Φλεβάρης
Τ’ ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού
η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ’ ασφοδίλια
το σταμνί που δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά.
Τ’ άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν
Κράτα μου εσύ το κεφάλι μπάσταρδε, εγώ ότι και να κάνεις δεν προσκυνάω. Δεν σε προσκυνάω. Δεν προσκυνάω τη φάρα σου. Δεν θα σου πω κουβέντα. Δεν θα βγάλω άχνα. Το στόμα μου δεν τ΄ανοίγω ούτε για να πω το ονομά μου. Καλύτερα να το ξεχάσω. Κι ούτε σάλιο δεν μου περισσεύει, δεν το χαραμίζω να φτύσω εκεί που πατάς. Ούτε ίχνος έκφρασης δεν χαρίζω για τη συμμορία σου και τους αφεντάδες που βαράς προσοχή. Ούτε γκριμάτσα. Ούτε σελίδα δεν μου ‘μεινε, να τσακίσω την άκρη της για να θυμηθώ να κρατηθώ από τον Νόμο. Ούτε λύπηση δεν έχω για κανέναν σας, δεν σας φωτίζω τις σκοτεινές και τιποτένιες μέρες με κανένα όραμα. Ούτε μια πρόταση, ούτε ένα βιβλίο, ούτε μια νότα δεν θα αναπολήσω για να ξεχάσω το πουλημένο τομάρι σου. Καριόλη άντρα, μια μέρα τα παιδιά σου θα σου φορέσουν κουκούλα και θα σε γονατίσουν και θα σε χτυπούν για τέσσερις ώρες στο κεφάλι ουρλιάζοντας με τη φωνή μου. Και τότε που θα κατουριέσαι από φόβο θα θυμηθώ να σου δώσω να πιεις νερό. Για να απομείνεις μόνος με τη ντροπή σου.