμων.

Αισιοδοξία και ψύχραιμες αποφάσεις θέλει ο λαός, για να έρθει η ανάπτυξη! Για να βγούμε από το τούνελ πρέπει να βάψουμε την είσοδο πορτοκαλί, στο ορεκτικό χρώμα των ταχυφαγίων. Πορτοκαλί και γαλάζιο σαν την ξεχειλωμένη νάιλον κιλότα της κυρίας Ελληνοπούλου.

Πού είχαμε μείνει ; α, ναι …

Ο χερ Heinrich μάλιστα, συνόδεψε προσωπικώς την κυρία Ελληνοπούλου στο ταξίδι, “συνέπεσε με μια πολύ ευχάριστη περίσταση στην οποία πρέπει να παραβρεθώ και με την ευκαιρία θεώρησα πως θα ήταν σωστό να σας συνοδεύσω”, της είπε.

Αυτό την εντυπωσίασε ακόμα περισσότερο. “Ευγενέστατοι άνθρωποι, αυτό είναι τελικά που λένε να είσαι από ράτσα. Το ‘40 τζάμπα σφαχτήκαμε, ορίστε τώρα ορίζουν την Ευρώπη! Τελικά, ο Αδόλφος είχε όραμα …”, σκέφτηκε, καθώς χάζευε τις Άλπεις από ψηλά με ένα αίσθημα φυλετικής ανωτερότητας. Αν δεν ήταν τόσο μαυροτσούκαλη μελαχρινή, πολύ πιθανόν να πέταγε σκανδιναβικές φακίδες από την αίσθηση ανωτερότητας· θα φούντωνε σαν αλλεργική αντίδραση στο κλούβιο αυγό.

Ήταν μια καθάρια γαλανή μέρα, το χιόνι ασήμιζε στις κορυφές και μπορούσε να διακρίνει μικρά χωριουδάκια ριζωμένα σε κοιλάδες με καταπράσινα λιβάδια. Πολύ πιθανόν, μία αγελάδα που κοίταξε ψηλά εκείνη την ώρα, καθώς μια σωματώδης Τιρολέζα τις τράβαγε ανελέητα και άγαρμπα τα βυζιά και μάζευε το γάλα της σε έναν τσίγκινο κουβά, να αναρωτήθηκε για το είδος της ενοχλητικής μεταλλικής μύγας που πετούσε 35.000 πόδια ψηλότερα και να έκανε μια προληπτική βίαιη κίνηση με την ουρά της… αλλά υποθέτω πως δεν ήταν δυνατόν να διακρίνει αυτή τη λεπτομέρεια η κυρία Ολυμπία.

“Άλπεις, ναι! Σούπερ! Όλα αλλάζουν, γύρισαν τα πράγματα… Ναι! Επέμβαση, θεραπεία και μετά σκι στις Άλπεις, όπως παλιά, σαλέ και σάουνα!”.

Για τρία εκατομμυριοστά του δευτερολέπτου μια δίδυμη απορία προσπάθησε να γεννηθεί στο υποσυνείδητο της: “Τι σχέση έχουν οι λαθρομετανάστες με το ότι εγώ στερούμαι το σκι στις Άλπεις;” και “Έχει ένα ή τρία, πέντε πηγάδια σε αυτό το Μελιγαλά τελοσπάντων ;”

Αλλά και οι δύο χαριτωμένες, διπολικές απορίες πέθαναν ακαριαία στη γέννα και το παμφάγο και υπερμέγεθες ερπετό με το χαϊδευτικό όνομα “πίστευε και μη ερεύνα”, εντόπισε αμέσως και βούλιμα καταβρόχθισε, τα κύτταρα-γονείς που είχαν το θράσος να θέλουν να γεννούν απορίες.

Το εσωτερικό του jet ήταν στην ουσία σαν μια πολυτελής ιπτάμενη κλινική, για VIP· λειτουργικό, άνετο και ευχάριστο. Η κυρία Ελληνοπούλου ξαπλωμένη στο σούπερ ανατομικό κρεβάτι, συνδεδεμένη με διάφορα εντυπωσιακά μηχανήματα, υπό την εποπτεία της Helga μιας πολύ συμπαθητικής και ευγενικής αρχιάτρου, απολάμβανε την χαρά της προσμονής για την θεραπεία της και υπέμενε την κλασική μουσική που έπαιζε διακριτικά. Ήταν το μόνο που θα άλλαζε στον πολιτισμό των Γερμανών αν ήταν στο χέρι της: “Δε ξέρουν να γλεντάν, όλο κηδείες ακούνε… κάτσε να γίνω όπως πρώτα και θα τους μάθω ζεϊμπεκιές και τσιφτετέλι… χμ… και η γιατρέσα μια χαρά νύφη για το γιο μου θα ήταν …”.

Οι σχεδόν μορφινοειδείς, με την αγχολυτική έννοια, ακατάστατες σκέψεις της διακόπηκαν όταν μπήκε στο δωμάτιο ο χερ Heinrich.

“GMT 11:35:07”, σε 53 δευτερόλεπτα μπαίνουμε στον εναέριο χώρο της Γερμανίας, πως αισθάνεστε; είστε έτοιμη για την επέμβαση κυρία μου;” ρώτησε χαμογελαστός. Στο φως του πρωινού στα υψηλά στρώματα της ατμόσφαιρας, έδειχνε ακόμη πιο χλωμός απ’ ότι τον θυμόταν η Ολυμπία και είχε εμφανώς μαύρους κύκλους, σαν ξεφούσκωτες σαμπρέλες από ξεχαρβαλωμένα θεσσαλικά τρακτέρ, κάτω από τα μάτια.

“Εργατικός λαός” σκέφτηκε, “κοίτα κούραση που έχει στη φάτσα του, εμ βέβαια, για αυτό πάνε μπροστά αυτοί, όχι σαν τους δικούς μας”.

Περιέργως, ενώ δεν είχε δουλέψει ποτέ στη ζωή της, θεωρούσε τους πάντες γύρω της στην Ελλάδα, τεμπέληδες. Εξ άλλου το έλεγε συνέχεια και ο πρώην σύζυγός της που εν πάση περιπτώσει ήταν επιχειρηματίας, άρα κάτι θα ήξερε παραπάνω.

“Αισθάνομαι υπέροχα! Ναι, είμαι έτοιμη!”, είπε και σκέφτηκε “Τι ευγένεια! Τι ανθρωπιά! Και να φανταστείς πως τόσα χρόνια μας μάθαιναν πως οι Ναζί είναι βάρβαροι πως εξόντωσαν ανθρώπους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και πως είναι μισάνθρωποι! Ευτυχώς που μου άνοιξαν τα μάτια τα κανάλια”.

“Πολύ ωραία μόλις μπήκαμε στον εναέριο χώρο της πατρίδας μου”, είπε εκείνος. “Θα σας ναρκώσουμε τώρα αμέσως, ώστε να μην χάσουμε πολύτιμο χρόνο, φρόυλαϊν Helga, παρακαλώ …”.

Η Helga τρύπησε ένα φιαλίδιο, με αναισθητικό, με την σύριγγα και το έβαλε στον ορό που κρεμόταν από την οροφή.

“Ω πόσο χαίρομαι, θα σας είμαι υπόχρεη για μια ζωή, επιτέλους θα περπατήσω ξανά!”.

Εκείνος είπε πολύ σοβαρά, σαν να έκανε πρόταση γάμου σε μανιοκαταθλιπτική διοπτροφόρο καθηγήτρια φιλοσοφίας, “Φράου Ολυμπία, εγώ σας ευχαριστώ, χάρη σε σας θα περπατάω για πολλά, πολλά χρόνια ακόμη, σας ευχαριστώ πολύ! Το εκτιμώ πολύ αυτό! Δε ξέρετε τι ταλαιπωρία είναι η ανεπάρκεια να καθαρίζεται το αίμα από τα στοιχεία που πρέπει να αποβάλλονται, χρειάζονται συνεχείς αιμοκαθάρσεις!”

“Εμ βέβαια”, βιάστηκε να σχολιάσει μέσα της, “Καθαρό αίμα! Κοίτα πόσο εξελιγμένοι, καθαρίζουν το αίμα τους για να είναι αμόλυντοι …”

Καθώς οι σταγόνες της νάρκωσης έσταζαν ρυθμικά στον ορό, εντελώς ξαφνικά, η αίσθηση πως κάτι δεν πάει καθόλου καλά την διαπέρασε με τέτοια ένταση που το ηλεκτρομαγνητικό κύμα της σκέψης της έφτασε 126 χιλιόμετρα πιο μακρυά και ίσως να αποτέλεσε την παγκόσμια πρώτη τηλεπαθητική επαφή αγελάδας με άνθρωπο (αλλά δυστυχώς δε θα το μάθουμε ποτέ).

Η αγελάδα έκανε μουυυυυυυυυυυυ και κλώτσησε τον τσίγκινο κουβά με το γάλα, ενώ η κυρία Ελληνοπούλου τσίριξε ταυτόχρονα δυνατά “τι εννοείτε πως θα περπατάτε για πολλά χρόνια χάρη σε μένα; τι εννοείτε αιμοκάθαρση;”.

Ο Γερμανός τώρα ήταν πολύ σοβαρός, έβγαλε ένα οκτασέλιδο, από ένα δερμάτινο χαρτοφύλακα (το σκούρο δέρμα έμοιαζε με ανθρώπινο, αλλά πιθανόν σύμφωνα με την ναζιστική αντίληψη περί της εξέλιξης των ειδών να μην ήταν δέρμα ανθρώπου) και της είπε, “αυτή είναι η φιλική δήλωση αποζημίωσης, που υπογράψατε το 2009, σύμφωνα με αυτή μου χρωστάτε, μια και δεν έχετε να με πληρώσετε, δέχομαι έναντι, την αξία ενός νεφρού στην ελεύθερη αγορά, ξέρετε έψαχνα χρόνια για ένα νεφρό και δεν ήθελα αυτά τα φτηνιάρικα τα κινέζικα τα μαϊμού, αλίμονο, άλλο τα ευρωπαϊκά προϊόντα. Τώρα είμαστε σε Γερμανικό εναέριο χώρο και η δήλωση σας ισχύει, ξέρετε… άλλωστε, εδώ, εσείς είστε μια ξένη και γω είμαι νόμιμος πολίτης της χώρας. Εδώ ισχύει το γερμανικό δίκαιο, μόνο για Γερμανούς. Εδώ είστε δωρήτρια οργάνων έναντι χρέους…”

Ο κυνισμός στο ύφος του της ήταν απολύτως οικείος. Έμοιαζε, σχεδόν απόλυτα, με το ύφος του κυβερνητικού εκπροσώπου όταν έκανε διαψεύσεις για την επιβολή νέων μέτρων, αλλά μάλλον ο “Εθνικός” κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν ακόμη πιο κυνικός.

“Μα δεν είναι η υπογραφή μου αυτή”, θα φώναζε δυνατά, αλλά η επήρεια της νάρκωσης έκανε τη φωνή της χαμηλή και αδύναμη.

“Όχι, δεν είναι, αλλά εσείς είπατε σε εκείνον τον ψηλό με το μουστάκι, τον ποδηλάτη, να υπογράψει για εσάς, ενώπιόν μου, άρα για εμένα ισχύει η υπογραφή του σα να είναι η δική σας κυρία μου. Ας προσέχατε σε ποιόν δίνατε την εντολή να υπογράψει για λογαριασμό σας· τώρα είναι πια αργά. Η συμφωνία έγινε «δι’ αντιπροσώπου», τον οποίον εσείς επιλέξατε, τελεία και παύλα. Αφήστε σας παρακαλώ την υστερία και παρακαλώ μην ταράζεστε, η κακή ψυχολογία μπορεί να γεμίσει τοξίνες το προϊόν. Παρακαλώ, ηρεμήστε.”

Η νάρκωση χαλάρωνε τις αντιστάσεις της και εκείνη άρχισε να νιώθει μια περίεργη υποτακτική ευχαρίστηση, σα μαζοχίστρια που αγαπά τον βασανιστή της και προσδοκά οργασμό μετά τον πόνο.

Άθελά της, η σκέψη της βγήκε με τη μορφή λόγου από το στόμα της, σχεδόν ηδονικά.

“Ό,τι και να πείτε έχετε δίκιο, χερ, ήμουν αφηρημένη και το αριστερό φανάρι είναι πανάκριβο σε ένα τέτοιο αυτοκίνητο… καταλαβαίνω πως, με τους τόκους, θα έχει φτάσει σε ποσό που δεν έχω να σας πληρώσω… και εγώ, η βλαμμένη, η τιποτένια, έβαλα τον περαστικό να υπογράψει… Τιμωρήστε με… ό,τι και να πείτε δίκιο έχετε… εντάξει πάρτε το νεφρό μου, θα ζήσω μια χαρά με το άλλο… θα κόψω το θαλασσινό αλάτι και το φραπέ και θα είμαι μια χαρά… ναι, ναι… πάρτε το… αφού τουλάχιστον θα περπατήσω μετά την επέμβαση που μου υποσχεθήκατε …”

Όμως, ο χερ Heinrich, έδειχνε τώρα πιο ανέραστος ακόμα και από την οσία Αθανασία την Μεγάλη Παρασκευή και ακόμα πιο σκοτεινός και πιο ψυχρός και από δορυφόρο του Πλούτωνα.

“Κυρία μου, δυστυχώς, εδώ τελειώνει ο κύκλος ζωής για σας, λυπάμαι …”

“Μα, πώς;;… έχω δύο νεφρά και σεις είστε άριος ναζί, συμμαχητής ενάντια στα μιάσματα, «Αίμα, Τιμή». Το σύνθημα το λέει καθαρά πως κρατάτε πάντα τις υποσχέσεις σας… πως είναι δυνατόν;; …”

Γέλασε δυνατά ο χλωμός άριος, ενώ τώρα φάνηκε και ένα ίχνος ευχαρίστησης στην έκφρασή του. Η νάρκωση τράβαγε στη δίνη της μαύρης τρύπας μιας σκουριασμένης μπανιέρας, την συνειδητότητα της κυρίας Ελληνοπούλου, χωρίς δυνατότητα αναστροφής. Στα αυτιά της, αντήχησαν οι τελευταίες λέξεις με τον ήχο που κάνει ένα άδειο κουτί αμερικάνικου αναψυκτικού, λιγδωμένο από πιτόγυρο, καθώς κατρακυλάει στα μάρμαρα ενός ιδιωτικοποιημένου, αρχαίου θεάτρου, μια νύχτα με πανσέληνο στο κλείσιμο μιας συναυλίας με εμβατήρια.

“Κυρία μου ναι, δύο νεφρά έχετε, όντως και μάλιστα είναι και τα δυο σε άψογη κατάσταση! Αλλά, βλέπετε, εκτός από το αριστερό φανάρι… είναι και το βαθούλωμα στον προφυλακτήρα και υπάρχει μεγάλη ζήτηση σε νεφρά αυτή την εποχή, οπότε όπως καταλαβαίνετε, η επέμβαση για τη θεραπεία σας είναι άσκοπη. Δε μπορούμε να επιβαρύνουμε τους υγιείς άριους να πληρώνουν τη δική σας αιμοκάθαρση. Όσο για τις υποσχέσεις και την τιμή, τις κρατούμε πάντα εμείς οι ναζί κυρία μου. Το αίμα έχει καλή τιμή και εμείς έχουμε υποσχεθεί να το πουλάμε φτηνά. Αίμα σε καλή τιμή. Είμαστε Γερμανοί ναζί, κυρία μου, ζωή μόνο για Γερμανούς ναζί! Θα έπρεπε να το γνωρίζετε αυτό από τους δικούς σας ναζί που είναι αντίστοιχα κηρύττουν «ζωή μόνο για Έλληνες ναζί» …”

Το καρδιογράφημα εξακολούθησε για περίπου 25 λεπτά να κάνει όμορφες τεθλασμένες στα μόνιτορ, σαν αρχαιοελληνικούς μαιάνδρους. Μετά, εντελώς αθόρυβα και αδιάφορα, έγινε μια ασήμαντη ευθεία, παράλληλη με το εγκεφαλογράφημα.

Κανείς, ούτε η μαία το ‘74 μετά την καισαρική τομή, ούτε οι λαδωμένοι πλαστοπτυχιούχοι γιατροί που την εξέτασαν το 2009, ούτε ακόμη και οι Γερμανοί σχολαστικοί γιατροί δεν παρατήρησαν ποτέ πως το εγκεφαλογράφημα της ήταν μια ευθεία… εκ γενετής.

Δεν συνεχίζεται…

Mind the Gap

Ευχαριστώ την  για την πολύτιμη βοήθεια στο σουλούπωμα …

Πηγή, parallhlografos.wordpress.com

Η Αργεντινή με την Κούβα ανέπτυξαν εμβόλιο για τον προχωρημένο καρκίνο του πνεύμονα, το οποίο θα διανέμεται δωρεάν στα δύο έθνη


Η Εθνική Διοίκηση Φαρμάκων, Τροφίμων και Ιατρικής Τεχνολογίας της Αργεντινής ενέκρινε το πρώτο θεραπευτικό εμβόλιο κατά του καρκίνου του πνεύμονα, το οποίο θα είναι διαθέσιμο τον Ιούλιο, και το οποίο τα έθνη της Κούβας και της Αργεντινής θα έχουν τη δυνατότητα να το λαμβάνουν δωρεάν.

Το εμβόλιο, που ονομάζεται Vaxira Racotumomab, αναπτύχθηκε από επιστήμονες του Ογκολογικού Ινστιτούτου Angel Roffo, του Νοσοκομείου Garrahan, της Εθνικής Επιτροπής Επιστημονικής και Τεχνικής Έρευνας (CONICET) και του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες (UBA), σε συνεργασία με το Κέντρο Μοριακής Ανοσολογίας της Αβάνας (CIM) και το Εργαστήριο Elea.

Ο διευθυντής του Εργαστηρίου Μοριακής Ογκολογίας του Πανεπιστημίου του Quilmes, Daniel Alonso, είπε το φάρμακο επιτρέπει τον εντοπισμό αντιγόνων (ουσίες που μπορούν να παράγουν μια ανοσολογική αντίδραση) και οι οποίες είναι παρόντες μόνο σε καρκινικά κύτταρα και είναι βιολογικά σχετικές με την εξέλιξη ενός μεταστατικού καρκίνου.

Χρειάστηκε η έρευνα 90 επιστημόνων για 18 ολόκληρα χρόνια για να ανακαλυφθεί και να κυκλοφορήσει τελικά το θεραπευτικό αυτό εμβόλιο, το οποίο δεν εμποδίζει τον όγκο αλλά προωθεί την καταστροφή του από το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του πάσχοντα σώματος.

Κλινικές μελέτες έδειξαν ότι το φάρμακο τριπλασίασε το ποσοστό των ασθενών που ζουν δύο έτη μετά την εφαρμογή του εμβολίου, από 8 έως 24%.

Το εμβόλιο ενδείκνυται για ασθενείς με προχωρημένη νόσο που έλαβαν χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία και είναι σταθεροί.

Ο Υπουργός Υγείας της Αργεντινής, Juan Manzur, συνεχάρη το επιστημονικό αυτό επίτευγμα της Αργεντινής, «δεδομένου ότι το εμβόλιο έχει σχεδιαστεί και αναπτυχθεί στην χώρα μας», είπε ο Υπουργός, προσθέτοντας ότι «είναι αναμφισβήτητη η απόδειξη των επιτευγμάτων που μπορεί να επιτευχθεί από τη συνεργασία του ακαδημαϊκού και του επιχειρηματικού τομέα που εργάζονται μαζί προς έναν κοινό στόχο».

Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου της Αργεντινής, περίπου εννέα χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από καρκίνο του πνεύμονα, που αντιστοιχεί σε θνησιμότητα του 86% των ατόμων που πλήττονται.

Με πληροφορίες από: www.cubainformacion.tv